Πόσες διεθνείς συρράξεις μπορεί να χειριστεί ταυτόχρονα μια υπερδύναμη; Η κυβέρνηση Μπάιντεν αυτή τη στιγμή προσπαθεί να αντιμετωπίσει πολέμους στη Μέση Ανατολή και στην Ευρώπη, προετοιμαζόμενη ταυτόχρονα για κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ της Κίνας και της Ταϊβάν.
του Gideon Rachman
Όλα αυτά λαμβάνουν χώρα υπό την όλο και μεγαλύτερη σκιά του Ντόναλντ Τραμπ. Η πιθανή επιστροφή του στον Λευκό Οίκο θέτει βαθιά ερωτήματα αναφορικά με το μέλλον της δημοκρατίας των ΗΠΑ και τον ρόλο της χώρας στον κόσμο.
Ο συνδυασμός όλων αυτών των γεγονότων δημιουργεί μια προφανή αίσθηση έντασης και κακού προμηνύματος στα κυβερνητικά γραφεία στην Ουάσιγκτον. Δεν είναι μόνο ο αριθμός των κρίσεων που πλήττουν την κυβέρνηση Μπάιντεν, αλλά και το γεγονός ότι πολλές από αυτές οδεύουν προς τη λάθος κατεύθυνση -οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, για παράδειγμα. Και οι δημοσκοπήσεις δεν δείχνουν καλές για τον Μπάιντεν.
Οι ξένες κρίσεις θα μπορούσαν να κορυφωθούν αρκετά γρήγορα. «Οι επόμενοι τρεις μήνες θα μπορούσαν να καθορίσουν τα επόμενα χρόνια», όπως το θέτει ένας ανώτερος αξιωματούχος των ΗΠΑ. Ένας επιφανής Δημοκρατικός ανησυχεί ότι «μέχρι τον Ιανουάριο θα μπορούσαμε να μιλάμε για το πώς ο Τζο Μπάιντεν έχασε την Ουκρανία».
Η νέα χρηματοδότηση του ουκρανικού στρατού και των πολιτικών θεσμών του έχει κολλήσει στο Κογκρέσο. Η κυβέρνηση Μπάιντεν εμφανίζεται βέβαιη ότι θα υπάρξει συμφωνία για τα χρήματα που θα διατεθούν στο Κίεβο. Αλλά αν η συμφωνία δεν περάσει μέχρι το τέλος του έτους, η Ουκρανία θα μπορούσε να νιώσει τις επιπτώσεις στο πεδίο της μάχης μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Οι προσπάθειες να συμφωνηθεί ένα νέο πακέτο ευρωπαϊκού χρήματος για την Ουκρανία έχουν επίσης καθυστερήσει λόγω των διαφωνιών στις Βρυξέλλες. Ανώτεροι στρατιωτικοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ προειδοποιούν το Κογκρέσο ότι εάν η χρηματοδότηση για τη χώρα περικοπεί και ο Πούτιν σημειώσει ουσιαστική πρόοδο στον πόλεμο ως αποτέλεσμα αυτού, τότε η Ρωσία θα μπορούσε να απειλήσει τις χώρες της Βαλτικής μέχρι το τέλος του 2024.
Τις προσεχείς εβδομάδες, η Ρωσία αναμένεται να εξαπολύσει μια έντονη σειρά επιθέσεων στις ουκρανικές υποδομές, με την ελπίδα να παραλύσει την ηλεκτροδότηση και τη χειμερινή θέρμανση της χώρας. Η Μόσχα προσπάθησε να κάνει το ίδιο πράγμα τον περασμένο χειμώνα και απέτυχε. Αλλά οι Ρώσοι έχουν τώρα πολύ περισσότερα drones και πυραύλους, χάρη στο Ιράν, στη Βόρεια Κορέα και στην αναβαθμισμένη εγχώρια παραγωγή. Η ουκρανική αεράμυνα φαίνεται κατά τόπους φθαρμένη και θα μπορούσε να κατακλυστεί.
Η επισφαλής κατάσταση της Ουκρανίας λαμβάνει λιγότερη προσοχή από όση θα έπρεπε λόγω της Μέσης Ανατολής. Η κυβέρνηση Μπάιντεν πληρώνει βαρύ πολιτικό τίμημα, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, για την υποστήριξή της προς το Ισραήλ. Οι ΗΠΑ ασκούν τώρα δημόσια πίεση στο Ισραήλ να αλλάξει τη στρατιωτική του τακτική στη Γάζα και να σκοτώνει λιγότερους Παλαιστίνιους πολίτες.
Αλλά οι αμερικανικές ανησυχίες επεκτείνονται πολύ πέρα από τη Γάζα. Η κυβέρνηση Μπάιντεν εξακολουθεί να αισθάνεται ότι βρίσκεται επικίνδυνα κοντά σε έναν ευρύτερο περιφερειακό πόλεμο που θα συμπαρασύρει και τις ΗΠΑ. Οι επιθέσεις στη ναυτιλία από τους Χούθι, μια πολιτοφυλακή που υποστηρίζεται από το Ιράν στην Υεμένη, μπορεί να δημιουργήσουν το επεισόδιο που θα οδηγήσει σε κλιμάκωση.
Υπάρχουν επίσης ισχυρές φωνές στο Ισραήλ που υποστηρίζουν ότι μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, το Ισραήλ δεν μπορεί πλέον να ανεχθεί την παρουσία της Χεζμπολάχ, μιας άλλης βαριά οπλισμένης πολιτοφυλακής που υποστηρίζεται από το Ιράν, στα βόρεια σύνορά του. Αλλά ένας πόλεμος μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ θα μπορούσε να είναι πολύ πιο έντονος από μια σύγκρουση με τη Χαμάς.
Υπάρχει κάποια δυσαρέσκεια στην Ουάσιγκτον για το γεγονός ότι το Ισραήλ επιμένει ότι θα λάβει τις δικές του αποφάσεις σχετικά με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, ενώ θα βασίζεται στη δύναμη των ΗΠΑ στο παρασκήνιο. «Οι Ισραηλινοί παίζουν με τα λεφτά των άλλων», όπως το θέτει ένας Αμερικανός αξιωματούχος. Αλλά μετά την 7η Οκτωβρίου, παραμένει μια βαθιά απροθυμία να ασκηθεί σοβαρή πίεση στο Ισραήλ για να αλλάξει πορεία.
Η αποστολή αμερικανικών αεροπλανοφόρων και συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας στη Μέση Ανατολή σημαίνει ότι δεν είναι διαθέσιμα για άλλα προβληματικά σημεία. Αυτό έχει επιπτώσεις όχι μόνο για την Ουκρανία αλλά και για την ανατολική Ασία.
Η τρέχουσα προσδοκία στην Ουάσιγκτον είναι ότι τις προεδρικές εκλογές της Ταϊβάν στις 13 Ιανουαρίου θα κερδίσει ο Λάι Τσινγκ-τε, ο οποίος θεωρείται στο Πεκίνο επικίνδυνος αυτονομιστής. Εάν η Κίνα απαντήσει σε μια νίκη του Λάι με απειλητικές επιδείξεις στρατιωτικής ισχύος, αυτό θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει μια νέα κρίση.
Πηγή: FT