Τα όρια που τίθενται σε μια Δημοκρατία δεν είναι το τέλος, είναι η αρχή της Δημοκρατίας.
Της Μάρθας Θώμου*
«Και γεννάται εδώ, το «εύλογο» ερώτημα, ποιος θα χαρακτηρίσει μια άποψη φανατική; Μια απόδειξη υπάρχει εδώ: Αν αυτή χωρίζει τον κόσμο σε «εμείς» και «αυτοί» κι αν συνεχίζοντας καλεί σε εκκαθάριση «αυτών», τότε η ανεκτικότητα και η δημοκρατία καλούνται να προστατέψουν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους. Στην Πραγματεία περί Ανεκτικότητας (1763), ο Βολταίρος, ζητά να αντιταχθούμε σε κάθε κακό, ακόμη κι αν αυτό μπορεί στο μέλλον να φέρει καλά αποτελέσματα και ότι, δεν μπορεί να υποστηρίζεις πως «υπάρχουν εννιακόσια εκατομμύρια μικρά μυρμήγκια σαν εμάς στη γη, αλλά μόνο η δική μου μυρμηγκοφωλιά είναι αγαπητή στον Θεό. Όλες οι άλλες του προκαλούν απέχθεια εις τους αιώνας των αιώνων. Μόνο αυτή θα είναι ευτυχισμένη, ενώ όλες οι άλλες θα είναι δυστυχισμένες στην αιωνιότητα».
Η Πραγματεία περί ανεκτικότητας είναι ένα εμβληματικό έργο που εκφράζει όσο λίγα το πνεύμα του Διαφωτισμού. Γράφτηκε με αφορμή μιαν από τις πολλές υποθέσεις θρησκευτικής μισαλλοδοξίας της εποχής, την άδικη καταδίκη και μαρτυρική θανάτωση ενός αθώου, του προτεστάντη Ζαν Καλάς. Η επιχειρηματολογία του Βολταίρου υπέρ της ανεκτικότητας στηρίζεται κυρίως στη διάγνωση της αδυναμίας και των ορίων του ανθρώπινου λόγου. Ακριβώς επειδή είμαστε αδαείς και η γνώση μας θα είναι πάντοτε ατελής ή ακόμα και εσφαλμένη, οφείλουμε να είμαστε ανεκτικοί και επιεικείς και να συγχωρούμε τις “πλάνες” και τα “λάθη” των άλλων.
Με το έργο του αυτό, ο Βολταίρος δεν στοχάζεται την ανεκτικότητα αυτή καθαυτή, αλλά σε σχέση με τους μεγάλους εχθρούς της, τη μισαλλοδοξία και τον φανατισμό. Αλλά μήπως, όμως, η τελευταία είναι τέκνο του φυσικού ή του θετού δικαίου; Τι είναι όμως, φυσικό και θετό δίκαιο; Το ευαγγελικό «μην κάνεις ό, τι δεν θα ήθελες να σου κάνουν» ή το μισαλλόδοξο «τέρας, δεν έχεις τη δική μου θρησκεία, άρα δεν έχεις καθόλου θρησκεία»; Το πρώτο φυσικά!.
Από όλες τις λέξεις που αφορούν στον σύγχρονο πολιτισμό, η ανεκτικότητα είναι εκείνη που θα μας απασχολήσει και θα καθορίσει, εν πολλοίς, το βαθμό επιτυχίας (ή αποτυχίας) ευάριθμων και μεγαλεπήβολων πρότζεκτ του 21ου αιώνα, με πρώτο και καλύτερο το μεταμοντέρνο εγχείρημα της Ενωμένης Ευρώπης. Πρόκειται για μια λέξη γρίφος, γιατί ακριβώς έχει αρκετά ασαφή όρια. H ανεκτικότητα δεν αναφέρεται όμως, σε σαφώς ξεκαθαρισμένες καταστάσεις, αλλά εκεί, όπου παρατηρείται ασάφεια. Αποκορύφωμα αυτών των εξελίξεων είναι η πολυπολιτισμική εποχή μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, έχει να επιδείξει, για την ώρα τουλάχιστον, κάποιο consensus γύρω από τον όρο.
Έχει να κάνει με τον καθορισμό ενός ορίου (προς τα πάνω ή προς τα κάτω) μέσα στο οποίο μπορεί να θεωρηθεί ανεκτή μια διαφορά τιμής ανάμεσα σε ό,τι έχει σχεδιαστεί και σε ό,τι έχει παραχθεί/κατασκευαστεί. Το πού τοποθετούνται οι «κόκκινες γραμμές» είναι πολύ σχετικό, γιατί τα όριά τους είναι διαρκώς μεταβαλλόμενα από χώρα σε χώρα, από εποχή σε εποχή, από θρησκεία σε θρησκεία και από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Μάλιστα, όσο πυκνώνουν τα συμπτώματα του οικουμενισμού, άλλο τόσο θα δυσχεραίνει και η διαχείριση θεμάτων που αφορούν στα φύλα, τις φυλές, τα θρησκευτικά πιστεύω, τις ηθικές αξίες, τη χρήση της γλώσσας κλπ..
