Το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΝΑ δημοσιεύει την ανάλυση του Χρίστου Τσαντήλα, Γεωπόνου Δρ. Εδαφολογίας, πρ. Διευθυντή του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, Επιστημονικού Συνεργάτη ΕΝΑ, η οποία αποτελεί το 3ο μέρος του θεματικού φακέλου «Μετά τις πλημμύρες στη Θεσσαλία: Από τον απολογισμό στο σχεδιασμό νέων πολιτικών για την κλιματική ανθεκτικότητα».
Προηγήθηκε η ανάλυση των Κώστα Λαγουβάρδου και Γιάννη Ευσταθόπουλου «Καιρικά φαινόμενα & κλιματική αλλαγή: Ο ανασχεδιασμός της πολιτικής προστασίας & οι προκλήσεις για την αυτοδιοίκηση» και της Ιωάννας Σταματάκη «Βασικοί άξονες μιας στρατηγικής αντιμετώπισης των πλημμυρών & ενίσχυσης της ανθεκτικότητας»
Μετά τις ακραίες πλημμύρες: Για μια νέα πολιτική διαχείρισης της γης
Εισαγωγή
Το ΕΝΑ, έχει εκπέμψει συστηματικά τα τελευταία έτη σήμα κινδύνου σχετικά με ακραίες πλημμύρες ως έκφραση της ανθρωπογενούς κλιματικής κρίσης[1]. Οι τελευταίες ακραίες πλημμύρες από τις κακοκαιρίες «Daniel» και «Elias» ήρθαν να επιβεβαιώσουν τις αυτονόητες συνέπειες της αδιαφορίας για τα πορίσματα των επιστημονικών θέσεων. Η παρούσα ανάλυση επικεντρώνεται στις επιπτώσεις των ακραίων πλημμυρών στο έδαφος, δηλαδή σε ένα θεμελιακό -αλλά σχετικά άγνωστο στη δημόσια συζήτηση- συστατικό στοιχείο των οικοσυστημάτων. Το έδαφος διασφαλίζει πλήθος λειτουργιών και υπηρεσιών που καθορίζουν τη ζωή των ανθρώπων από βιολογική, οικονομική και κοινωνική άποψη.
Η σχέση εδάφους και νερού
Το έδαφος και το νερό συνδέονται αναπόσπαστα. Τα υδρολογικά φαινόμενα που επηρεάζουν τη σχέση εδάφους-νερού έχουν τεράστια σημασία, δεδομένου ότι επηρεάζουν καθοριστικά τη γεωργική παραγωγή και κατ’ επέκταση την επισιτιστική ασφάλεια μιας χώρας. Δεν είναι συνεπώς τυχαίο ότι το έδαφος σχετίζεται άρρηκτα με 11 τουλάχιστον από τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ[2]. Υφίστανται ειδικότερα δυο ακραίες καταστάσεις σε σχέση με το βαθμό κορεσμού των εδαφών με νερό: η πρώτη κατάσταση είναι η ξηρασία και η δεύτερη είναι οι πλημμύρες. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι τα εδάφη στην Ελλάδα, στις νέες συνθήκες που ανακύπτουν από την κλιματική αλλαγή, επηρεάζονται με αυξημένη συχνότητα και ένταση και από τις δύο αυτές ακραίες συνθήκες.
Πώς επιδρούν οι πλημμύρες στο έδαφος;
Οι πλημμύρες επιδρούν στα εδάφη με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι η αποδιοργάνωση της δομής τους και η απόσπαση και μεταφορά τους σε άλλες θέσεις (δηλαδή της διάβρωσης) και ο άλλος με την κατάκλιση τους επί μακρόν με νερό, η οποία δημιουργεί συνθήκες που μεταβάλλουν ριζικά τις φυσικοχημικές και βιολογικές ιδιότητές τους. Έτσι, για την καλύτερη κατανόηση των γεγονότων που συνέβησαν στη Θεσσαλία, θα διακρίνουμε τις περιοχές σε δύο μεγάλες κατηγορίες, δηλαδή τις επικλινείς (κλίση >2-3%) και τις επίπεδες (κλίση <2%).
