Όταν το 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου έλεγε «δεν θα γίνουμε τα καλύτερα γκαρσόνια της Ευρώπης» στην ουσία προέβλεπε αυτό που τελικά συνέβη, ο τουρισμός να γίνει η μόνη “βαριά βιομηχανία” της χώρας αφού μεσολάβησε η αποβιομηχάνιση και η υπερδεκαετής οικονομική κρίση.
43 χρόνια μετά η “βαριά βιομηχανία” μας έχει ξεμείνει από γκαρσόνια όπως και κάθε άλλου είδους ειδικότητα στον χώρο του τουρισμού και της εστίασης. Συγκεκριμένα και ενώ η κυβέρνηση ελπίζει το 2024 ο ελληνικός τουρισμός θα σπάσει και πάλι ρεκόρ οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού στον κλάδο ανέρχονται σε 53.000 και μαζί με τις κενές θέσεις στην εστίαση φτάνουν ή και ξεπερνούν συνολικά τις 80.000.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Το εξηγούν οι ίδιοι οι εργαζόμενο δια του προέδρου της πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργατών Επισιτισμού και Τουρισμού, Γιώργου Χότζογλου ο οποίος είπε μεταξύ άλλων, προχθές, στα Παραπολιτικά 90.1: «Οι αιτήσεις επαναπρόσληψης για το 2024 σε σχέση με το 2023 είναι μειωμένες κατά 34%» και συμπλήρωσε: «Οι εργαζόμενοι στρέφονται σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας όπως στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης κατά κύριο λόγο, όμως οι εξειδικευμένοι όπως μάγειρες και σεφ μεταναστεύουν σε ανταγωνιστικές ως προς την Ελλάδα χώρες στον τουρισμό. Κύπρος, Μάλτα, Κροατία, Ισπανία έχουν γεμίσει από έμπειρο ελληνικό προσωπικό. Έχουμε μια αιμορραγία προς τα έξω όπου οι συνθήκες εργασίας και οι μισθοί είναι πολύ καλύτεροι.»
Με άλλα λόγια οι «βιομήχανοι» του ελληνικού τουρισμού που κλαιν και οδύρονται για την έλλειψη εργαζομένων θεωρούν ότι αυτοί θα πρέπει να αμείβονται με πενταροδεκάρες.
Το ωριαίο κόστος εργασίας, σύμφωνα με την Eurostat, διαμορφώθηκε για το 2023 στα 15,7 ευρώ, εμφανίζοντας άνοδο σε σύγκριση με το 2022 και το 2021, όταν διαμορφωνόταν στα 14,7 ευρώ και τα 13,9 ευρώ αντίστοιχα. Όμως, το ποσό αυτό εξακολουθεί να απέχει σημαντικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που ανήλθε στα 31,8 ευρώ στην Ε.Ε. και στα 35,6 ευρώ στην Ευρωζώνη.
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως για όλους αυτούς τους ανθρώπους και τις οικογένειές τους μεσολάβησαν τα “πέτρινα” χρόνια της πανδημίας όπου, όπως λέει ο Γ. Χότζογλου «ζήσαμε την απόλυτη εξαθλίωση και τον εμπαιγμό με τις αναστολές σύμβασης και τα 534 ευρώ … Προσέξτε, δεν τα παίρναμε κάθε 30 ημέρες όπως έλεγε η κυβέρνηση, αλλά κάθε 40 ή κάθε 50 ημέρες. Χιλιάδες συνάδελφοι μου δεν μπορούσαν να βιοποριστούν και να ζήσουν τις οικογένειές τους και στράφηκαν σε άλλους κλάδους».
«Ακόμη μνημονιακός νόμος περιορίζει την ισχύ του επιδόματος ανεργίας σε μόλις 3 μήνες … πρακτικά στη βόρεια Ελλάδα που οι καιρικές συνθήκες δεν ευνοούν για επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, εργαζόμενοι που απολύονται τον Σεπτέμβριο, επιδοτούνται μέχρι τον Δεκέμβριο. Από τον Δεκέμβριο μέχρι τον επόμενο Μάιο είναι χωρίς εισόδημα. Αλλά και στη νότια Ελλάδα, εργαζόμενοι απολύονται Οκτώβριο, έχουν επίδομα ανεργίας μέχρι τον Ιανουάριο. Από τον Ιανουάριο μέχρι τον Μάιο, είναι επίσης χωρίς εισόδημα».
