Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Ου. Μπους πίστευε πως είχε διακρίνει «την ψυχή του». Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ εκτιμούσε πως του άξιζε μια θέση στο «επίσημο τραπέζι» και ο Εμανουέλ Μακρόν τον είχε προσκαλέσει για ώρες συζήτησης στη θερινή κατοικία των γάλλων προέδρων.
Στα πάνω από 24 χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία στη Ρωσία, οι δυτικοί ηγέτες συχνά πίστευαν πως είχαν καταλάβει τη στρατηγική του Βλαντίμιρ Πούτιν και είχαν υπερασπιστεί τη θέση της Μόσχας ως διεθνούς εταίρου.
Η προσέγγιση αυτή διαλύθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2022 με την εισβολή στην Ουκρανία.
Έπειτα από δύο χρόνια πολέμου, κανένας συμβιβασμός δεν διαφαίνεται ανάμεσα στην Ουκρανία, η οποία αντιμετωπίζει μεγάλες δυσχέρειες, και μια Ρωσία ενισχυμένη από τη διάβρωση της δυτικής υποστήριξης προς το Κίεβο και το ενδεχόμενο μιας επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο.
Διπλωμάτες και αναλυτές, στη Μόσχα ή από την πλευρά του Κιέβου και των υποστηρικτών του, συμφωνούν τουλάχιστον σε ένα σημείο: το 2024 θα είναι κι αυτό μια χρονιά πολέμου. Και όπως έχει σήμερα η σύγκρουση, «δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούν να διαπραγματευθούν οι εμπόλεμοι», αν δεν είναι μια «συνθηκολόγηση» του ενός ή του άλλου, συνοψίζει ο Φιοντόρ Λουκιάνοφ, διευθυντής του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας, ενός κέντρου σκέψης που πρόσκειται στο Κρεμλίνο.
Για το Κίεβο, είναι αδιανόητο να διαπραγματευθεί όσο τα ρωσικά στρατεύματα δεν έχουν αποσυρθεί από τα εδάφη που έχουν καταλάβει.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, από την πλευρά του, σίγουρος πως θα εκλεγεί για μια νέα θητεία στο Κρεμλίνο στις εκλογές του Μαρτίου, επαναλαμβάνει πως μια ήττα της Ρωσίας είναι «αδύνατη» και παίζει με το χρόνο παρατηρώντας την εξασθένηση της δυτικής στήριξης προς το Κίεβο.
«Ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να λάβουν χώρα παρά μόνο όταν η Ουκρανία θα είναι σε θέση ισχύος επί του πεδίου», υπογραμμίζει ένας ευρωπαίος διπλωμάτης. Κάτι που απέχει πολύ από το να συμβεί.
Δύο χρόνια αφότου αντιστάθηκε στην εισβολή που πραγματοποίησε στις 24 Φεβρουαρίου 2022 η Μόσχα, και στη συνέχεια απώθησε τις ρωσικές δυνάμεις και απελευθέρωσε εδάφη με μια θεαματική αντεπίθεσή του το φθινόπωρο 2022, ο ουκρανικός στρατός βρίσκεται «σε εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση» στις ανατολικές και τις νότιες περιοχές, παραδέχθηκε τη Δευτέρα ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, μετά την κατάληψη από τους Ρώσους της πόλης – συμβόλου Αβντιίβκα, στο Ντονμπάς.
Όσον αφορά τους πόρους, η ισορροπία είναι υπέρ της Ρωσίας, η οποία μπορεί, σύμφωνα με ουκρανικές πηγές, να στέλνει κάθε μήνα στο μέτωπο 30.000 νέους στρατιώτες και της οποίας η οικονομία μπήκε πλήρως το 2023 σε λειτουργία πολέμου.