Επίδραση πλημμυρών στις επικλινείς περιοχές
Το ανάγλυφο της Ελλάδας, όπως εκφράζεται με τη φυσιογραφία και την τοπογραφία, ευνοεί τη διάβρωση των εδαφών, αφού το 55% περίπου της χώρας έχει ανάγλυφο επικλινές και χωρίς βλάστηση[3]. Σε ό,τι αφορά στη Θεσσαλία το μεγαλύτερο ποσοστό της εκτιμάται ότι έχει κλίσεις >5% και επομένως υπόκειται σε διάβρωση. Με επιτόπιες παρατηρήσεις μας σε αντιπροσωπευτικές περιοχές της Θεσσαλίας διαπιστώθηκε ότι συνυπάρχουν οι διάφορες μορφές διαβρώσεων με έντονη διακύμανση και παραλλακτικότητα, γεγονός που δεν επιτρέπει γενικεύσεις και οριζόντιες εκτιμήσεις[4].
Οι καλλιέργειες που έχουν πληγεί στις επικλινείς περιοχές είναι εκείνες στις οποίες δεν είχε ολοκληρωθεί η συλλογή της παραγωγής μέχρι την εκδήλωση των ακραίων φαινομένων, δηλαδή το βαμβάκι, το καλαμπόκι, η βιομηχανική τομάτα και σε μικρότερη έκταση η μηδική. Το μέγεθος των ζημιών που προκλήθηκαν ήταν ανάλογο με το μέγεθος της ζημίας που προκλήθηκε στα εδάφη, δηλαδή από ελάχιστες έως πλήρως καταστροφικές, όπως ενδεικτικά φαίνεται στην εικόνα 2.
Επίδραση πλημμυρών στις επίπεδες περιοχές
Στις επίπεδες περιοχές, σε αντίθεση με τις επικλινείς, έχουμε απόθεση των υλικών διάβρωσης από τις υπερκείμενες περιοχές και μη εδαφικών υλικών διαφόρου μεγέθους, η ποσότητα των οποίων καθορίστηκε από την ύπαρξη ή μη αντιπλημμυρικών έργων[5]. Η απομάκρυνση αυτών των υλικών συνιστά ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα. Μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις φαίνονται στην εικόνα 3.
Επίδραση στις βιολογικές και φυσικοχημικές ιδιότητες των εδαφών
Παράλληλα και για χρονικά διαστήματα που κυμαίνονται από λίγες ώρες μέχρι πολλές ημέρες και μήνες, συγκεντρώνεται λιμνάζον νερό στην επιφάνεια των αγρών, προκαλώντας επιπτώσεις όπως σημαντική μείωση της γονιμότητας του εδάφους και έκλυση αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα λόγω δημιουργίας μεθανίου εξαιτίας των αναγωγικών συνθηκών. Όλες αυτές οι περιπτώσεις αναμένεται να εκδηλωθούν με ένταση στις περιοχές νότια της Λάρισας στην περιοχή της πρώην λίμνης Κάρλας, η οποία στην ουσία ανασυστάθηκε. Σύμφωνα με υπολογισμούς κάποιων μοντέλων που είδαν το φως της δημοσιότητας, η λίμνη θα παραμείνει στην κατάσταση αυτή τουλάχιστον για 500 έως 600 ημέρες (βλ. εικόνα 4).
Εικόνα 4. Επανασύσταση της πρώην λίμνης Κάρλας (υπολογίζεται ότι πλημμύρισαν περίπου 190.000 στρ.)
Οι δυσμενείς αυτές επιπτώσεις ενισχύονται και στην περίοδο της ξηρασίας που ακολουθεί προκαλώντας περαιτέρω σημαντική μείωση της γονιμότητας του εδάφους[6].
Επίδραση στις καλλιέργειες
Σε καλλιέργειες όπως το βαμβάκι και το καλαμπόκι -που δεν καλύφθηκαν από τα νερά πλήρως αλλά αποσύρθηκαν σχετικά γρήγορα- οι ζημίες δεν είναι ολοκληρωτικές. Σε ό,τι αφορά στο βαμβάκι, το Κέντρο Ταξινόμησης Βάμβακος του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ εκτιμά ότι η ζημιά θα ανέλθει στο 70% της παραγωγής, ενώ στην περίπτωση της βιομηχανικής τομάτας η φετινή σοδειά φαίνεται ότι έχει υποστεί ολοκληρωτική καταστροφή. Πέραν των επιπτώσεων στην τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο, κρίσιμη είναι η πρόληψη των επιπτώσεων στις καλλιέργειες της επόμενης περιόδου όπως τα χειμερινά ή εαρινά σιτηρά, το βαμβάκι, το καλαμπόκι και η βιομηχανική τομάτα.
