Ο Ανδρέας Αργυρόπουλος υπήρξε καθηγητής στη μέση εκπαίδευση για πολλά χρόνια. Μια θητεία που τού έδωσε μερικά από τα πολύτιμα εφόδια για να παρατηρεί με ψυχραιμία, να συνδιαλέγεται, να εκτιμά, να είναι δίκαιος. Σοφός ώστε να αποδέχεται τις αμφισβητήσεις των νέων, πολυπράγμων κι ανήσυχος, αλλά και συγγραφέας ερευνητικών βιβλίων που έχουν αφήσει, μέχρι στιγμής, το δικό τους ταυτοτικό στίγμα. «Ξεκίνησα την έρευνά μου με σκοπό να αναδείξω την παρουσία και τη δράση των πολιτικοποιημένων προοδευτικών χριστιανών στην περίοδο της δικτατορίας τα μαύρα χρόνια της δικτατορίας.
Το θεώρησα χρέος μου. Το ελάχιστο που μπορούσα να κάνω για να τους τιμήσω. Σε εποχές και συγκυρίες που αποσιωπάται η ριζοσπαστική πολιτική παρέμβαση των χριστιανών είναι καθήκον μας η προβολή της. Ο επαναστατικός χριστιανικός λόγος που απελευθερώνει πρόσωπα και λαούς δε βολεύει κανένα κατεστημένο και γι’ αυτό ηθελημένα περιθωριοποιείται», αναφέρει, μεταξύ άλλων, στη συζήτηση που ακολουθεί.
Συνέντευξη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο
–Κύριε Αργυρόπουλε, υπηρετήσατε περίπου τέσσερις δεκαετίες ως θεολόγος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση σε Ελλάδα και Γερμανία. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να μπορέσει ένας εκπαιδευτικός της ειδικότητάς σας να συναντηθεί, να επικοινωνήσει ουσιαστικά με τους μαθητές και τις μαθήτριές του;
Για να συναντηθείς με τους νέους ανθρώπους, να κουβεντιάσεις μαζί τους για το Θεό χρειάζεται να αγαπάς το διάλογο, να αγαπάς τους νέους και να αγαπάς το Θεό. Να σου αρέσουν οι προκλήσεις, να μην τις φοβάσαι, αλλά να τις χαίρεσαι. Απαιτείται να έχεις: παιδεία διαλόγου, πολύπλευρη ενημέρωση σε σύγχρονα ζητήματα, θάρρος, διάκριση, αίσθηση του χιούμορ, σεμνότητα, μπόλικη αγάπη και ταπείνωση. Να έχεις διάθεση να διαλεχτείς, να τους ακούσεις, να διδαχθείς από τους μαθητές και τις μαθήτριές σου. Όχι να τους επιβάλλεις θέσεις, αντιλήψεις, ιδεολογήματα. Να προσπαθήσεις να εισπράξεις αυτό που σου λένε. Να μην έχεις έτοιμες απαντήσεις και τσιτάτα προκειμένου να τους «αποστομώσεις», αλλά να προσπαθήσεις να κατανοήσεις τις αγωνίες, τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις τους ακόμα και την πλήρη άρνησή τους για αυτά που εκπροσωπείς. Να θέλεις να συναντηθείς αληθινά μαζί τους κι όχι να έχεις σκοπό να τους μετατρέψεις σε ακροατές, θαυμαστές ή οπαδούς σου.
–Ποια είναι η σχέση των νέων με τον Θεό στις μέρες μας;
Οι νέοι άνθρωποι στην πλειονότητά τους με το Θεό δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Με αυτό που λέμε Εκκλησία όμως τραβάνε πολύ ζόρι. Με απλά λόγια με τους εκπροσώπους Του έχουνε. Με εμάς, δηλαδή. Τους «καθώς πρέπει» και καλά θρησκευόμενους γονείς, τους αγέλαστους θεολόγους, τους «δέκα λεπτά κήρυγμα» κληρικούς, τους απόμακρους χλιδάτους επισκόπους, τους ατσαλάκωτους θαμώνες του κυριακάτικου εκκλησιασμού και πάει λέγοντας… Την αναξιότητά μας δεν αντέχουν. Αν μας διέκρινε η στοιχειώδης συνέπεια απέναντι στο ευαγγελικό μήνυμα τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά.
