«Πολιτικό θράσος, λογικές ακροβασίες και κομπογιαννίτικη προσέγγιση στην οικονομική πολιτική», καταλόγισε στον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, απαντώντας σήμερα σε ερώτηση του βουλευτή Νίκου Παππά για την αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τις τράπεζες.
Ο κ. Χατζηδάκης είπε ότι αποδέχεται την πρόταση της αντιπολίτευσης να γίνει συνεδρίαση της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής για το θέμα της αποεπένδυσης, παρουσία εκπροσώπων του ΤΧΣ και της Τράπεζας της Ελλάδος. Επανέλαβε, επίσης τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί στη Βουλή, σύμφωνα με τα οποία το Δημόσιο έχει όχι μόνο λογιστικό αλλά και, κυρίως, γενικότερο όφελος από την αποεπένδυση. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, για τη διάσωση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, το Ελληνικό Δημόσιο – μέσω του ΤΧΣ- έχει καταβάλλει συνολικά 30,9 δισ. ευρώ, ενώ το όφελος που είχε είναι:
– 28,2 δισ. από το κούρεμα ομολόγων (πρόγραμμα PSI) που κατείχαν οι 4 συστημικές τράπεζες.
– 3,8 δισ. ευρώ από την εξαγορά των μετατρέψιμων ομολογιών (CoCos).
– 1,5 δισ. από τις αποεπενδύσεις που έγιναν μέχρι σήμερα χωρίς να έχει ολοκληρωθεί ακόμη το πρόγραμμα.
Σύμφωνα με τον υπουργό, το γενικό σύνολο είναι 33,5 δισ. ευρώ, δηλαδή το όφελος του Δημοσίου σε σχέση με τα 30,9 δισ. ευρώ που έδωσε για την ανακεφαλαιοποίηση είναι 2,6 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα μερίσματα 2013 – 2023, ύψους 5,5 δισ. ευρώ που κατέβαλλε η Τράπεζα της Ελλάδας στο Δημόσιο, κυρίως λόγω της παροχής έκτακτης ενίσχυσης ρευστότητας προς το τραπεζικό σύστημα μέσω του ELA. Επιπλέον, όπως είπε, με τη διάσωση των συστηματικών τραπεζών, διασώθηκαν οι καταθέσεις των Ελλήνων πολιτών, που ήταν περίπου δεκαπλάσιες από το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης και προστατεύθηκαν επιχειρήσεις και νοικοκυριά από την κατάρρευση.
Ο κ. Χατζηδάκης τόνισε πως τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα της αποεπένδυσης σε Eurobank, Alpha και Εθνική Τράπεζα αποδεικνύουν την ορθότητα των επιλογών της κυβέρνησης, ενώ παρουσίασε τέσσερις λόγους για τους οποίους πρέπει να συνεχιστεί σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα:
– Πρώτον, η συγκυρία μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης είναι ευνοϊκή.
– Δεύτερον, με αυτόν τον τρόπο επισπεύδεται η επιστροφή του τραπεζικού συστήματος στην κανονικότητα.
– Τρίτον, γιατί η ίδια η διαδικασία της αποεπένδυσης επιδρά θετικά στο τραπεζικό σύστημα και στην οικονομία, λειτουργώντας αναπτυξιακά.
– Τέταρτον, διότι με δεδομένους τους αυξημένους γεωπολιτικούς κινδύνους και τη διεθνή ρευστότητα, η αγνόηση της παρούσας θετικής συγκυρίας θα ήταν μια αδικαιολόγητη επιπολαιότητα.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ προτείνει να μην εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες, αλλά να μείνουμε με τα χέρια σταυρωμένα, αμήχανοι και σαστισμένοι επί 1,5 χρόνο για να έλθει το τέλος του 2025 οπότε και με το νόμο που ίσχυε επί ΣΥΡΙΖΑ λήγει η λειτουργία του ΤΧΣ. Και τότε να κινηθούμε βιαστικά. Αυτό δεν είναι οικονομική πολιτική, είναι κομπογιαννίτικη προσέγγιση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης και σχολίασε: «Και η κριτική έρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ που με τις ακροβασίες του 2015 οδήγησε σε φυγή δισεκατομμυρίων, έκλεισε τις τράπεζες, οδήγησε σε μια αχρείαστη ανακεφαλαιοποίηση και προκάλεσε την κατάρρευση της αξίας της συμμετοχής του ΤΧΣ στις τέσσερις συστημικές τράπεζες στα 2,4 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2015. Δηλαδή μειώθηκε κατά 18 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2014. Αποτελεί πολιτικό θράσος να ελέγχετε τη σημερινή κυβέρνηση που επιχειρεί να ανατάξει το ζήτημα και το πετυχαίνει κάθε μέρα περισσότερο».
Ο βουλευτής και τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς υπογράμμισε την ανάγκη να συζητηθεί, στις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές, το ζήτημα της αποεπένδυσης του Δημοσίου από τις τράπεζες. Αναφέρθηκε σε μελέτη του ΚΕΠΕ «που λέει ότι το δημόσιο χάνει 40 δισ. ευρώ από αυτή την κίνηση». «Εσείς πουλήσατε μετοχές τραπεζών. Οι τράπεζες, τον χρόνο που μας πέρασε, όλες έχουν καταγράψει, κάθε μια ξεχωριστά, κέρδη πάνω από 1 δισ. ευρώ. Το δημόσιο θα μπορούσε να περιμένει δυνητικά πάνω από 750 εκατομμύρια ευρώ μέρισμα», είπε ο τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ και πρόσθεσε πως, έστω και αν συμφωνήσει κανείς με την ιδιωτικοποίηση, αν η κυβέρνηση πουλούσε σήμερα τις μετοχές των τραπεζών, θα έβγαζε το δημόσιο μισό δισεκατομμύριο παραπάνω.
«Το μόνο που δεν μας είπε ο κ. Χατζηδάκης είναι να ευγνωμονούμε τις τράπεζες και για τον ELA, ο οποίος είναι μια ειδική υπηρεσία ρευστότητας. Δεν πρέπει να πληρώνουν οι τράπεζες;», είπε ο Νίκος Παππάς και πρόσθεσε ότι ακόμη και για τα 50 δισ. ευρώ που πήραν οι τράπεζες από την ΕΚΤ, για την ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τα… «κλωσάγανε», «βάλανε στην τσέπη 500 εκατομμύρια και μάλιστα χωρίς να δούνε χρηματοδότηση οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ σχολίασε επίσης ότι επιβεβαιώνεται, από όσα είπε ο υπουργός, ότι από το PSI «δεν κερδίσαμε τίποτα» και τεκμηριώθηκε ότι «υπήρχαν κάποια χρωστούμενα τα οποία τώρα πρέπει να τα επιστρέψουμε, δια της αποχώρησης από το μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών».