Τη Eurovision δεν την παρακολουθεί και δεν την αξιολογεί ο φιλολογικός σύλλογος Παρνασσός, ούτε η Γαλλική Ακαδημία, για να κάνει βαθιά ανάλυση σε κάθε καρέ ενός video clip. Και δεν είναι θέμα πνευματικότητας, είναι θέμα της ανάγκης που καλύπτει κάποιος καταναλώνοντας αυτό το προϊόν.
Του Θάνου Νασόπουλου*
Στο video clip του Ζαριού πάντως βλέπουμε την Ελλάδα όπως την αντιλαμβάνεται και την προσλαμβάνει στερεοτυπικά η Ευρώπη, χωρίς την παραμικρή αμφισβήτηση αυτής της πρόσληψης. Το στερεότυπο όχι απλά δεν διαλύεται, αλλά δεν αμφισβητείται καν. Δεν υπάρχει μάλιστα ούτε το στοιχείο της σατιρικής υπερβολής για να αποδομήσει αυτή την αντίληψη χωρίς να χρειαστεί να αντιπαραθέσει την πραγματικότητα που βιώνουν οι κάτοικοι της Ελλάδας. Ακόμα και η κάρτα από τις διακοπές στο τέλος δεν έχει μισό σημείο στίξης που να είναι έστω αμφίσημο.
Το video clip κατά τη γνώμη μου προσπαθεί περισσότερο να εκμαιεύσει την προσοχή του κοινού προβάλλοντας οικίες σε αυτό εικόνες από την Ελλάδα, με την αισθητική, τη μελωδία, τον στίχο, τη σκηνοθεσία, τη φωτογραφία και το μοντάζ της εποχής μας, “παίζοντας” απλά με τις διάφορες ταυτότητες και τη συμπερίληψη. Ως τέτοιο σε κάποιους θα αρέσει, σε κάποιους άλλους όχι, αδιαμφισβήτητα ωστόσο δεν είναι ούτε ερασιτεχνικό, ούτε πρόχειρο, είναι αποτέλεσμα δουλειάς καλών επαγγελματιών και μάλλον θα πάει πολύ καλά στον διαγωνισμό.
Τη Eurovision δεν την παρακολουθεί και δεν την αξιολογεί ο φιλολογικός σύλλογος Παρνασσός, ούτε η Γαλλική Ακαδημία, για να κάνει βαθιά ανάλυση σε κάθε καρέ ενός video clip. Και δεν είναι θέμα πνευματικότητας, είναι θέμα της ανάγκης που καλύπτει κάποιος καταναλώνοντας αυτό το προϊόν. Η ανάγκη είναι καθαρά ψυχαγωγική. Δεν μεταβολίζουν εκατομμύρια άνθρωποι όπως μεταβολίζει ο δικός μας εγκέφαλος, ούτε ο μικρόκοσμος μας είναι το σύμπαν ολόκληρο. Αυτό δε, δεν σημαίνει καν ότι κάποιοι μεταβολίζουν πιο σωστά από κάποιους άλλους, ή είναι πιο έξυπνοι, ή έχουν καλύτερα αναλυτικά εργαλεία, γιατί και να τα έχουν εν προκειμένω είναι άχρηστα.
Η τόση- θλιβερή, συμπεριλαμβανομένου αυτού του ποστ φυσικά- συζήτηση, γίνεται επειδή ένα τραγούδι για τη Eurovision αντί να κριθεί ως ένα τραγούδι για τη Eurovision- στίχος, μελωδία, visuals, ρυθμός, κέφι- επομίστηκε έναν ρόλο που αμφιβάλλω σε πολύ μεγάλο βαθμό αν ήθελε ή επεδίωξε έστω στο ελάχιστο.
