«Εισαγωγικά θα ήθελα να κάνω ένα γρήγορο σχόλιο σχετικά με όσα συμβαίνουν στη Βουλή γύρω από το θέμα της επιστολικής ψήφου», ανέφερε στις πρώτες του κουβέντες ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην εισαγωγική του τοποθέτηση στο υπουργικό συμβούλιο.
«Είναι μια πάρα πολύ σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία διευκολύνει πρωτίστως τους εκτός επικρατείας Έλληνες να συμμετέχουν στις ευρωεκλογές, χωρίς μετακινήσεις, χωρίς έξοδα, απ’ όπου και αν κατοικούν.
Πιστεύω ότι είναι και μία σημαντική ευκαιρία συναίνεσης, στην οποία όμως, για λόγους που πραγματικά δυσκολεύομαι να καταλάβω και το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ γυρίζουν την πλάτη καθώς φαίνεται, καταψηφίζοντας το νομοσχέδιο. Αν και είχαν αρχικά συμφωνήσει σε αυτό, και ειλικρινά απορώ και με την παλινωδία αλλά και με τη σκόνη που σηκώθηκε γύρω από το θέμα αυτό.
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η αντιπολίτευση αρνείται συλλήβδην ένα σχέδιο νόμου, με αφορμή μια τροπολογία που κατατέθηκε στην αρχή της σχετικής συζήτησης και η οποία βελτιώνει το νομοσχέδιο. Και πώς γίνεται άραγε να συμφωνούμε με την επιστολική ψήφο στις ευρωεκλογές και να μη συμφωνούμε με την επιστολική ψήφο στις εθνικές; Δηλαδή, η φωνή των πολιτών έχει άλλη σημασία στις δύο κάλπες;
Και εν πάση περιπτώσει υπάρχει ένας πολύ απλός τρόπος να ξεπεραστεί η όποια αντίρρηση γύρω από το ζήτημα αυτό: ας υπερψηφίσουν το νομοσχέδιο και ας καταψηφίσουν την τροπολογία.
Πάντως, σήμερα, ασχέτως των εξελίξεων, με πρωτοβουλία αυτής της κυβέρνησης γίνεται ένα πολύ σημαντικό, ιστορικό βήμα για την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου, καταρχάς στις ευρωεκλογές.
Και να είστε σίγουρες και σίγουροι ότι αργά ή γρήγορα θα γίνει και το δεύτερο βήμα. Η συγκεκριμένη τροπολογία, αν απορριφθεί σήμερα, θα επανέλθει, και θα επανέλθει μετά τις ευρωεκλογές.
Και μετά θα φανεί πραγματικά ποιος θέλει να δοθεί τελικά η δυνατότητα στους συμπολίτες μας που κατοικούν στο εξωτερικό να ψηφίζουν με επιστολική ψήφο και ποιος βρίσκει δικαιολογίες και προσχήματα. Οι πολίτες μάς βλέπουν, μας ακούν και ευτυχώς μπορούν να κρίνουν και να συγκρίνουν», σημείωσε ο πρωθυπουργός για την επιστολική ψήφο.
«Περνώ τώρα στην ημερήσια διάταξη του σημερινού Υπουργικού Συμβουλίου, που πάλι έχει ως επίκεντρο τον μόνιμο κυβερνητικό μας στόχο, που δεν είναι άλλος από την βελτίωση της καθημερινότητας, με μεταρρυθμίσεις που εκσυγχρονίζουν συνολικά τη χώρα, συγκλίνοντας ολοένα και περισσότερο με την Ευρώπη», είπε στη συνέχεια ο κ. Μητσοτάκης.
«Είναι κάτι που πρέπει να σας πω ότι αναγνωρίζεται διεθνώς, όπως διαπίστωσα και πρόσφατα στο Νταβός. Κοινό συμπέρασμα ήταν και εκεί ότι η Ελλάδα πλέον αντί να φοβίζει, μαγνητίζει και το ενδιαφέρον για την πορεία της οικονομίας μας υπήρξε πάρα πολύ σημαντικό.