Οι νέες και οι νέοι έχουν πρόβλημα με το «Θεό» που τους προσφέρουμε αρρωστημένα πολλές φορές εμείς, οι γονείς τους και η κοινωνία, και πολύ καλά κάνουν, διαφορετικά θα ήταν για λύπηση. Το ότι τον αρνούνται είναι δείγμα υγείας. Δεν αποδέχονται έναν «μαγικό και μοιρολατρικό» χριστιανισμό, βολικό για τους ισχυρούς της γης, έναν Θεό των προλήψεων και των δεισιδαιμονιών, επαγγελματία θαυματοποιό, έναν Θεό δυνάστη.
- Μια θρησκεία της υποταγής που εκφράζει τη χειρότερη εκδοχή του ηθικισμού και βολεύει που θέλουν να ελέγχουν την ανθρώπινη ψυχή, δαιμονοποιώντας την ελευθερία, την αναζήτηση, τον έρωτα, την τέχνη και την ομορφιά της ζωής. Όπως γράφω και στο βιβλίο μου «Ο Θεός, οι νέοι και άλλες Rock n Roll ιστορίες»:
«Το παιδί από μικρό μεγαλώνει με την εικόνα ενός Θεού τιμωρού, ελεγκτή, βασανιστή. Η πίστη σε Αυτόν δεν είναι παρά η δήλωση υποταγής σε μια ανώτερη πνευματική εξουσία. Ο Θεός είναι ένας εντολοδόχος. Όποιος τολμάει να διαφοροποιηθεί χάνεται. Ένας τέτοιος Θεός είναι πολύ βολικός για ένα βολεμένο γονιό. Φοβικοί χριστιανοί ασορτί με τη φοβική κοινωνία. Η γλυκύτητα και η ανεκτικότητα του Ιησού, η ομορφιά και η τρυφερότητα του Θεού απουσιάζουν τελείως. Ο νέος οφείλει να ακολουθεί αυστηρά τις απαιτήσεις μιας αυστηρής θρησκευτικής τυπολατρίας». Σελ.21.
–Η δράση των πολιτικοποιημένων προοδευτικών χριστιανών στην περίοδο της δικτατορίας (1967-1974) είναι το αντικείμενο των δύο βιβλίων σας που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Αρμός. Τι σας οδήγησε στην προκείμενη έρευνα;
Αναμφισβήτητα η Διοίκηση της Εκκλησίας με τη στάση που τήρησε έναντι της Δικτατορίας πρόδωσε την αποστολή Της. Οι Αρχιεπίσκοποι Ιερώνυμος αρχικά και Σεραφείμ αργότερα, η πλειονότητα των Ιεραρχών της Ελλαδικής Εκκλησίας, οι εκπρόσωποι των Πατριαρχείων, οι καθηγητές των θεολογικών σχολών, οι χριστιανικές οργανώσεις και τα θρησκευτικά έντυπα ταυτίστηκαν με τους Συνταγματάρχες της Χούντας. Με τη στάση τους σκανδάλισαν το λαό του Θεού και δυσφήμισαν διεθνώς την Ελλαδική Ορθοδοξία.
Οι νέες και οι νέοι έχουν πρόβλημα με το «Θεό» που τους προσφέρουμε αρρωστημένα πολλές φορές εμείς, οι γονείς τους και η κοινωνία, και πολύ καλά κάνουν, διαφορετικά θα ήταν για λύπηση
Στον αντίποδα όλων αυτών ολιγάριθμοι κληρικοί όλων των βαθμίδων με πιο γνωστό για την αντιδικτατορική του δράση τον π. Γιώργη τον Πυρουνάκη καθώς επίσης και το κίνημα της «Χριστιανικής Δημοκρατίας» με Πρόεδρό του τον αγωνιστή Νίκο Ψαρουδάκη. Με τους αγώνες, τις διώξεις, τις φυλακίσεις και την εξορία τίμησαν τις ευαγγελικές τους αρχές. Ξεκίνησα την έρευνά μου με σκοπό να αναδείξω την παρουσία και τη δράση όλων αυτών τα μαύρα χρόνια της δικτατορίας. Το θεώρησα χρέος μου. Το ελάχιστο που μπορούσα να κάνω για να τους τιμήσω. Σε εποχές και συγκυρίες που αποσιωπάται η ριζοσπαστική πολιτική παρέμβαση των χριστιανών είναι καθήκον μας η προβολή της. Ο επαναστατικός χριστιανικός λόγος που απελευθερώνει πρόσωπα και λαούς δε βολεύει κανένα κατεστημένο και γι’ αυτό ηθελημένα περιθωριοποιείται.