Οι επιπτώσεις των πρόσφατων πλημμυρών στα εδάφη της Θεσσαλίας ποικίλουν έντονα σε ό,τι αφορά το είδος, το μέγεθος και τη σημασία τους στη γεωργική παραγωγή. Καταγράφεται μεγάλη ανομοιογένεια και έντονη παραλλακτικότητα που καθιστούν μη εφικτή μια οριζόντια εκτίμηση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αποκατάσταση είναι απλή και μπορεί να πραγματοποιηθεί από τους ίδιους τους παραγωγούς. Αντιθέτως σε άλλες περιπτώσεις, η έκταση των ζημιών είναι τόσο μεγάλη που επιτάσσει έργα μεγάλης κλίμακας εκ μέρους της Πολιτείας.
Καταγραφή και αποτίμηση με τη χρήση των σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης της γης
Το πρώτο βήμα στην προσπάθεια αποκατάστασης είναι η αντικειμενική απογραφή και εκτίμηση των συνεπειών των πλημμυρών. Είναι αναγκαίο να εκπονηθεί άμεσα αναγνωριστική εδαφολογική μελέτη με τη χρήση των σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης της γης (δορυφορικές εικόνες υψηλής ανάλυσης) και εργασιών πεδίου. Στη μελέτη αυτή θα καταγραφούν οι ορατές επιπτώσεις στο τοπίο και θα γίνει μία πρώτη εκτίμηση της έκτασης που επηρεάσθηκε και των ποιοτικών διαστάσεων των εν λόγω επιπτώσεων. Από τη μελέτη αυτή θα οργανωθεί μία λεπτομερέστερη καταγραφή της σημερινής κατάστασης των εδαφών, η οποία θα συγκριθεί με την αντίστοιχη προ των πλημμυρών, όπως αποτυπώνεται στους εδαφολογικούς χάρτες που έχουν εκπονηθεί εδώ και δεκαετίες χωρίς να έχουν στην ουσία χρησιμοποιηθεί σε ελάχιστο έστω βαθμό στην πράξη.
Παράλληλα είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθεί άμεσα μια συνολική καταγραφή και αξιολόγηση των ζημιών των υποδομών που σχετίζονται με το έδαφος, όπως της αγροτικής οδοποιίας (προκειμένου να εξασφαλισθεί η προσβασιμότητα στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις), των αρδευτικών και στραγγιστικών καναλιών (ώστε να καταστεί δυνατή η καλλιέργεια της επόμενης περιόδου) και των γεωτρήσεων με έλεγχο της λειτουργικότητάς τους και της ποιότητας των υδάτων.
Οι έκτακτες συνθήκες επιτάσσουν μια συνολικότερη κινητοποίηση
Για όλα τα παραπάνω απαιτείται η συστράτευση εξειδικευμένου προσωπικού, το οποίο σήμερα δυστυχώς λείπει σήμερα από τις δημόσιες υπηρεσίες. Άμεσα, το κενό αυτό θα μπορούσε να καλυφθεί συνεπώς με μία πρόσκληση όλων των επιστημόνων που επιθυμούν να συμβάλλουν εθελοντικά και ανεξάρτητα από την εργασιακή τους κατάσταση, με ανάλογο τρόπο που είχε κληθεί το ιατρικό προσωπικό για την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19. Τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν λόγω των πλημμυρών στη Θεσσαλία (Ιανός, Δανιήλ και Ηλίας) δεν έχουν τοπική μόνο σημασία αλλά και εθνική και απαιτούν τη συνδρομή όλων όσων επιθυμούν να υπηρετήσουν με όρους αλληλεγγύης το δημόσιο συμφέρον της χώρας.
