«Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που καταλογίζετε στην Κυβέρνηση ότι έχουν παραποιηθεί; Που υπάρχει ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραποίησης και της κυβερνητικής λειτουργίας. Από που προκύπτει ότι η Κυβέρνηση ήταν εκείνη που παραποίησε στοιχεία;» κάλεσε την Αντιπολίτευση ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης να απαντήσει κατά την τοποθέτησή του στην Ολομέλεια επί της συζήτησης της Πρότασης Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης που έχουν καταθέσει ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας.
Ο υπουργός ρώτησε ευθέως τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ «πόσες Εξεταστικές Επιτροπές επί των ημερών σας κάνατε για τα δικά σας πεπραγμένα; Στα 20 χρόνια διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ: Καμία. Στα 5 χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ: Μηδέν. Αντιθέτως, εμείς έχουμε κάνει από το 2019 μέχρι σήμερα, τρείς Εξεταστικές Επιτροπές και οι οποίες αφορούν τα πειραγμένα της δικής μας Κυβέρνησης». Υπενθύμισε ότι πρωτοβουλία αυτής της Κυβέρνησης της ΝΔ «ήταν που στην Αναθεώρηση του 2019 δόθηκε η δυνατότητα στην Αντιπολίτευση να συγκροτεί, έστω και μειοψηφικά, Εξεταστικές Επιτροπές». Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ, είπε ο υπουργός «έχει άλλη αντίληψη για άλλη αντίληψη για τον Κοινοβουλευτισμό και άλλη από εσάς για την Δημοκρατία. Εμείς δεν φοβόμαστε την κριτική».
Ο κ. Γεραπετρίτςη, είπε πως «στεκόμαστε με σεβασμό απέναντι στην μνήμη των νεκρών και στην θλίψη των οικογενειών και των οικείων τους» και πρόσθεσε ότι «θα κριθούν όλοι και θα κριθούμε όλοι για το τι έχουμε πράξει. Δεν μπορεί όμως να υπάρχουν λαϊκά δικαστήρια και δεν μπορεί να υπάρχει τέτοιου είδους στοχοποίηση χωρίς στοιχεία»
Με την ιδιότητα και την γνώση που απέκτησε ως πρώην υπουργός Μεταφορών και Δικτύων που ανέλαβε μετά το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών ο κ. Γεραπετρίτης αναφέρθηκε διεξοδικά στην διαχρονική πορεία υλοποίησης της Σύμβασης 717 που υπογράφηκε αρχικά το 2014 και μέσα σε δύο έτη θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί. Το 2016, όμως είπε, το ποσοστό υλοποίησης είχε φτάσει σε ένα ποσοστό μικρότερο του 18% και ουσιαστικά η Σύμβαση αυτή διακόπηκε, καθώς διαπιστώθηκε πως η κατάτμηση σε δύο πεδία (Βόρειο και Νότιο) δημιουργούσε ασυμβατότητες και δεν ήταν αδύνατον να είναι λειτουργικά μεταξύ τους τα συστήματα. Μέχρι το τέλος της θητείας της Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, το 2019, είπε ο υπουργός « δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόοδο των εργασιών και συνεπώς λιγότερο του 20% του έργου ήταν λειτουργικό». Η Κυβέρνησης της ΝΔ, ανέφερε ο κ. Γεραπετρίτης πήρε την πρωτοβουλία να επιταχύνει τις διαδικασίες, κάτι που δεν ήταν εύκολο, διότι πρώτα έπρεπε να υπάρξει συνεννόηση με την αρμόδια ΕΕ , να περάσει από το Ελεγκτικό Συνέδριο, την Εθνική Αρχή Διαφάνειας και το ΤΕΕ. Η πραγματικότητα, τόνισε ο κ. Γεραπετρίτης «είναι ότι η Σύμβαση αυτή, ολοκληρώνεται δυστυχώς τραγικά με καθυστέρηση, των περασμένο Σεπτέμβριο και αφού υπήρξε το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών»
Ο υπουργός, υποστήριξε ότι για να συμβεί αυτό το τραγικό σιδηροδρομικό ατύχημα «συνέβησαν μια σειρά από σφάλματα». Δεν υπήρξε η αυτόματη χάραξη της γραμμής παρ’ όλο που ο ίδιος σταθμάρχης είχε προβεί σε άλλες προηγούμενες χαράξεις. Αποδείχθηκε ότι το σύστημα αυτόματης χάραξης λειτουργούσε και πριν και μετά το δυστύχημα. Τα κλειδιά δρομολογήθηκαν προς την αντίθετη μερία με συνέπεια η αμαξοστοιχία να βρεθεί στην αντίθετη κατεύθυνση. Η τοπική τηλεδιοίκηση, ο πίνακας ελέγχου που ήταν σε απόλυτη λειτουργία όπως έχει διαπιστωθεί έδειχνε την λάθος πορεία των δύο τρένων και ο σταθμάρχης θα μπορούσε επί 5,5 χιλιόμετρα να δει ότι τα τρένα είχαν πορεία μετωπικής σύγκρουσης. «Σημειώθηκαν», είπε ο υπουργός, «μια σειρά από σφάλματα που οδήγησαν σε απανωτές παραβιάσεις του πρωτόκολλου ασφαλείας που έχει πολλαπλές δικλείδες και έπρεπε όλες να παραβιαστούν για να σημειωθεί αυτό το τραγικό αποτέλεσμα που έγινε εκείνη την τραγική ημέρα».