Και στις συναντήσεις που έκανα με όλους τους επενδυτές, είναι φανερό ότι η επενδυτική βαθμίδα λειτουργεί ήδη ως ένα πρόσθετο κίνητρο για να δραστηριοποιηθούν στη χώρα. Μια εξέλιξη που θα φέρει ακόμα περισσότερες επενδύσεις, περισσότερες καλοπληρωμένες δουλειές και φυσικά θα φέρει ανάπτυξη, η οποία με τη σειρά της φέρνει περισσότερα δημόσια έσοδα για στήριξη του εισοδήματος και για μια πιο στοχευμένη και αποτελεσματική κοινωνική πολιτική», υπογράμμισε και πρόσθεσε: «Αναφέρω ένα παράδειγμα μόνο: πριν από δύο μέρες, οι δύο συναρμόδιοι Υπουργοί, ο κ. Χατζηδάκης και η κα Ζαχαράκη, ανακοίνωσαν τη μόνιμη αύξηση του επιδόματος γέννησης από τα 2.000 ευρώ στα 2.400, έως 3.500 ευρώ ανάλογα με τα παιδιά που έχει η κάθε οικογένεια.
Το μέτρο αφορά περίπου 75.000 νέες γεννήσεις ετησίως -θα θέλαμε και ελπίζουμε να είναι περισσότερες- ενισχύοντας έτσι ισάριθμες οικογένειες σε όλη τη χώρα. Και μάλιστα αποδίδω ιδιαίτερη σημασία ότι θα έχει αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 2023. Θα περιλάβει δηλαδή και εκείνες τις οικογένειες που απέκτησαν παιδί τον περασμένο χρόνο και γνωρίζουμε καλά ότι επιβαρύνονται ήδη από το αυξημένο κόστος των βρεφικών ειδών.
Πιστεύω ότι αυτή η πρωτοβουλία αποδεικνύει ότι η καλή πορεία της οικονομίας μας, όπως είπε και ο Υπουργός, μας επιτρέπει να συνδυάζουμε αναχώματα κατά της ακρίβειας με τη συνολική μας πολιτική για την οικογένεια.
Είναι μια στρατηγική πολύμορφη, πολυεπίπεδη, η οποία πολύ σύντομα θα ενταχθεί σε μια ενιαία στρατηγική για το δημογραφικό.
Όμως, η πρόοδος μιας οικονομίας και η ευημερία των πολιτών μιας κοινωνίας δεν μετριούνται αποκλειστικά με εισοδηματικούς όρους, δεν μετριούνται αποκλειστικά με μακροοικονομικούς δείκτες.
Δικό μας όραμα είναι η ανάπτυξη και η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος να συνοδεύονται ταυτόχρονα με περισσότερη ελευθερία, περισσότερη δικαιοσύνη, περισσότερη ισότητα, περισσότερη ασφάλεια. Από τη διαρκή εμβάθυνση της δημοκρατίας που μειώνει τελικά τις διακρίσεις και μειώνει τις ανισότητες.
Διαφορετικά τι νόημα έχει να αυξάνεται το ΑΕΠ της χώρας, χωρίς αυτό να διαχέεται τελικά σε όλους τους πολίτες, χωρίς να συνοδεύεται από ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες, χωρίς να μπορεί κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας να ζουν ελεύθερα ως Ευρωπαίοι πολίτες στην πατρίδα μας, αντί να μένουν σε κάποια άλλη χώρα μόνο και μόνο επειδή εδώ δεν υπάρχουν βασικά δικαιώματα που αναγνωρίζονται από δεκαετίες σε άλλα κράτη;».
«Κράτος δικαίου δεν νοείται χωρίς τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης»
Ακολούθως ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισήμανε: «Η χώρα μας, θέλω να θυμίσω, «ανήκει πολιτικά, αμυντικά, οικονομικά, πολιτισμικά εις τη Δύση», όπως τόνιζε και ο ιδρυτής της παράταξής μας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Και οι αξίες μας είναι η μήτρα του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού.