Ακολούθως, τώρα “ήρθε η ώρα να γίνει το σωστό και το πρέπον” και ουσιαστικά να γκρεμιστούν οι έννοιες όπως η «πυρηνική» ελληνική οικογένεια και τα σύμβολα όπως τα γονεϊκά πρότυπα και των δύο φύλων.
Η διευθέτηση του ζητήματος με την αναγνώριση των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, συμβαδίζει σταθερά με το δημοκρατικό πρόσημο των κοινωνιών και προσδίδει σ’ αυτές περαιτέρω φιλελεύθερα χαρακτηριστικά, τα οποία είναι απαραίτητα προκειμένου να πειστούν οι Βρυξέλλες ότι εξευρωπαϊζόμαστε κι ότι η Ελλάδα υιοθετεί αυτό, που στη Δύση αποκαλείται, «κουλτούρα της αφύπνισης» («woke culture»).
Τα όρια της ανεκτικότητας θέτουν ωστόσο, και κρίσιμα ερωτήματα:
- Το δικαίωμα τεκνοθεσίας και ελεύθερης πρόσβασης στις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής αφορά σε όλους ανεξάρτητα από φύλο και σεξουαλικό προσανατολισμό; Πρέπει να επιβάλουμε όρια στην ελευθερία της έκφρασης στο όνομα της αξιοπρέπειας του ανθρώπου(πολιτική ορθότητα); Πρέπει να αποδεχόμαστε θρησκευτικά σύμβολα (πχ νικάμπ ή μπούρκα) στον δημόσιο χώρο; Μπορούμε να ανεχόμαστε τους αρνητές της ανεκτικότητας;
- Αν όλα εντέλει, είναι σχετικά και αν σε όλα επικρατεί ανεκτικότητα, τότε μελλοντικά, η πολυγαμία, και, γιατί όχι, η παιδοφιλία και η κτηνοβασία, μπορούν να αποποινικοποιηθούν; Για παράδειγμα, στην Ολλανδία έχει ιδρυθεί κίνημα παιδεραστών. Στο δε, όνομα της ανεκτικότητας της διαφορετικότητας λειτουργούν οίκοι ανοχής για κτηνοβάτες στη Γερμανία.
- Μπορούμε, άραγε, να ανεχόμαστε ακόμη και το μη ανεκτό, και σε ποιο επίπεδο; Τί γίνεται αν, η υπερβολικά αυστηρή επιμονή στην ανεκτικότητα, έχει ως αποτέλεσμα μια λιγότερο ανεκτική κοινωνία;
Τα όρια που τίθενται σε μια Δημοκρατία δεν είναι το τέλος, είναι η αρχή της Δημοκρατίας.
Παρά το ότι, ενδεχομένως, υπάρχουν ασάφειες και ερωτηματικά, και μολονότι η ανεκτικότητα δεν σημαίνει κατάργηση κάθε ορίου, οφείλουμε να την υπερασπιζόμαστε σθεναρά, απέναντι σε κάθε προσπάθεια παράκαµψής της, διαφορετικά απειλείται η ίδια η ύπαρξη της πλουραλιστικής κοινωνίας μας.
Κυρίως δε, οφείλουμε να την υπερασπιζόμαστε επειδή είμαστε όλοι άνθρωποι, και συνεπεία της ανθρώπινης ιδιότητάς μας, είμαστε αδύναμοι, κάνουμε λάθη, ζούμε με απόψεις και η γνώση μας θα είναι πάντοτε ατελής ή ακόμα και εσφαλμένη και κατ΄ επέκταση, όλοι θα χρειαστούμε μιας μορφής ανεκτικότητα κάποια στιγμή στη ζωή μας.
Ανεκτικότητα, λοιπόν, ως «ελάσσων αρετή», που ταιριάζει στη σημερινή μας εποχή. Ασφαλώς μάς ενοχλεί, καθόσον δεν είναι το Ιδεώδες, το μέγιστο! Αλλά, οπωσδήποτε, είναι ένα ελάχιστο, πολύ καλύτερο από το τίποτα ! απέναντι στη μισαλλοδοξία και τον φανατισμό.
*Μάρθα Θώμου, Δικηγόρος, LL.M. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Αναδημοσίευση από το dikastiko.gr