Επίσκεψη στο υπουργείο Εθνικής ‘Αμυνας θα πραγματοποιήσει αύριο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Στέφανος Κασσελάκης προκειμένου, όπως αναφέρει η ανακοίνωση του κόμματος “να ενημερωθεί, μεταξύ άλλων, για τα εξοπλιστικά προγράμματα που περιέχονται στην επιστολή Μπλίνκεν, στα οποία συμπεριλαμβάνεται αγορά αεροσκαφών F35 αξίας 8,2 δισ.”.
Στην ανακοίνωσή του ο υπεύθυνος του τομέα Εθνικής ‘Αμυνας Ευάγγελος Αποστολάκης, αναφέρει ποια πρέπει να είναι κριτήρια για τα προγράμματα αυτά:
– να ικανοποιούν υπαρκτές επιχειρησιακές ανάγκες στη βάση ενός ολοκληρωμένου και μελετημένου σχεδιασμού που να στηρίζεται στην προτεραιοποίηση, στις εισηγήσεις των Γενικών Επιτελείων, στην αξιοποίηση νέων τεχνολογιών και στην διαφάνεια
– να υπάρχει άμεση σύνδεση με την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, ώστε οι Ένοπλες Δυνάμεις να μην καθίστανται απλοί πελάτες ξένων αμυντικών βιομηχανιών αλλά να δημιουργείται προστιθέμενη αξία για τη χώρα τόσο οικονομικά όσο και σε επίπεδο τεχνολογίας και τεχνογνωσίας
– να πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας και της αναγκαίας ανάπτυξης του κοινωνικού της κράτους.
Πέραν αυτών αναφέρει ο κ. Αποστολάκης, “ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναμένει ενημέρωση από την Κυβέρνηση αναφορικά με το εάν – όπως ισχυρίζεται συστηματικά εδώ και μήνες- έχουν τεθεί όροι από τις ΗΠΑ προς στην Τουρκία στο πλαίσιο του προγράμματος πώλησης και εκσυγχρονισμού F16 που ενέκρινε”. Σημειώνει πάντως ότι “προς το παρόν, στις δηλώσεις των προέδρων των Επιτροπών της Γερουσίας και του Κογκρέσου των ΗΠΑ δεν υπάρχει καμία απολύτως αναφορά στην επιβολή όρων για την μη χρήση των αεροσκαφών κατά της Ελλάδας και της Κύπρου”.
Υποστηρίζει ακόμη ότι “ο ελληνικός λαός έχει δικαίωμα να γνωρίζει πως η ανακοίνωση του πρωθυπουργού περί “δωρεάν” παραχώρησης εξοπλισμού από τις ΗΠΑ, βρίθει ανακριβειών καθώς τα εξοπλιστικά αυτά – που θεωρούνται παρωχημένα από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις – είναι βέβαιο ότι χρήζουν αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού προκειμένου να καταστούν επιχειρησιακά ικανά. Δεν είναι βέβαιο δε ούτε ότι η απόκτησή τους βασίζεται στις ανάγκες των επιτελείων, ούτε ότι η στρατιωτική ηγεσία την θεωρεί χρήσιμη”.
Κλείνοντας υπογραμμίζει: “Συζητάμε για μεγάλες επιπρόσθετες δαπάνες για εξοπλιστικά προγράμματα, ενώ την ίδια στιγμή δεν έχουν ικανοποιηθεί τα αιτήματα των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και μάλιστα σε μια χρονική συγκυρία όπου ο αριθμός των παραιτήσεων στελεχών του Πολεμικού Ναυτικού εμφανίζεται ιδιαίτερα αυξημένος. Οι παραιτήσεις αυτές σηματοδοτούν την ανάγκη για άμεση επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι άνδρες και οι γυναίκες των Ενόπλων Δυνάμεων καθώς και οι οικογένειές τους”.