Γράφει ο Θοδωρής Μ. Γιάνναρος*
Η εκδήλωση δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα τείνει να θεωρείται φαινόμενο συνώνυμο των ζεστών και ξηρών καλοκαιριών, ενώ η εκδήλωση αγροτοδασικών συμβάντων κατά τη διάρκεια του χειμώνα αντιμετωπίζεται συχνά ως παράδοξο. Αν και δεν μπορεί (ακόμα) να καταγραφεί κάποια σαφής τάση, η εκδήλωση αγροτοδασικών πυρκαγιών, λιγότερο ή περισσότερο σημαντικών, κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών στη χώρα μας αποτελεί ένα φαινόμενο που προκαλεί προβληματισμό, εγείροντας ένα καίριο ερώτημα. Είναι οι αγροτοδασικές πυρκαγιές του χειμώνα στη Ελλάδα ένα οξύμωρο ή μία ανησυχητική αναδυόμενη πραγματικότητα;
Η εκδήλωση αγροτοδασικών πυρκαγιών κατά τη διάρκεια του χειμώνα στην Ελλάδα αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα που χρήζει προσεκτικής προσέγγισης σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του. Από τους κύριους παράγοντες, αν όχι ο κυριότερος, που συμβάλλουν στην εμφάνιση αυτών των κατά τα άλλα ανεπιθύμητων συμβάντων είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα. Παρά τις διαρκείς προειδοποιήσεις και τις εκστρατείες ευαισθητοποίησης από την Πολιτεία και άλλους εμπλεκόμενους φορείς, η απερίσκεπτη χρήση της φωτιάς παραμένει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα που η χώρα μας δεν έχει δυστυχώς επιλύσει ακόμα. Κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών, πολλοί είναι αυτοί που προχωρούν σε αγροτικές εργασίες που περιλαμβάνουν την καύση υπολειμμάτων καλλιεργειών δίχως να έχουν ενσυναίσθηση του ενεχόμενου κινδύνου. Καθοδηγούμενοι από τη στερεοτυπική αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας πως η φωτιά αποτελεί ένα φαινόμενο του καλοκαιριού, οι ενέργειες τους (π.χ., καύση κλαδιών) διέπονται από αδικαιολόγητο εφησυχασμό και μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικές αγροτοδασικές πυρκαγιές, ιδιαίτερα όταν λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια θερμών και ξηρών περιόδων του χειμώνα.
Η κλιματική αλλαγή, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη αλλαγή των χρήσεων γης (εγκατάλειψη της υπαίθρου) και την απούσα ή μη αποδοτική διαχείριση των δασικών καυσίμων, αποτελεί πρόσθετο επιβαρυντικό παράγοντα τόσο για τις «τυπικές» δασικές πυρκαγιές του καλοκαιριού, όσο και για τις αγροτοδασικές πυρκαγιές του χειμώνα. Σήμερα, το περιβάλλον στο οποίο εκδηλώνεται και εξαπλώνεται μία φωτιά είναι περισσότερο ευνοϊκό απ’ ότι αρκετές δεκάδες χρόνια πριν. Με άλλα λόγια, οι πυρκαγιές του σήμερα είναι διαφορετικές από αυτές του χθες γιατί η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει αλλάξει το περιβάλλον μέσα στο οποίο εκδηλώνονται. Αυτό αποτελεί αδήριτη αλήθεια και για τις «παράδοξες» αγροτοδασικές πυρκαγιές του χειμώνα. Η συχνότερη εμφάνιση παρατεταμένων θερμών και ξηρών (ανομβρία) συνθηκών κατά τη διάρκεια του χειμώνα, στοιχείο συνδεδεμένο με την κλιματική αλλαγή, δημιουργεί πυρομετεωρολογικό υπόβαθρο ευνοϊκό για την ανάπτυξη πυρκαγιών σε περίπτωση εκδήλωσης φωτιάς. Η επικράτηση υψηλών θερμοκρασιών και η απουσία σημαντικών βροχοπτώσεων στη διάρκεια των χειμερινών μηνών οδηγεί σε ελάττωση της περιεχόμενης υγρασίας των δασικών καυσίμων, καθιστώντας τα ευάλωτα στην έναρξη και εξάπλωση της φωτιάς. Εάν στους παράγοντες της ξηρασίας και των υψηλών (για την εποχή) θερμοκρασιών προσθέσουμε και τον παράγοντα του ανέμου, γίνεται εύκολα αντιληπτό πόσο μία φαινομενικά ακίνδυνη χειμερινή δραστηριότητα (π.χ., καύση κλαδιών) μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση ενός σημαντικού αγροτοδασικού συμβάντος.
Συνοψίζοντας, αν και η εκδήλωση αγροτοδασικών πυρκαγιών στη διάρκεια του χειμώνα θα έπρεπε να θεωρείται παράδοξο (σ.σ. αναφερόμαστε πάντα σε ανεξέλεγκτα συμβάντα που χρήζουν επέμβασης για τη διαχείριση τους), εντούτοις φαίνεται ότι αποτελεί μία αναδυόμενη πραγματικότητα που θα έπρεπε να μας ανησυχεί. Η προληπτική διαχείριση του φαινομένου προϋποθέτει μία προσέγγιση που στον πυρήνα της θα έχει την περαιτέρω ενίσχυση της ευαισθητοποίησης των πολιτών με στόχο την αποφυγή ανεπιθύμητων ενάρξεων πυρκαγιάς. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, απαιτείται ολική αναδιάρθρωση του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζουμε το πρόβλημα (;) των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας, μέσα από την υιοθέτηση μας ολοκληρωμένης στρατηγικής διαχείρισης. Μία τέτοια στρατηγική θα πρέπει να περιλαμβάνει (1) την προώθηση της γνώσης σχετικά με τα χαρακτηριστικά των πυρκαγιών στη χώρα μας (εάν δε γνωρίζουμε το παρελθόν, δεν μπορούμε να είμαστε έτοιμοι στο παρόν και σίγουρα δεν μπορούμε να προετοιμαστούμε για το μέλλον), (2) την αύξηση της ενσυναίσθησης με σκοπό τον περιορισμό των ενάρξεων πυρκαγιών, (3) την ενίσχυση της ετοιμότητας (υιοθέτηση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης), (4) την ενίσχυση των μηχανισμών απόκρισης (υιοθέτηση μηχανισμών χάραξης στρατηγικών για τη διαχείριση ενεργών συμβάντων) και (5) την εφαρμογή ορθών πρακτικών για την αποκατάσταση περιοχών που πλήττονται από δασικές πυρκαγιές. Είναι περιττό νομίζω να σημειώσουμε πως τα οφέλη από την υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών είναι πολλαπλάσια της στρατηγικής που μέχρι σήμερα εδράζεται κύρια στον τομέα της καταστολής.
*Ερευνητής ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ, Πυρομετεωρολόγος