Και η άποψή μου είναι ότι αυτό συνέβη- και έχει ξανασυμβεί ουκ ολίγες φορές- επειδή κάποιοι άνθρωποι- λιγότεροι ή περισσότεροι- που ασφυκτιούν δικαιολογημένα με την ελληνική πραγματικότητα- την πραγματική, αυτή που βιώνουν- κάνουν συνεχώς προβολές που έχουν τεράστια ανάγκη, χωρίς αυτές να έχουν ωστόσο ιδιαίτερα πραγματική βάση. Η φράση “πες τα”, “επιτέλους κάποιος τα λέει”, “τους ξεβράκωσε η/ο τάδε”, που κυριαρχεί σε αδιανόητο βαθμό στη σύγχρονη διαδικτυακή μας καθημερινότητα με κάθε αφορμή, συγκροτείται στη βάση της ήττας, της μοιρολατρίας, της αφασίας, της αδικίας, της μοναξιάς, του αδιεξόδου και του τεράστιου ελλείμματος προοπτικής. Είναι ταυτόχρονα και το σύμπτωμα της απουσίας πολιτικής εκπροσώπησης και της αδύναμης ακόμα πολιτιστικής έκφρασης- υπάρχει αλλά δεν είναι πλειοψηφική, μαζική- των ηττημένων της εποχής μας. (Ένα κομμάτι των υμνητών- όχι αυτών που απλά τους αρέσει το τραγούδι- το οποίο είναι ανάξιο λόγου, είναι οι κλασικοί boomers που θέλουν να δείξουν πόσο καθόλου boomers είναι και πόσο αντιλαμβάνονται τη “νεολαία” και την οπτική της και τα εργαλεία της, πάντα γελάω προσωπικά με αυτούς)
Το ίδιο συμβαίνει παντού και με κάθε αφορμή. Χαρακτηριστικά θυμάμαι τον χαμό για το τραγούδι του Μιθριδάτη πριν από μερικά χρόνια. Ή τα Νούμερα, τη σειρά του Φοίβου στην ΕΡΤ, που δημιούργησε στα πρώτα επεισόδια φρενίτιδα ανάμεσα σε ένα συγκεκριμένο κοινό. Τι προκάλεσαν, τι άφησαν, τι δρομολόγησαν άραγε πέρα από τον χαμούλη 1-2 ημερών, 1-2 εβδομάδων στα social media, τον οποίο μπορεί να προκαλέσει και μια τραγελαφική δήλωση της Ελέτσι ή του Μαυρίκιου; Απλά να συζητήσουμε, να ξεσπάσουμε, να εκτονωθούμε, να κάνουμε απεγνωσμένες προβολές που έχουμε απεγνωσμένη ανάγκη, και μετά να πάμε παρακάτω, γιατί αν αυτό που έχουμε ανάγκη δεν έχει διάρκεια, είναι πιο πιθανό να έχει σωρευμένη υπερβολή. Αυτό ακριβώς είναι η εκτόνωση και το ξέσπασμα.
Το ίδιο και στο αμιγώς πολιτικό. Έγιναν μερικές “μαζικές” πορείες για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και διάβαζες αναρτήσεις, αναλύσεις ακόμα και από πολιτικούς φορείς- που νομίζουν ακόμα ότι είναι συλλογικοί διανοούμενοι, ενώ δεν είναι ούτε συλλογικοί ούτε διανοούμενοι- και νόμιζες ότι η νεολαία στην πλειοψηφία της είναι έτοιμη για πόλεμο. Άλλες προβολές ψευδαισθήσεων αυτές. Με τα Πανεπιστήμια άδεια, τους περισσότερους φοιτητές να μην κάθονται ούτε λεπτό πέρα από το μάθημά τους, τις συλλογικότητες να ψάχνουν για new entries με την καραμπίνα στο χέρι, τη συμμετοχή στις φοιτητικές εκλογές σε θλιβερά ποσοστά (ψηφίζουν οι μισοί από όσους συμμετέχουν σε ένα εβδομαδιαίο give away της Τούνη), κάθε τι που διαμορφώνει την αίσθηση του συλλογικού- από τη γενική συνέλευση μέχρι το καυλάντι στην καφετέρια της σχολής- να λιγοστεύει, κάποιοι είδαν ανατρεπτική κοινωνική κίνηση. Δολοφονήθηκαν 57 άνθρωποι- και κυρίως παιδιά- στα Τέμπη, επιχειρείται μια εντελώς απροσχημάτιστη συγκάλυψη, έχουμε δηλαδή κάτι που παλιότερα θα λέγαμε κορυφαίο αστάθμητο πολιτικό/κοινωνικό γεγονός και δεν κατορθώθηκε καν το ελάχιστο- το πολύ ελάχιστο, το τίποτα- να μην είναι υποψήφιος ξανά ο Καραμανλής.
Με αφορμή τη συζήτηση για το τραγούδι της Σάττι ειλικρινά κατάλαβα ότι δεν έχουμε κατανοήσει τίποτα από την εποχή μας, για αυτό δεν μπορούμε να αλλάξουμε κάτι, μπορούμε για την ώρα μόνο να “ξεσπάμε” δύο μέρες τον μήνα. Έχει ηττηθεί η πολιτική, ή η πολιτική όπως την ξέραμε, έχει ηττηθεί η ανάγκη και η υπεράσπιση του συλλογικού ή του συλλογικού όπως το ξέραμε, και αντί να δούμε τι θα κάνουμε ψάχνουμε για μικρές ή μεγάλες νίκες που δεν υπάρχουν. Θα κερδίσει το Ζάρι τη Eurovision και θα νομίζουν μερικοί ότι οι Ευρωπαίοι βρίσκονται στο κατώφλι της επανάστασης, λίγο πριν τη νέα Αναγέννηση.
*Δημοσιογράφος, σεναριογράφος
(Δημοσιεύτηκε, αρχικά, στο Facebook)