Γι’ αυτό και το όραμά μας είναι η Ελλάδα να ανήκει στα κράτη εκείνα που αποδίδουν την ίδια σημασία όχι μόνο στην οικονομική ή στην αμυντική ισχύ, αλλά και στις ατομικές ελευθερίες, τα δικαιώματα των πολιτών και φυσικά στο κράτος δικαίου».
Επ αυτού μίλησε για το νομοσχέδιο που αφορά στην επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης: «Και μιας και μιλάμε για κράτος δικαίου, να πούμε ότι κράτος δικαίου δεν νοείται χωρίς τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης. Και με τη γενναία αναμόρφωση του δικαστικού χάρτη που θα εισηγηθεί σε λίγο ο αρμόδιος Υπουργός, με την ενοποίηση των Ειρηνοδικείων και των Πρωτοδικείων, ολοκληρώνουμε μία μεταρρύθμιση που εκκρεμεί εδώ και 100 χρόνια και για την οποία πρώτος είχε μιλήσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Σκοπός μας είναι να ξεπεραστούν εσωτερικές αδυναμίες του συστήματος και οι δικαστικές αποφάσεις να εκδίδονται πολύ πιο γρήγορα. Δεν υστερούμε σε αριθμό δικαστών έναντι της υπόλοιπης Ευρώπης, αλλά εδώ η εκδίκαση των υποθέσεων απαιτεί τετραπλάσιο, πενταπλάσιο χρόνο. Μερικές φορές τέσσερα, πέντε, επτά, οκτώ, δέκα χρόνια. Τέτοιου είδους καθυστερήσεις, όμως, πρακτικά ισοδυναμούν με αρνησιδικία.
Συνεπώς, οι αλλαγές που εισηγείται το αρμόδιο Υπουργείο είναι κρίσιμες. Θα υλοποιηθούν με την τεχνική βοήθεια της Παγκόσμιας Τράπεζας και με εξασφαλισμένους πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και, όπως θα ακούσετε και στη συνέχεια, έχει γίνει μια λεπτομερής δουλειά από την ομάδα του Υπουργείου.
Είναι μία πάρα πολύ σημαντική μεταρρύθμιση, την οποία πρέπει όλοι να στηρίξουμε με πολύ μεγάλη πειθώ».
«Δεν επιτρέπεται να υπάρχουν «παιδιά ενός κατώτερου θεού»»
Επιπλέον μίλησε για το νομοσχέδιο που αφορά στο γάμο των ομόφυλων : «Τέλος, ο Υπουργός Επικρατείας θα παρουσιάσει τη ρύθμιση για την ισότητα στον πολιτικό γάμο. Είναι μία ρύθμιση που, ανατρέποντας τη συνηθισμένη φορά και σειρά των πραγμάτων, έχουμε συζητήσει εκτενώς ήδη με τους βουλευτές μας. Είναι ένα σημαντικό βήμα με το οποίο επιδιώκεται η ισοτιμία όλων των πολιτών, όπως την προσδιόρισα και στην αρχή.
Κυρίως, όμως, επιδιώκεται η προστασία των παιδιών των ομόφυλων γονέων που ήδη υπάρχουν. Τα παιδιά αυτά πρέπει να έχουν τα ίδια δικαιώματα με όλα τα άλλα παιδιά.
Θέλω να θυμίσω ότι μιλάμε για κάτι το οποίο ισχύει ήδη σε 36 χώρες, σε πέντε ηπείρους, χωρίς πουθενά να φαίνεται ότι έβλαψε την κοινωνική συνοχή και την κυβερνητική αρμονία. Και θέλω να εκφράσω και την ικανοποίησή μου ότι όλο αυτό το διάστημα αυτή η μεταρρύθμιση συζητήθηκε νηφάλια και χωρίς ακρότητες μέσα στην ελληνική κοινωνία. Συζητήθηκε και στο εσωτερικό των κομμάτων και είμαι πολύ ικανοποιημένος γιατί και η παράταξή μας κατέκτησε αυτή τη διαδικασία της ώριμης διαβούλευσης, αντί του ισοπεδωτικού μέτρου της κομματικής πειθαρχίας.
