Η Ιταλία έδωσε επισήμως το πράσινο φως για την ευρωπαϊκή αποστολή EUNAVFOR Aspides στην Ερυθρά Θάλασσα για την αντιμετώπιση των επιθέσεων των Χούτι, κάτι το οποίο θεωρείται ένα κρίσιμο βήμα για την Ευρώπη σύμφωνα με τον Alessandro Politi, διευθυντής του Ιδρύματος Αμυντικής Ακαδημίας του ΝΑΤΟ.
Την Τρίτη, η ιταλική Βουλή των Αντιπροσώπων και η Γερουσία συντάχθηκαν με το Δημοκρατικό Κόμμα (PD/S&D), το Κίνημα Πέντε Αστέρων (M5S) και το Italia Viva (Renew) και υπερψήφισαν τις αποφάσεις της κυβέρνησης, εγκρίνοντας τελικά τις διεθνείς αποστολές για το 2024, συμπεριλαμβανομένων των Aspides, Levante (με επίκεντρο την ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα) και της ευρωπαϊκής μη στρατιωτικής αποστολής EUAM Ukraine.
«Η αποστολή Aspides στην Ερυθρά Θάλασσα είναι απαραίτητη όχι μόνο για τη διατήρηση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας, αλλά και για τη διασφάλιση της αυξημένης ανταγωνιστικότητας, ιδίως για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες και εταιρείες που παλεύουν με το μη βιώσιμο ενεργειακό κόστος», δήλωσε ο Politi σχετικά με την έγκριση της αποστολής EUNAVFOR Aspides από το κοινοβούλιο.
Η αποστολή Aspides, η οποία δρομολογήθηκε από την ΕΕ στις 19 Φεβρουαρίου 2024, περιλαμβάνει στρατιωτικά σκάφη από την Ιταλία, την Ελλάδα, τη Γερμανία, το Βέλγιο και τη Γαλλία. Η αποστολή έχει αμυντικό χαρακτήρα, όπως τόνισε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών Antonio Tajani σε ομιλίες του στη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία. Η αποστολή Aspides περιορίζεται σε εκτελεστικές δραστηριότητες στην Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο του Άντεν, νότια της Μουσκάτ, της πρωτεύουσας του Ομάν, και δεν μπορεί να αναλάβει προληπτική δράση.
Το αρχηγείο της εν λόγω αποστολής βρίσκεται στη Λάρισα. Η διοίκηση όμως της αποστολής στη θάλασσα βρίσκεται στο Caio Dulio, ένα πολεμικό πλοίο που έχει ήδη αναπτυχθεί στην περιοχή. Το πλοίο αυτό πρόσφατα αναχαίτισε ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος που εκτοξεύθηκε από τους σιίτες αντάρτες Χούτι της Υεμένης.
Εκτός του ότι πρόκειται για την πρώτη επίθεση εναντίον ιταλικού πολεμικού πλοίου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Politi επεσήμανε τη διακοπή της θαλάσσιας κυκλοφορίας που προκάλεσαν οι αντάρτες Χούτι, η οποία, όπως είπε, οδήγησε σε αύξηση των τιμών των ναύλων και του κόστους ασφάλισης,«επηρεάζοντας τελικά τους καταναλωτές».
Ο Politi επεσήμανε επίσης τις γεωπολιτικές επιπτώσεις της κατάστασης, τονίζοντας ότι η επιμονή τέτοιων προκλήσεων θα μπορούσε να περιπλέξει τις εσωτερικές πολιτικές των ευρωπαϊκών κρατών, αλλά και του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς ακόμα παλεύουν με την ενεργειακή κρίση και τον υψηλό πληθωρισμό. Τόνισε ότι «ελευθερία του εμπορίου σημαίνει χαμηλότερες τιμές και αυτό, φυσικά, έχει κοινωνικό αντίκτυπο».
Οι Ιταλοί, όπως και άλλες μεσογειακές χώρες, σαν την Ελλάδα, «έχουν συμφέροντα στην περιοχή», είπε ο Politi, υπενθυμίζοντας ότι οι δύο χώρες διαθέτουν δύο από τα σημαντικότερα λιμάνια της Μεσογείου: το Τζόια Τάουρο και τον Πειραιά. «Η επιχειρησιακή διοίκηση αναγνωρίζει αυτή την αρμοδιότητα όχι μόνο πολιτικά αλλά και επιχειρησιακά», πρόσθεσε.
Σχολιάζοντας την ονομασία της αποστολής, ο Politi είπε ότι ενώ ο όρος Aspides αναφέρεται στον όρο «ασπίδα» στα ελληνικά, στα λατινικά σημαίνει φίδι, το ερμηνεύει ως εξής: «δεν είμαστε έτοιμοι [μόνο] να αμυνθούμε, αλλά είμαστε επίσης έτοιμοι να επιτεθούμε». Ωστόσο, διευκρίνισε ότι η Ευρώπη δεν βρίσκεται σε επιθετική στάση – ειδικά καθώς οι πρόσφατες αεροπορικές επιδρομές σε θέσεις των ανταρτών Χούτι πραγματοποιήθηκαν από βρετανικές και αμερικανικές δυνάμεις στο πλαίσιο της επιχείρησης Poseidon Archer, όχι από ευρωπαϊκές δυνάμεις.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Confartigianato, ο κίνδυνος επιθέσεων των Χούτι σε πλοία που διέσχιζαν το στενό Bab el-Mandeb κόστισε στην Ιταλία 8,8 δισεκατομμύρια ευρώ σε μόλις τρεις μήνες (από τον Νοέμβριο έως τον Ιανουάριο). Το ετήσιο εισαγωγικό-εξαγωγικό εμπόριο της Ιταλίας μέσω της διώρυγας του Σουέζ το 2023 αποτιμάται σε 148,1 δισ. ευρώ, αποτελώντας το 42,7% του εξωτερικού εμπορίου της χώρας που μεταφέρεται δια θαλάσσης και το 11,9% του συνολικού εξωτερικού εμπορίου της.
Πηγή: Euractiv