Οι ελληνικές επιχειρήσεις, στην προσπάθεια βιωσιμότητας και ανάπτυξης τους, καλούνται να αντιμετωπίσουν μία σειρά από προκλήσεις. Ορισμένες από αυτές, όπως η ακρίβεια ή η έλλειψη των κατάλληλων χρηματοδοτικών εργαλείων, απασχολούν για χρόνια την επιχειρηματική κοινότητα και κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Του Προέδρου Ε.Ε.Α και Επίτιμου Διδάκτορα ΠΑ.ΠΕΙ. Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου
Τα άλματα του πληθωρισμού και οι πιέσεις που ασκούνται στο μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας εξαιτίας της ακρίβειας, έχουν οδηγήσει στη μείωση της κατανάλωσης, γεγονός που αποτυπώνεται και στους τζίρους των επιχειρήσεων.
Η κατάσταση που βιώνουν οι μικρομεσαίοι φαίνεται και σε πρόσφατη μεγάλη έρευνα που διενέργησε η εταιρεία Pulse RC, για λογαριασμό του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Μεταξύ των ευρημάτων ξεχωρίζουν η απαισιοδοξία του 60% των ερωτηθέντων για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, το 56% που δηλώνει ότι ανησυχεί για τη βιωσιμότητα του επαγγέλματος του, το επίσης πολύ υψηλό ποσοστό όσων δηλώνουν ως μεγαλύτερο πρόβλημα την ακρίβεια και κυρίως τις τιμές των τροφίμων.
Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι μέχρι τώρα δεν έχει αντιμετωπιστεί επαρκώς το πρόβλημα, καθώς τα όποια μέτρα έχουν ληφθεί δεν έχουν φέρει τα προσδοκόμενα αποτελέσματα. Άρα θα πρέπει να αναζητηθούν άλλοι τρόποι για να δούμε χαμηλότερες τιμές, ειδικά στα τρόφιμα. Η πρόταση του Ε.Ε.Α. είναι η μείωση των έμμεσων φόρων, δηλαδή του ΦΠΑ στα βασικά αγαθά και του ΕΦΚ στα καύσιμα, οι τιμές των οποίων επίσης παρουσιάζουν σημαντική αύξηση το τελευταίο διάστημα. Και μάλιστα χωρίς κάποιον προφανή λόγο, γεγονός που πρέπει να προβληματίσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Παράλληλα πρέπει να εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι στην αγορά για τον περιορισμό φαινομένων αισχροκέρδειας, κυρίως από μεγάλες πολυεθνικές.
Για να μπορέσουμε να μιλάμε ρεαλιστικά για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, πρέπει να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα όσων περισσότερων μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι εφικτό και μέσα από συντονισμένες δράσεις να επιτύχουμε ως χώρα τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτούνται στοχευμένα μέτρα, όπως η ενίσχυση της ρευστότητας των ΜμΕ, η αντιμετώπιση του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους, η διευκόλυνση των επιχειρήσεων στην ψηφιακή τους μετάβαση, η προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων, η πάταξη της γραφειοκρατίας, ο περιορισμός της φοροδιαφυγής, η μείωση του χρόνου απονομής δικαιοσύνης.
Ειδικά το θέμα της χρηματοδότησης είναι απολύτως κομβικό για όλες τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες στην συντριπτική τους πλειονότητα είναι αποκλεισμένες και από τον τραπεζικό δανεισμό αλλά και από τα χρηματοδοτικά προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του ΕΣΠΑ. Μάλιστα για την αντιμετώπιση του προβλήματος ρευστότητας έχουμε απευθύνει πολλές φορές προς την Κυβέρνηση επίσημο αίτημα με το οποίο ζητάμε να αλλάξουν οι όροι υπαγωγής στα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης, προκειμένου περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις να αποκτήσουν πρόσβαση στους κοινοτικούς πόρους.
Αντί λοιπόν κάποιες ελάχιστες μεγάλες επιχειρήσεις να στηρίζονται με εκατομμύρια ευρώ, να δοθεί η δυνατότητα ενίσχυσης σε μικρότερες με χαμηλότερα ποσά, της τάξης των 100.000, 200.000 ή 500.000 ευρώ. Το να ενισχύονται μόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις, είτε από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είτε από τα κοινοτικά κονδύλια, προκαλεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στην αγορά και οδηγεί στη δημιουργία ολιγοπωλίων. Οι μεγάλοι χαμένοι από αυτή την εξέλιξη δεν είναι άλλοι από τους μικρομεσαίους αλλά και από τους καταναλωτές. Θεωρούμε απόλυτη ανάγκη την στήριξη και ενίσχυση των ΜμΕ λόγω και των ειδικών συνθηκών που επικρατούν στην οικονομία μας. Δεν έχουμε τη βαριά βιομηχανία και γενικά οι επιχειρήσεις μας είναι μικρότερου μεγέθους σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οπότε πρέπει να ληφθούν και οι ανάλογες πρωτοβουλίες.
Ιδιαίτερη βαρύτητα από την πλευρά της Πολιτείας πρέπει να δοθεί και στο θέμα της αξιοποίησης των τεχνολογικών εργαλείων, καθώς είναι τομέας που επηρεάζει πλέον άμεσα και το επιχειρείν. Ειδικά η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης και οι δυνατότητες που θα έχουν επιχειρήσεις και πολίτες, θα δημιουργήσουν νέα δεδομένα, σημαντικές αλλαγές αλλά και ευκαιρίες. Οπότε ο επιχειρηματικός κόσμος θα πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένος και το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών εργάζεται συστηματικά για την πληρέστερη ενημέρωση των μελών του.