Η αντιπολίτευση, η οποία έχει συνθλιβεί στη Ρωσία, έχασε την πιο διάσημη προσωπικότητά της, τον Αλεξέι Ναβάλνι, ο οποίος έχασε τη ζωή του σε ηλικία 47 ετών στην απομακρυσμένη φυλακή της Αρκτικής όπου ήταν φυλακισμένος – ένας θάνατος για τον οποίο η Δύση θεωρεί υπεύθυνο τον Πούτιν.
Αντίθετα η Ουκρανία, για την οποία ο πόλεμος άρχισε το 2014 στο Ντονμπάς με την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, είναι εξαντλημένη και δυσκολεύεται να προχωρεί σε επιστρατεύσεις. Έπειτα από δύο χρόνια εθνικής ενότητας χωρίς ρωγμές, οι πολιτικοστρατιωτικές διενέξεις αυξάνονται στο Κίεβο, με την αποχώρηση του πολύ δημοφιλούς αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων Βαλέρι Ζαλούζνι.
– Τραμπ, το εφιαλτικό σενάριο –
«Η Ρωσία αρχίζει να σκέφτεται πως μπορεί να κερδίσει», εκτιμά ο πολωνός αναλυτής Μάρεκ Μέντιζακ του Κέντρου Ανατολικών Σπουδών στη Βαρσοβία. «Αυτό το αίσθημα νίκης τροφοδοτείται από τη μείωση της δυτικής στρατιωτικής υποστήριξης και από την πολιτική συγκυρία» στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί ενδεχομένως να επανέλθει το Νοέμβριο στην προεδρία.
Για τον Μέντιζακ, ο οποίος μίλησε πρόσφατα σε μερικούς δημοσιογράφους, ο ρώσος πρόεδρος μπορεί να μπει στον πειρασμό «να αφήσει την Ουκρανία να αιμορραγεί» περιμένοντας τις αμερικανικές εκλογές.
Στην Ουάσινγκτον, κανένας δεν βλέπει βραχυπρόθεσμα διαπραγματεύσεις, ούτε σε δημόσιες ούτε σε ιδιωτικές συνομιλίες. «Πιστεύω πως ο Πούτιν δεν θα κάνει κάποιο σημνατικό βήμα προς την ειρήνη πριν δει το αποτέλεσμα των εκλογών μας», έλεγε στις αρχές Δεκεμβρίου ένας υψηλόβαθμος αμερικανός αξιωματούχος που ζήτησε να μην κατονομασθεί.
Μια ενδεχόμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο ανησυχεί τους Ουκρανούς και τους Ευρωπαίους. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, ο οποίος έχει διαβεβαιώσει πως, αν επανεκλεγεί, είναι ικανός να βάλει τέλος στη σύγκρουση «μέσα σε 24 ώρες», μπορεί επίσης να διακόψει τη βοήθεια προς την Ουκρανία.
«Ουδείς γνωρίζει ποια θα ήταν η εξωτερική πολιτική του Τραμπ, με πρώτο τον ίδιο τον Τραμπ», υπογραμμίζει η γαλλίδα πρώην διπλωμάτης Μαρί Ντιμουλέν του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), όμως το γεγονός ότι είναι απρόβλεπτος καθώς και οι παλιές φιλοφρονήσεις του προς τον Πούτιν προοιωνίζονται τα χειρότερα για το Κίεβο.
– Μείωση της υποστήριξης –
Κύριος υποστηρικτής του Κιέβου έχοντας αποδεσμεύσει περισσότερα από 110 δισεκ. δολάρια από το 2022, η Ουάσινγκτον αποτυγχάνει εδώ και μήνες να ψηφίσει νέα κεφάλαια για την Ουκρανία, κυρίως λόγω της πίεσης που ασκεί ο Ντόναλντ Τραμπ στα μέλη του κοινοβουλίου που τον υποστηρίζουν και έχουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η Ευρώπη, από την πλευρά της, η οποία παρέσχε στρατιωτική βοήθεια ύψους 28 δισεκ. ευρώ, δυσκολεύεται να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της και σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορέσει να καλύψει βραχυπρόθεσμα το αμερικανικό έλλειμμα.