Ο κ. Γεραπετρίτης, ανέφερε πως από πλευράς της Πολιτείας, μετά το δυστύχημα, υπήρξε «μια συντονισμένη και πολύπλευρη προσπάθεια για την διερεύνηση των αιτίων. Πέρα της δικαστικής διερεύνησης του ατυχήματος που η Δικαιοσύνη έδρασε ταχύτητα. Δημιουργήθηκε μια Ειδική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και μέσα σε χρόνο ρεκόρ, 45 ημερών, υπήρξε ένα πολυσέλιδο πόρισμα που απέδιδε τις ευθύνες που αναλογούσε σε όλα τα Κεφάλαια. Επίσης με δική μου πρωτοβουλία και επίσκεψή μου στην ΕΕ, αρμόδια Επίτροπος διέταξε να έχουμε ένα αμερόληπτο πόρισμα εκ μέρους και της ΕΕ που δυστυχώς δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα».
Ο υπουργός επισήμανε ότι «όλα αυτά δεν κατατείνουν, και δεν θα μπορούσαν να κατατείνουν, σε οποιαδήποτε επιχείρηση συγκάλυψης. Αντιθέτως, η Κυβέρνηση επιχείρησε να έχει μια πλήρη διαφάνεια γιατί μόνο με αυτήν θα μπορούσε να επέλθει η κάθαρση σε ένα τόσο τραγικό συμβάν».
Ο κ. Γεραπετρίτης, παρατήρησε πως στην Πρόταση Δυσπιστίας που έχει κατατεθεί και αναφέρεται στο δυστύχημα των Τεμπών « υπάρχουν πολλές πραγματικές και νομικές πλημμέλειες». Αναρωτήθηκε από ποιον συστήθηκε η Επιτροπή των Εμπειρογνωμόνων; Δεν ήταν από εμάς που συγκροτήθηκε και μάλιστα με επιστήμονες που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ακεραιότητά τους και την γνώση τους «στο πλαίσιο της ωφελούμενης αυτοδιόρθωσης και του αυτοελέγχου, που οφείλει να κάνει η κάθε Κυβέρνηση;». Επισήμανε ότι παραπλανητικά έχει αναγραφεί στην Πρόταση Δυσπιστίας που κατέθεσαν τα κόμματα της Αντιπολίτευσης ότι « η Κυβέρνηση αγνόησε πλήρως το πόρισμα της τριμελούς Επιτροπής που συνέστησε ότι το τραγικό δυστύχημα θα είχε με βεβαιότητας θα είχε αποτρέπει εάν υπήρχε η οποιαδήποτε ολοκλήρωση της Σύμβασης 717» λέγοντας ότι «αυτό, δεν υπάρχει πουθενά μέσα στο κείμενο του πορίσματος της Επιτροπής, αντιθέτως, εγώ διαβάζω πολλά πράγματα που είναι χρήσιμα και μας βοηθούν για το μέλλον, αλλά δεν λένε αυτό που γράφετε»!