Σε αυτόν τον διάλογο ακούστηκαν όλες οι απόψεις και σέβομαι όλες τις απόψεις. Ακούστηκαν οι απόψεις της παράδοσης, της εξέλιξης, αλλά και της δικής μας πλευράς που πιστεύω ότι εντάσσει την παράδοση στην εξέλιξη.
Ακούστηκαν όμως και φωνές που δεν είχαν ακουστεί μέχρι σήμερα, κυρίως των ομόφυλων γονέων που θα μπορούν επιτέλους να κοιμούνται ήσυχοι το βράδυ, απαλλαγμένοι από το φόβο ότι αν τους συμβεί κάτι, το παιδί τους δεν θα καταλήξει στον άλλο γονέα αλλά θα βρεθεί σε κάποιο ίδρυμα.
Και είναι επίσης πολύ σημαντικό ότι στα πλαίσια αυτού του δημόσιου διαλόγου εξηγήθηκε, πιστεύω λεπτομερώς, τι δεν κάνει το νομοσχέδιο: δεν μεταβάλλει το ισχύον πλαίσιο της παρένθετης κύησης, δεν το επεκτείνει ουσιαστικά στα ομόφυλα ζευγάρια και αποκλείει τους χαρακτηρισμούς «Γονέας 1» και «Γονέας 2». Γιατί -θέλω να το τονίσω- η Ελλάδα δεν θα γίνει ένα εργαστήρι πολιτικών που δεν εφαρμόζονται παρά μόνο σε ελάχιστες χώρες του κόσμου.
Με λίγα λόγια, η νέα ρύθμιση προσθέτει δικαιώματα σε μερικούς, χωρίς, όμως, να αφαιρεί κανένα δικαίωμα από τους πολλούς. Είναι κάτι που απαιτεί, άλλωστε, και η ευαισθησία της Δημοκρατίας μας, στην οποία δεν επιτρέπεται να υπάρχουν πολίτες δύο κατηγοριών και σίγουρα δεν επιτρέπεται να υπάρχουν «παιδιά ενός κατώτερου θεού».
Ένα θέμα, λοιπόν, ισότητας δεν προσφέρεται, θα το ξαναπώ, για διχαστικές προκλήσεις και σίγουρα δεν προσφέρεται και για υπερβολικές μεγεθύνσεις. Κι έτσι υποδέχομαι και τις θέσεις της Εκκλησίας, τις οποίες σέβομαι απόλυτα. ‘Αλλωστε, αυτή η κυβέρνηση έχει δώσει πολλές πρακτικές λύσεις σε ανάγκες του κλήρου που εκκρεμούσαν εδώ και δεκαετίες.
Ωστόσο, εδώ θέλω να είμαι σαφής: αναφερόμαστε σε επιλογές της Πολιτείας. Όχι σε θεολογικές πεποιθήσεις. Και παλαιότερα, άλλωστε, με την Εκκλησία είχαμε διαφορετικές οπτικές για τον πολιτικό γάμο, για την καύση των νεκρών, για το θέμα των ταυτοτήτων.
Η ζωή, ωστόσο, απέδειξε ότι οι αλλαγές αυτές ήταν ώριμες. Δεν έβλαψαν ούτε την κοινωνία, δεν έβλαψαν ούτε τελικά τη συνεργασία Πολιτείας και Εκκλησίας και είμαι σίγουρος ότι έτσι θα γίνει και τώρα».
Κλείνοντας σημείωσε πως η ημερήσια διάταξη του υπουργικού δεν είναι μονοθεματική.
«Και σωστά, γιατί κάθε ζήτημα έχει το δικό του ειδικό βάρος, τη δική του εμβέλεια ανάμεσα στα πολλά άλλα τα οποία απασχολούν τους πολίτες. Και εμείς σήμερα έχουμε να συζητήσουμε πολλά από αυτά. Οπότε μπορούμε να ξεκινήσουμε τη συνεδρίασή μας», συμπλήρωσε.