Να μπορούσα στα σύννεφα, να ‘χα εγώ βενζινάδικο.
Η Λίνα Νικολακοπούλου έβαλε Ελληνικό στίχο στην – ομολογουμένως – ξεσηκωτική μελωδία του Μπρέγκοβιτς. Κάτι όμως την έσπρωξε να προσθέσει το:
Στο κενό να κινδύνευα
Εκεί δηλαδή κάπου ανάμεσα στο κενό που έχει δημιουργηθεί, όχι μόνο στο ΕΣΥ, τη δημόσια υγεία, αλλά και κάθε ψήγματος αίσθησης κοινής λογικής ιθυνόντων. Η εικόνα με το κρεβάτι ασθενούς να μεταφέρεται δίπλα από τσιφτετελοκατάσταση υπολείπεται μόνο από κόκκινα γαρίφαλα και χάλκινα του Μπρέγκοβιτς να παίζουν κάπου στο βάθος.
Το “αστέρι” μας το “άδικο” λάμπει αρνητικά εδώ και χρόνια με φόντο χιλιάδες νεκρούς ασθενείς στους ίδιους διαδρόμους στους οποίους διοικητές – με περισσή διάθεση ευφημισμού – νοσοκομείων χορεύουν επάνω στα αποκαΐδια της διαλυμένης πλέον ανθρώπινης ζωής.
Κι αν στην οικτρή, μικρή και ακραία απαξιωτική αυτή εικόνα λείπουν τα χάλκινα του Μπρέγκοβιτς για να ολοκληρώσουν το παράλογο υπερθέαμα ευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αιθεροβάμονες φαντάζουν όσοι θέλησαν να πιστέψουν πως η δημόσια υγεία καταστράφηκε επειδή οι “κακοί” γιατροί γκρινιάζουν.
Όσοι επέλεξαν διοικητές νοσοκομείων που δεν παρουσιάζουν ούτε ίχνος σεβασμού του λειτουργήματος που κλήθηκαν να επιτελέσουν, πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους τυχερούς που δε ζούμε σε μια Αμερική, όπου το να αγοράσεις ένα όπλο, να μπεις μέσα και να γαζώσεις πέντε δέκα αναίσχυντους “λειτουργούς” του κράτους, είναι το μόνο εύκολο.
Και προσοχή, δε λέω ότι αυτό πρέπει να γίνει. Απλώς επισημαίνω πως ο πόνος που έχουν ζήσει συγγενείς και φίλοι όσων πέθαναν, αβοήθητοι, σε τέτοιους διαδρόμους από την ανικανότητα του κράτους, είναι μεγάλος, άσβεστος και αλησμόνητη η οργή. Επομένως, τέτοιες εικόνες προκαλούν. Βαθιά, αρχέγονα συναισθήματα που μπορούν να “μεταφραστούν” από τους πονεμένους ως εκδίκηση.
Είτε αυτό λεγόταν ΜΕΘ και πανδημία, είτε Τέμπη και κοροϊδία επί πτωμάτων – είτε ό,τι περίσσεψε και περισυλλέχτηκε από αυτά με συνοπτικές διαδικασίες.
Φωτιές καρδιές παλιοσίδερα
Κι ένας Θεός πάν’ απ’ τ’ άδικο
Άσε με ‘μένα στα σύννεφα
Σ’ ένα παλιό βενζινάδικο