Τι έκαναν οι εργοδότες για να «προσελκύσουν» εργαζόμενους στις επιχειρήσεις τους; Απλώς περίμεναν πως αυτοί θα τρέξουν να πιάσουν και πάλι δουλειά προσφέροντάς τους απαράδεκτα μικρά μεροκάματα, απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης (πολλοί πέρσι κατάγγειλαν ότι κοιμόντουσαν μέσα στα αυτοκίνητά τους) και εξοντωτικά ωράρια εργασίας που έφτανε να είναι μέχρι και 12ωρη και μάλιστα χωρίς ρεπό.
Σε τέτοιες συνθήκες ήταν επόμενο να μην βρίσκονται όχι μόνο επαγγελματίες του τουριστικού κλάδου αλλά ούτε καν φοιτητές που τις προηγούμενες δεκαετίες έκαναν τις “σεζόν” τους για να βγάλουν το χαρτζιλίκι του χειμώνα.
Το πρόβλημα δεν αφορά βεβαίως μόνο την περσινή και τη φετινή χρονιά αλλά θα γίνεται χρόνο με το χρόνο οξύτερο καθώς επιδεινώνεται το δημογραφικό. Όπως γράφει η εφημερίδα Handelsblatt «η έλλειψη εργατικού δυναμικού αποτελεί ένα ολοένα και μεγαλύτερο πρόβλημα. Περίπου 600.000 κυρίως νέοι Έλληνες έφυγαν για το εξωτερικό. […] Μεταξύ 2010 και 2020 ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 5,9%. […] Και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων η Ελλάδα πρόκειται να χάσει μισό εκατομμύριο εργαζόμενους έως το 2040».
Τι μπορεί να γίνει λοιπόν;
Δύο λύσεις υπάρχουν. Η μία είναι αυτή στην οποία προσανατολίζεται από ο,τι φαίνεται η κυβέρνηση: η εισαγωγή εργαζομένων από τρίτες χώρες, όπως π.χ. η Ινδία και ήδη έχει προχωρήσει σε σχετικές συμφωνίες με άλλα κράτη αλλά έχει πάρει και τη νομοθετική πρωτοβουλία για τη χορήγηση άδειας παραμονής σε μετανάστες που ζουν επί τουλάχιστον τρία χρόνια στην Ελλάδα εάν έχουν κάποια νόμιμη απασχόληση. Βολική λύση. Σου δουλεύουν με χαμηλά μεροκάματα και ζώντας σε παραπήγματα; Τους κρατάς. Αρνούνται αυτές τις συνθήκες; Απέλαση! Και να έλθουν άλλοι. Πιο βολικοί. Κάτι σαν σύγχρονο σκλαβοπάζαρο δηλαδή και παρά την “αλλεργία” που έχεις δείξει τόσα χρόνια για τους μετανάστες.
Η άλλη λύση είναι απλή αλλά λιγότερο βολική για κυβέρνηση και εργοδότες: Συλλογικές συμβάσεις εργασίας, υψηλά μεροκάματα κοντά ή και πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο (τι διάολο “βαριά βιομηχανία” της χώρας είμαστε;), με 8ωρο, υπερωρίες και ρεπό, ανθρώπινες συνθήκες διαμονής και διαβίωσης. Για Έλληνες και ξένους εργαζόμενους.
Τρίτη λύση δεν υπάρχει. «Τα πιο κακοπληρωμένα γκαρσόνια της Ευρώπης» δεν πρόκειται να αυξηθούν. Και τότε να δούμε ποιοι και πως θα εξυπηρετήσουν τους πάνω από 33 εκατομμύρια επισκέπτες που περιμένουμε και φέτος από το εξωτερικό…