Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) επικύρωσε την υποψηφιότητα της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για νέα θητεία στην Κομισιόν -Τί σημαίνει αυτό για τις σχέσεις της ΕΕ με τον υπόλοιπο κόσμο;
Μία «γεωπολιτική» Κομισιόν ευαγγελιζόταν η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν το 2019, όταν αναλάμβανε για πρώτη φορά την προεδρία της εκτελεστικής εξουσίας στην ΕΕ. Ακόμη και η ίδια δεν μπορούσε να φανταστεί όλα όσα θα επακολουθούσαν. Ο πόλεμος που ξέσπασε στο «κατώφλι» της Ευρώπης και η σπουδή πολλών κυβερνήσεων να εξοπλίσουν την Ουκρανία θέτει υπό αναθεώρηση την εικόνα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, που παραδοσιακά εγκωμιάζεται ως ένα «σχέδιο ειρήνης».
Για την Ευρώπη οι προτεραιότητες της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν φαίνονται ξεκάθαρες: στήριξη της Ουκρανίας απέναντι στη Ρωσία, προετοιμασία της επόμενης διεύρυνσης, οικολογικός μετασχηματισμός της ευρωπαϊκής οικονομίας, ενίσχυση μίας κοινής πολιτικής για την άμυνα και την ασφάλεια. Τί σημαίνουν όμως για τους υπόλοιπους «παίκτες» στη διεθνή σκηνή άλλα πέντε χρόνια με την Γερμανίδα πολιτικό στην προεδρία της Κομισιόν;
Επιφυλακτική στάση του Πεκίνου
Η Κίνα παραμένει κορυφαίος εμπορικός εταίρος της Ευρώπης. Ωστόσο, στην πρώτη της θητεία η φον ντερ Λάιεν φάνηκε να σκληραίνει τη στάση της ΕΕ απέναντι στο Πεκίνο, που θεωρείται πλέον «ανταγωνιστής και συστημικός αντίπαλος». Η ίδια προτείνει αυτό που οι τεχνοκράτες της Κομισιόν ονομάζουν «de-risking». Με απλά λόγια: Οι Ευρωπαίοι καλούνται να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις για την προμήθεια βασικών αγαθών και πρώτων υλών, χωρίς να αποκηρύσσουν τη συνεργασία με την Κίνα, αλλά και χωρίς να εξαρτώνται από αλυσίδες εφοδιασμού με αφετηρία την Κίνα. Στην ίδια στρατηγική εντάσσεται η θέσπιση αντιποίνων για την αντιστάθμιση εμπορικών κινδύνων, όπως ο «μηχανισμός ενάντια στον οικονομικό εξαναγκασμό από τρίτες χώρες» (ACI).
Αν συνεκτιμηθούν και οι επικρίσεις της για διακρίσεις εις βάρος ξένων επιχειρήσεων, καταπίεση αντιφρονούντων και αποστασιοποίηση από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι προφανές ότι η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν «δεν είναι μία πολιτικός που ενθουσιάζει τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζιπίνγκ», επισημαίνει η Αλίσια Μπαχούλσκα, ερευνήτρια στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων (ECFR).
Από την πλευρά του, το Πεκίνο κατηγορεί πλέον ευθέως την ΕΕ ότι αναμειγνύεται σε εσωτερικές υποθέσεις του, παρατείνει τον πόλεμο στην Ουκρανία εξοπλίζοντας το Κίεβο και υπακούει σε κελεύσματα των ΗΠΑ. Αν επανεκλεγεί η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, εκτιμά η Αλίσια Μπαχούλσκα, μάλλον θα πρέπει να περιμένουμε μία ακόμη πιο σκληρή γραμμή απέναντι στην Κίνα.
Η ΕΕ «έχει χάσει πολλούς φίλους
»
Στην επόμενη θητεία της η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα πρέπει να εργαστεί σκληρά για να ανακτήσει χαμένο έδαφος στη Μέση Ανατολή. Ο απολογισμός των θυμάτων στη Γάζα αυξάνεται, αξιωματούχοι των Ηνωμένων Εθνών προειδοποιούν ότι ο άμαχος πληθυσμός λιμοκτονεί, αλλά η Ευρώπη έχει εξαφανιστεί από τότε που ξεκίνησαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ ως απάντηση στις τρομοκρατικές επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με σφυγμομέτρηση του Doha Institute, το 80% των ερωτηθέντων σε 17 αραβικές χώρες αξιολογεί ως «κακές» ή «πολύ κακές» τις αντιδράσεις Γαλλίας και Γερμανίας στον πόλεμο της Γάζας. Η ΕΕ εμφανίζεται βαθιά διχασμένη. Η ίδια η φον ντερ Λάιεν δέχεται κριτική για υπερβολική «κατανόηση» απέναντι στο Ισραήλ, σε αντίθεση με τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ, που υιοθετεί μία πιο κριτική αντιμετώπιση. «Έχει γίνει μεγάλη ζημιά» λέει στην DW ο Τζέιμς Μόραν, πρώην διπλωμάτης και αναλυτής του Κέντρου Ευρωπαϊκών Σπουδών (CEPS) στις Βρυξέλλες. «Η ΕΕ έχει χάσει πολλούς φίλους, κατά κύριο λόγο στη Μέση Ανατολή, αλλά και σε άλλες σημαντικές χώρες, όπως η Μαλαισία και η Ινδονησία».
Επιφωνήματα ανακούφισης ακούστηκαν σε όλη την Ευρώπη, όταν ο «απομονωτιστής» Ντόναλντ Τραμπ αποχωρούσε από τον Λευκό Οίκο, για να τον διαδεχθεί ο «ατλαντιστής» Τζο Μπάιντεν. Όμως ο Τραμπ φαίνεται να εξασφαλίζει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου και μία πιθανή επανεκλογή του θεωρείται βέβαιο ότι θα προκαλέσει επιπλοκές στις σχέσεις με την ΕΕ σε ένα ευρύτατο φάσμα θεμάτων, από την Ουκρανία και την αντιμετώπιση της Ρωσίας, μέχρι τη λειτουργία του ΝΑΤΟ και τη διευθέτηση εμπορικών διαφορών.
Πηγή: DW