Μετά την επόμενη ημέρα: η ανάγκη κλιματικό-γεωργικού σχεδιασμού για τη βιώσιμη και ανθεκτική ανάπτυξη
Οι σημερινές συνθήκες συνιστούν μια ευκαιρία για να δρομολογηθεί ο μεσομακροπρόθεσμος σχεδιασμός της γεωργικής παραγωγής της Θεσσαλίας με βάση τα καινούργια κλιματικά δεδομένα και τις σχετικές πολιτικές και κατευθύνσεις της ΕΕ και του ΟΗΕ. Ο ρόλος του βασικού συντελεστή παραγωγής, του εδάφους, πρέπει να επαναξιολογηθεί και να τύχει της επιβαλλόμενης βιώσιμης διαχείρισης βάσει της προστασίας που προβλέπει το Σύνταγμα της χώρας. Η αγροτική έρευνα πρέπει επίσης στο πλαίσιο αυτό να αναβαθμιστεί δραστικά στις δομές του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων.
Επίλογος
Η υλοποίηση των μεσομακροπρόθεσμων στόχων δεν μπορεί στην παρούσα φάση να επαφίεται στις υπάρχουσες διοικητικές δομές της χώρας, οι οποίες είναι σχεδιασμένες στη βάση άλλων αναπτυξιακών προτεραιοτήτων. Όπως προτείνεται σε πρόσφατη μελέτη του ΕΝΑ,[7] ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της μεσομακροπρόθεσμης ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας καθιστούν αναγκαίες τη δημιουργία φορέα υπό τη μορφή Διαχειριστικής Αρχής με τη συμμετοχή της κοινωνίας. Ο φορέας αυτός αποτελεί μια ιδανική δομή για να φιλοξενήσει μια μονάδα αρμόδια για τη διαχείριση των εδαφοϋδατικών πόρων, στελεχωμένη με όλες τις σχετικές επιστημονικές ειδικότητες, η οποία θα εκπονήσει ένα master plan για την αποκατάσταση και βιώσιμη διαχείριση των εδαφών. Η προτεραιότητα αυτή αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη διάσωση ενός μη ανανεώσιμου πόρου με καθοριστικές λειτουργίες για τις συνθήκες διαβίωσης του ανθρώπου και τη διάσωση του περιβάλλοντος.
[1] Τσαντήλας, Χ. (2020) Oι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα οικοσυστήματα & στις υπηρεσίες τους, Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης ΕΝΑ, Δεκέμβριος 2020.
[2] Lal, R., J. Bouma, E. Brevik et al (2021). Soils and sustainable development goals of the United Nations: An International Union of Soil Sciences perspective. Geoderma Regional. https://doi.org/10.1016/j.geodrs.2021.e0039.
[3] Yassoglou, N. C. Tsadilas, and C. Kosmas. 2017. The Soils of Greece. Springer.
[4] Οι διάφορες μορφές διάβρωσης είναι η πιο ήπια επιφανειακή κατά φύλλα διάβρωση (sheet erosion), η λίγο εντονότερη -με δημιουργία μικρών αυλακιών μικρού βάθους αυλακωτή διάβρωση (rill erosion) και η πιο έντονη με τη δημιουργία χαραδρών βάθους μεγαλύτερου των 30 εκατ. χαραδρωτική διάβρωση (gully erosion).
[5] Όπως μη εδαφικά υλικά (από καταστραμμένες κτηριακές υποδομές, κορμοί δένδρων, ογκόλιθοι, νεκρά εκτρεφόμενα και άγρια ζώα κλπ), εδαφικά υλικά στους αγρούς, εδαφικά και άλλα υλικά στα στραγγιστικά και αρδευτικά κανάλια, τμήματα αρδευτικών δικτύων κυρίως πλαστικών σωλήνων άρδευσης καλλιεργειών.
[6] Furtak, K. And A. Wolinska. 2023. The impact of extreme weather events as a consequence of climate change on the soil moisture and on the quality of the soil environment and agriculture-A review. Catena 231:107378.
[7] Λαμπριανίδης, Λ. (2023) Επτά Προτάσεις για ένα Μεσομακροπρόθεσμο Σχέδιο Ανάπτυξης του Θεσσαλικού Κάμπου, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών, 4.10.2023.