Με αφορμή την πολυσυζητημένη «πειραγμένη» φωτογραφία που δόθηκε από το βρετανικό παλάτι, όπου εικονίζεται η πριγκίπισσα Κέιτ Μίντλετον με τα παιδιά της, επανήλθε η συζήτηση γύρω από το γνωστό θέμα, «λέει η φωτογραφία την αλήθεια», αλλά και «πόση αλήθεια μπορεί να πει μια φωτογραφία σήμερα, στην εποχή της τεχνολογίας»;
Ιστορικά, η φωτογραφία από την αρχή της εμφάνισής της, ταυτίστηκε με το «αυτό υπήρξε», αφού η ακριβής αποτύπωση αυτού που «έβλεπε» η φωτογραφική μηχανή αποτελούσε την τρανταχτή απόδειξη για όλο το αναγνωστικό κοινό πως, αφού υπάρχει στη φωτογραφία, έχει συμβεί. Η φωτογραφία ανέκαθεν υπήρξε ταυτισμένη με την αποτύπωση της πραγματικότητας και όπως έλεγε ο Α. Μπρετόν «ο νους θέλει να δει για να πιστέψει».
Για αυτό και η φωτογραφία στην ειδησεογραφία, είτε πρόκειται για πολιτική είτε για κοινωνικά ή άλλα γεγονότα, θα πρέπει να δημοσιεύεται σύμφωνα με τους κανόνες δεοντολογίας του φωτορεπορτάζ, με πρώτο βασικό κανόνα: «Καμία παραποίηση- αλλοίωση της εικόνας». Στο φωτορεπορτάζ, οι μόνες επεμβάσεις που επιτρέπονται στην επεξεργασία μιας εικόνας αφορούν στη φωτεινότητα, στα χρώματα και στο μέγεθος της εικόνας. Τίποτε παραπάνω.
Σήμερα όλοι μπορεί να είμαστε εξοικειωμένοι με «βελτιωμένες» εικόνες διάσημων, αλλά όταν πρόκειται για πολιτικούς ή γενικότερα ανθρώπους της εξουσίας, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο αντίκτυπος που έχει μια αλλοιωμένη φωτογραφία στο κοινό, παίρνει, μεγαλύτερες διαστάσεις και μπορεί να δημιουργήσει δεκάδες εικασίες σχετικά με τον λόγο που συνέβη. Όταν ένας πολιτικός λέει ψέματα μέσα από τις φωτογραφίες του, πόσα ψέματα μπορεί να πει στην πολιτική ζωή του; Μια αλλοιωμένη φωτογραφία σημαντικού προσώπου σημαίνει και προκαλεί έλλειψη εμπιστοσύνης του κοινού για το πρόσωπο που αλλοίωσε την εικόνα.
Δεν είναι τυχαίο πως όλοι οι μεγάλοι ειδησεογραφικοί οργανισμοί ανά τον κόσμο, όπως είναι τα πρακτορεία ειδήσεων αλλά και οι εφημερίδες, όταν δημοσιοποιούν μια φωτογραφία, αναφέρουν πάντα την πηγή. Όταν διαβάζουμε ένα άρθρο πάντα μας ενδιαφέρει ποιος το υπογράφει. Δυστυχώς όμως, σπάνια κάνουμε το ίδιο και για τις φωτογραφίες παρότι η παραποιημένη φωτογραφία μπορεί πολύ πιο εύκολα να επικοινωνήσει λάθος μηνύματα.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, πως όλα τα μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία ανά τον κόσμο, διέγραψαν από την παραγωγή τους τη συγκεκριμένη φωτογραφία με την Κέιτ Μίντλετον, ως παραποιημένη εικόνα. Και θα περάσει καιρός μέχρι το βρετανικό παλάτι να διανείμει ξανά φωτογραφίες και το αναγνωστικό κοινό να θα τις αποδεχθεί ως πραγματικές αληθινές.
Στην εποχή όμως των νέων τεχνολογιών, των προγραμμάτων επεξεργασίας εικόνας που ακόμη και τα μικρά παιδιά μπορούν να κάνουν, αλλά και των εντυπωσιακών φίλτρων που διαθέτουν τα κινητά τηλέφωνα και μας κάνουν όλους να μοιάζουμε σαν μοντέλα για εξώφυλλα περιοδικών, πόσο μπορούμε άραγε να αναζητάμε την αλήθεια σε μια φωτογραφία;
Αν νομίζετε πως όλα αυτά συμβαίνουν σήμερα, στην εποχή της τεχνολογίας, κάνετε λάθος. Ανατρέχοντας στην ιστορία, διαπιστώνουμε πως η επεξεργασία εικόνας, υπήρξε από πολύ παλιά, από την εποχή του φιλμ και μάλιστα του ασπρόμαυρου! Όποτε ο Στάλιν απέλυε κάποιον στρατηγό, έδινε εντολή να αφαιρεθούν από όλες τις φωτογραφίες του αρχείου. Μια πολύ δύσκολη δουλειά που απαιτούσε δεξιοτεχνία ζωγράφου για να αποκαταστήσει τις ξυσμένες επιφάνειες του αργύρου της φωτογραφίας. Και δεν ήταν ο μόνος. Στην ιστορία της φωτογραφίας και της δημοσιογραφίας, συναντάμε πολλά παραδείγματα παραποιημένων φωτογραφιών, με πρωταγωνιστές τον Μάο Τσε Τουνγκ, τον Χίτλερ, αλλά και νεότερους όπως τον Τζ. Μπους, τον Τζ. Κέρρυ κ.ά., χωρίς φυσικά να λείπουν παραδείγματα και από Έλληνες πολιτικούς. Μια από τις πιο «αθώες» παραποιήσεις που συχνά συναντούσαμε παλιά στις ελληνικές εφημερίδες, ήταν οι ποδοσφαιρικοί αγώνες. Τι κι αν ο φωτογράφος πετύχαινε μια εντυπωσιακή σκηνή με δυο αντίπαλους ποδοσφαιριστές αλλά δυστυχώς στο καρέ δεν υπήρχε η μπάλα; Η ίδια φωτογραφία δημοσιευόταν με την μπάλα να είναι σε άλλο σημείο, ανάλογα με το πού την ήθελε ο γραφίστας της κάθε εφημερίδας.
Κάθε φωτογραφία που δημοσιοποιεί ένα πρακτορείο ειδήσεων φέρει τρία πεδία πιστοποίησης (credits): το όνομα του πρακτορείου/ την πηγή (όταν δεν είναι δική του παραγωγή, αλλιώς φέρει ξανά το ίδιο όνομα του πρακτορείου)/ και τέλος το όνομα του φωτογράφου-δημιουργού. Πέρα από τη νομοθεσία περί πνευματικής ιδιοκτησίας για την υποχρεωτική αναγραφή του δημιουργού (στη χώρα μας είναι ο Ν2121/93), το να ξέρουμε ποιος «υπογράφει» μια φωτογραφία είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την αξιοπιστία και το κύρος της.