–«Χριστιανισμός και Πολιτική» είναι ο τίτλος του βιβλίου σας που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αρμός. Πείτε μας λίγα λόγια για το περιεχόμενό του.
Περισσότερο από ένα αιώνα έχουμε άπειρα παραδείγματα ενασχόλησης πιστών χριστιανών με την πολιτική σε παγκόσμια κλίμακα. Άλλοτε μετέχοντας ως πρόσωπα ή συγκροτημένες χριστιανικές κινήσεις σε μεγάλα κόμματα, κινήματα ή συνδικαλιστικές ομοσπονδίες και άλλοτε παρεμβαίνοντας αυτόνομα στους ίδιους χώρους συγκροτώντας χριστιανικά κινήματα ή κόμματα, χριστιανικές συνδικαλιστικές κινήσεις ή ακόμα και συνδικάτα.
Αρκετές φορές, αυτό γίνεται από πολιτικοποιημένους χριστιανούς με αγνή προαίρεση και με σκοπό την ανατροπή της εκμετάλλευσης, της αδικίας, της αναξιοκρατίας, των εξουσιαστικών μηχανισμών, της ανελευθερίας και των ανισοτήτων που κυριαρχούν στις κοινωνίες.
Σκοπός η μεταμόρφωση του κόσμου βάσει των αρχών και των αξιών του Χριστιανισμού. Συναντάμε βέβαια περιπτώσεις χριστοκάπηλων πολιτικών που ανήκουν σε εθνικιστικούς κυρίως κύκλους και οι οποίοι οικειοποιούνται τον χριστιανικό τίτλο προς άγραν ψήφων των αφελών ή και καλοπροαίρετων χριστιανών προς ίδιον όφελος ή και για να στηρίξουν απολυταρχικά και δικτατορικά καθεστώτα. Στην πατρίδα μας, λόγω της πολυετούς παρουσίας και δράσης του κινήματος της «Χριστιανικής Δημοκρατίας», ανά εποχές αναπτυσσόταν θεολογικοί διάλογοι για τη σχέση θεολογίας –πολιτικής.
Οι νέοι άνθρωποι στην πλειονότητά τους με το Θεό δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Με αυτό που λέμε Εκκλησία όμως τραβάνε πολύ ζόρι
Πραγματοποιήθηκαν διαλέξεις, γράφτηκαν βιβλία, δημοσιεύθηκαν άρθρα, οργανώθηκαν δημόσιες συζητήσεις. Αυτή όλη η ζύμωση μας ώθησε στη συγγραφή αυτού του κειμένου ως ελάχιστη προσφορά στο διάλογο για το συγκεκριμένο ζήτημα, που μπορεί κατά διαστήματα να ατονεί, αλλά με τον τρόπο του συνεχίζει να απασχολεί τους πολιτικοποιημένους χριστιανούς της πατρίδας μας. Πρόθεσή μας λοιπόν είναι η μικρή συμβολή στον προβληματισμό για το ζήτημα αυτό και η κατάθεση της όποιας εμπειρίας μας. Στο πρώτο μέρος του πονήματός μας υπάρχει μια σύντομη αναφορά στην παρουσία και τη δράση του κινήματος της «Χριστιανικής Δημοκρατίας» καθώς επίσης η κατάθεση του προβληματισμού και των σκέψεών μας για την ενασχόληση των χριστιανών με την πολιτική. Στο δεύτερο μέρος υπάρχουν τρία κείμενά μας: «Χριστιανική ριζοσπαστικότητα και Αριστερά, μια πονεμένη ιστορία», «Θεολογία και Οικολογία», «Πόσο συμβατός με την Ορθόδοξη σκέψη είναι ο οικονομικός φιλελευθερισμός ;»
-Χριστιανική ριζοσπαστικότητα και Αριστερά. Μια πονεμένη ιστορία;