Ο υπουργός, επισήμανε στους βουλευτές της Αντιπολίτευσης ότι «όλες οι παρατάσεις που δόθηκαν διαχρονικά στην υλοποίηση της Σύμβασης 717 δόθηκαν με την έγκριση της ΕΕ και δεν ήταν μονομερείς εθνικές αποφάσεις»
Ο κ. Γεραπετρίτης κατέληξε σχολιάζοντας την αναγγελία κατάθεση της πρότασης δυσπιστίας με το δημοσίευμα του ΒΗΜΑΤΟΣ λέγοντας ότι «αντιλαμβάνομαι ότι πάντοτε, όταν υπάρχει μια ζέση πολιτική για να στραφεί η Αντιπολίτευση κατά της Κυβέρνηση θα υπάρξει πολύ δουλειά» και πρόσθεσε απευθυνόμενος στους βουλευτές της Αντιπολίτευσης που συνυπογράφουν την Πρόταση Δυσπιστίας, «αλήθεια, διαβάσατε την Πρότασή σας πριν την υπογράψετε; Είστε σίγουροι ότι θέλετε να είναι η πολιτική σας παρακαταθήκη αυτό που γράφετε ότι “φαίνεται πως ο σταθμάρχης είχε υποδείξει λάθος πορεία στο μοιραίο τρένο”, αλήθεια “φαίνεται;”, διερωτήθηκε ο υπουργός.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος, με παρέμβασή του ανέφερε στον υπουργό ότι «υπήρχε απελπιστικά μειωμένος αριθμός εργαζομένων, άρα πολύ εύκολο το ανθρώπινο λάθος. Κανένα από τα συστήματα ασφαλείας δεν λειτουργούσε, μόνο ο τοπικός πίνακας χειρισμός και αυτό για ενάμιση χιλιόμετρο γιατί είχαν καεί κάποια λαμπάκια και τρίτον, κανένας δεν μπορούσε να ελέγξει τι μεταφέρει μια εμπορική αμαξοστοιχία. Υπήρχε ένα εκρηκτικό μείγμα από σειρά παραγόντων, άρα γιατί μιλάμε μόνο για ανθρώπινο λάθος» Χαρακτήρισε «διάτρητη την Σύμβαση 717, που δεν μπορούσε να υλοποιηθεί, όπως και πολλά έργα της ΕΡΓΟΣΕ για τα οποία έχει πιεστεί από τα λόμπι της ΕΕ»
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Αριστεράς Ευκλείδης Τσακαλώτος έθεσε στον υπουργό όπως είπε «τρία δεδομένα και δύο ερωτήματα». Τα δεδομένα, είναι: ο κ. Καραμανλής γιατί έλεγε σε βουλευτές της Αντιπολίτευσης ότι ήταν ντροπή να θέτουν θέματα σιδηροδρομικής ασφάλειας. Γιατί δεν κλήθηκαν στην Εξεταστική ο κ. Γενιδούνιας και ο κ. Τσαλίδης που είχαν ενημερώσει τον υπουργό για αυτούς τους κινδύνους ασφάλειας που υπήρχαν. Εσείς, γιατί πήρατε αμέσως μέτρα το δυστύχημα και όχι ο κ. Καραμανλής» και έθεσε τα ερωτήματα «Δεν θα έπρεπε να είχαν κληθεί στην Επιτροπή οι κ.κ. Γενιδούνιας και Τσαλίδης; Με αυτά που ξέρουμε σήμερα πόσα από αυτά που ξέρουμε σήμερα θα έπρεπε να είχε κάνει ο κ. Καραμανλής για να μην γίνει το δυστύχημα;»
Ο υπουργός, απάντησε στους δύο κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους, ότι η μείωση του προσωπικού συντελέστηκε κυρίως την περίοδο της οικονομικής κρίσης 2010- 2019. Επί κυβέρνησης της ΝΔ υπήρξαν συνολικά 417 νέες θέσεις, όταν την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ είχαμε μηδέν. Τα προβλεπόμενα και υπάρχοντα συστήματα αυτόματης χάραξης λειτουργούσαν και αυτό καταγράφεται στην Έκθεση της Επιτροπής, αντιθέτως «πείτε μου την σελίδα που το αναγράφει. Με τα συστήματα αυτά που υπήρχαν λειτούργησε ο σιδηρόδρομος επί 50 χρόνια, χωρίς να έχουν υπάρξει τέτοιες τραγωδία. Πρέπει σαφώς να τα ενισχύσουμε και έχει ενισχύθηκαν πάρα πολύ τα συστήματα τηλεπικοινωνιών, ο φωτισμός , η επικοινωνία εντός των σηράγγων και βέβαια ολοκληρώθηκε η φωτοσήμανση και η τηλεδιοίκηση πριν έρθει η καταστροφή του Daniel που τώρα και εκεί αποκαθίστανται οι ζημιές».
Απέρριψε ότι κανείς δεν ελέγχει τι μεταφέρουν τα τρένα, υπάρχουν όλες οι επαρκείς έλεγχοι και είναι άλλο εάν έχουμε επίορκους, που ο έλεγχός τους είναι αρμοδιότητας της δικαιοσύνης. Ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε ότι «θα κριθούν όλοι και θα κριθούμε όλοι για το τι έχουμε πράξει. Δεν μπορεί να υπάρχουν όμως λαϊκά δικαστήρια και δεν μπορεί να υπάρχει τέτοιου είδους στοχοποίηση χωρίς στοιχεία».