Παρά τις διαβεβαιώσεις που επαναλαμβάνονται καθημερινά από τους ηγέτες των χωρών της ΕΕ, οι ενδείξεις κόπωσης πολλαπλασιάζονται, κυρίως από την πλευρά των ευρωπαίων αγροτών, που έχουν απελπισθεί από τον ανταγωνισμό από τα ουκρανικά προϊόντα.
Παρά τις σκοτεινές αυτές προοπτικές για την Ουκρανία, μια αλλαγή πορείας παραμένει πιθανή, εκτιμά δυτική στρατιωτική πηγή, για την οποία «η Ουκρανία αντέχει σταθερά σε ένα πόλεμο ο οποίος δεν έχει γυρίσει προς όφελος της Μόσχας», ενώ έχει καταφέρει «αδιάψευστες επιτυχίες» στη Μαύρη Θάλασσα και στη προσαρτημένη Κριμαία, όπου τους τελευταίους μήνες πολλαπλασιάζει τις επιθέσεις.
«Οι Ευρωπαίοι έχουν τη δυνατότητα να τεθούν σε διάταξη μάχης», εκτιμά η Μαρί Ντιμουλέν του ECFR, επικαλούμενη τη «χωρίς προηγούμενο» κινητοποίηση της ΕΕ το 2022, μετά την εισβολή. «Δεν έχουμε το δικαίωμα να μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια. Μια ήττα της Ουκρανίας εξακολουθεί να μπορεί να αποφευχθεί».
Τους πρώτους μήνες της σύγκρουσης, ο ρωσικός στρατός απέτυχε βέβαια να καταλάβει τις κύριες ουκρανικές πόλεις μ’ αυτό που υπολόγιζε ότι θα ήταν μια επίθεση αστραπή.
Όμως ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου επιδεικνύει σήμερα αυξανόμενη ικανοποίηση, φθάνοντας μέχρι το σημείο να διαβεβαιώσει στις αρχές Φεβρουαρίου πως μια στρατηγική ήττα της Ρωσίας είναι «εξ ορισμού αδύνατη». Τα στρατεύματά του εξουδετέρωσαν αυτό το καλοκαίρι μια ουκρανική αντεπίθεση και μεγάλα τμήματα εδάφους στη νότια και την ανατολική Ουκρανία παραμένουν στα χέρια της Ρωσίας, όπως και η χερσόνησος της Κριμαίας που προσαρτήθηκε το 2014. Την περασμένη εβδομάδα η Μόσχα πέτυχε εξάλλου μια συμβολική νίκη καταλαμβάνοντας την πόλη Αβντιίβκα στο Ντονμπάς.
– Ζωτικής σημασίας υποστήριξη προς την Ουκρανία –
Απέναντί του, οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν παύουν να επαναλαμβάνουν ότι δεν θέλουν να δουν τη Ρωσία να κερδίζει στην Ουκρανία.
«Ο πρόεδρος Πούτιν είναι πεπεισμένος ότι μπορεί να αντέξει περισσότερο από τη Δύση. Έγκειται συνεπώς σ’ εμάς να επιδείξουμε αποφασιστικότητα για να του αποδείξουμε πως έχει λάθος», σχολίαζε πρόσφατα ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος ζητώντας να μην κατονομασθεί.
Όμως η κατάσταση είναι σκοτεινή στο φιλοουκρανικό στρατόπεδο, που υπονομεύεται από τις διαιρέσεις και δεν μπορεί να κρατήσει τις υποσχέσεις του για αρωγή προς το Κίεβο.