Κατά διαστήματα, με κάποια αφορμή επανέρχεται ο προβληματισμός για τη σχέση της Αριστεράς με τη θρησκεία. Βιβλία, άρθρα, εκδηλώσεις, συζητήσεις, κείμενα, σχόλια-παρεμβάσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δημοσιεύονται κατά καιρούς. Πολλές φορές συμβάλλουν σε έναν ουσιαστικό διάλογο. Ενδεικτικά αναφέρω τα εξαιρετικά κείμενα και βιβλία των Ρούση Γιώργου (Χριστιανισμός και Μαρξισμός, Βίοι παράλληλοι, Αθήνα 2021), Αγτζίδη Βλάση ( Συζητώντας για την ιστορική, κοινωνική και ιδεολογική σημασία του έργου των Τριών Ιεραρχών; ,ΕΘΝΟΣ ,31-01-2020), Αλεξάτου Γιώργου, Οι χριστιανοσοσιαλιστές ως ιστορική συνιστώσα της Αριστεράς, iskra, 15-04 2019. Σε άλλες περιπτώσεις, προκαλούν θλίψη, αφού επιβεβαίωναν για ακόμη μια φορά ότι η πατρίδα μας είναι ο τόπος των «παράλληλων μονολόγων», της ημιμάθειας και των εμμονών .Εντύπωση ενίοτε προκαλεί ο δογματισμός ορισμένων αριστερών και αντιεξουσιαστών, υπερασπιστών «της μαχητικής αθεΐας και του αντικληρικαλισμού», και η επιθετικότητα τους σε ότι θυμίζει «θρησκεία». Πολλές φορές μάλιστα εκφράζεται με «θρησκευτική» απολυτότητα όμοια με αυτή των εκπροσώπων του θρησκευτικού φονταμενταλισμού.
Την κριτική τους στα ιστορικά λάθη του Χριστιανισμού την κατανοώ και προσυπογράφω. Είναι γνωστό ότι υπήρξαν εποχές που ο Χριστιανισμός έπαψε να είναι η θρησκεία του Σταυρού και των Σταυρωμένων και ταυτίστηκε με τους Σταυρωτές (Ν. Μπερδιάγιεφ). Άλλο όμως η επιστημονικά τεκμηριωμένη κριτική που συνοδεύεται από τη διάκριση της ουσίας του Χριστιανισμού και των αλλοιώσεων του μέσα στην ιστορία και άλλο η μίζερη εμμονική αντιθρησκευτικότητα που είναι γέννημα της αμάθειας, όπως βέβαια γέννημα της είναι και η αρρωστημένη θρησκευτικότητα. Αναρωτιέμαι πώς ένας αριστερός που επικαλείται πάντα την επιστημονικότητα μπορεί να αγνοεί τόσο σημαντικές πλευρές στην ιστορία του λαϊκού κινήματος που τις έγραψαν χριστιανοί . Η πρόοδος και η κοινωνική αλλαγή επιτυγχάνεται με τη αξιοποίηση της ιστορικής αλήθειας και της γνώσης όχι με την αλαζονεία της πρωτοπορίας, το δογματισμό και τις προκαταλήψεις. Το ερώτημα είναι απλό και σαφές. Μπορούμε να κάνουμε πολιτική, να σχεδιάζουμε το μέλλον αγνοώντας τα ιστορικά δεδομένα και τη σύγχρονη πραγματικότητα, όταν μάλιστα επικαλούμαστε διαρκώς την επιστημονικότητα και τον ορθολογισμό; Μπορούμε να μιλάμε απαξιωτικά για τη δυναμική των πολιτικοποιημένων χριστιανών και τη συμβολή τους στην κοινωνική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο διαχρονικά αλλά και στο διάστημα των τελευταίων δεκαετιών όταν η διεθνής εμπειρία, η πληροφόρηση, η βιβλιογραφία μιλάει για το αντίθετο; Στο βιβλίο «Χριστιανισμός και Πολιτική» αφιερώνω ένα εκτενές κείμενο σε αυτή την πονεμένη ιστορία προσπαθώντας να συμβάλω, στην άρση των όποιων παρεξηγήσεων.
Πηγή: Libre.gr