Αλλά μόνο μια αυξημένη υποστήριξη σε μια Ουκρανία, που σύντομα θα αντιμετωπίζει ελλείψεις πυρομαχικών, μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα, εκτιμούν αναλυτές. Όμως αυτό δεν είναι εγγυημένο, τη στιγμή που οι αμερικανοί κοινοβουλευτικοί συγκρούονται πάνω σ’ ένα νέο πρόγραμμα αρωγής και όπου το ενδεχόμενο να επιστρέψει ο Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο ανησυχεί τους Ευρωπαίους. Οι τελευταίες επιθέσεις αυτού του τελευταίου εναντίον των κακοπληρωτών στο ΝΑΤΟ προοιωνίζονται τα χειρότερα για την αλληλεγγύη του με τα μέλη της Συμμαχίας απέναντι σε ενδεχόμενη ρωσική επίθεση.
Η Μόσχα και το Κίεβο «κάνουν αγώνα δρόμου για να ανοικοδομήσουν τις αμυντικές ικανότητές τους. Αν τα δυτικά κεφάλαια δεν αποδεσμευθούν, αν η Ρωσία πάρει το πλεονέκτημα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα έχει τη δυνατότητα να κάνει νέες προόδους», εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο η Αντρέα Κένταλ Τέιλορ, ερευνήτρια στο Center for New American Security, που έχει την έδρα του στην Ουάσινγκτον.
«Η δυναμική έχει αλλάξει», εκτιμά αυτή η αναλύτρια, υπογραμμίζοντας ότι «από τη σκοπιά του Πούτιν, το 2024 είναι μια κρίσιμη χρονιά».
– Ρωσικό «παράθυρο ευκαιρίας» –
Η Ουκρανία επίσης ανησυχεί για μια ενδεχόμενη δεύτερη προεδρική θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διαβεβαίωσε πέρυσι πως θέλει «να διευθετήσει αυτό τον πόλεμο μέσα σε 24 ώρες», αν επανεκλεγεί. Τα κόμματα της άκρας δεξιάς, πιο ήπια έναντι της Ρωσίας, βρίσκονται εξάλλου σε άνοδο στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Το έτος 2024 αντιπροσωπεύει κατά συνέπεια για τον Βλαντίμιρ Πούτιν ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για να επωφεληθεί από τις αδυναμίες της Δύσης, αναλύει η Τατιάνα Στανόβαγια, ιδρύτρια του γραφείου συμβούλων R. Politik.
Ο ρώσος ηγέτης στοιχηματίζει κυρίως σε «ένα προσωρινό πέριορισμό της δυτικής στρατιωτικής υποστήριξης, καθώς η παραγωγή πυρομαχικών δεν πρόκειται να επιταχυνθεί παρά στις αρχές του 2025», γράφει στο λογαριασμό της στην πλατφόρμα Telegram.
Οι Δυτικοί, από την πλευρά τους, στοιχηματίζουν στις εσωτερικές αδυναμίες της Ρωσίας, σε μια οικονομία επιβαρυμένη από τον πόλεμο, μια δημογραφία που φθίνει, τις πρώτες ενδείξεις κόπωσης της ρωσικής κοινής γνώμης από τη σύγκρουση και την έκταση των ανθρώπινων απωλειών, τις οποίες δυτικές πηγές υπολογίζουν σε 350.000 νεκρούς ή τραυματίες από τη ρωσική πλευρά.
«Η διατήρηση της εσωτερικής σταθερότητας απορροφά μεγάλο μέρος των προσπαθειών του Πούτιν», επισημαίνει η Νταρά Μασικό, ερευνήτρια του Ιδρύματος Κάρνεγκι για τη Διεθνή Ειρήνη, η οποία βλέπει μια «υπερβολική πεποίθηση» στον τόνο που χρησιμοποιούν τώρα οι ρώσοι αξιωματούχοι.
Όμως χωρίς μια σημαντική δυτική υποστήριξη, «δεν ξέρω σε ποιά διαπραγματευτική θέση θα βρεθούν οι Ουκρανοί. Αυτό θα ήταν τρομερό», τονίζει.