Μέσα σε ένα εξαιρετικά αβέβαιο διεθνές περιβάλλον, η ελληνική οικονομία διατηρεί τη θετική της πορεία. Το ΑΕΠ εξακολουθεί να αναπτύσσεται με υψηλότερους ρυθμούς από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, η χώρα έχει επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα, οι δείκτες της ανεργίας μειώνονται σταθερά, ενώ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η υλοποίηση των προγραμμάτων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ. Αντίστοιχα, έχουν γίνει σημαντικά βήματα αναβάθμισης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ιδιαίτερα σε τομείς όπως η ψηφιοποίηση των διεπαφών του κράτους με τις επιχειρήσεις και η λειτουργία της φορολογικής διοίκησης. Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιοποίησε πρόσφατα ο Economist, η Ελλάδα είναι μια από τις τρεις χώρες με την ταχύτερη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Της Σοφίας Κουνενάκη Εφραίμογλου*
Ωστόσο, η πρόοδος αυτή δεν αρκεί για να ικανοποιήσει τους φιλόδοξους στόχους, που έχουμε θέσει για το παρόν και το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.
Πρόκληση παραμένει η αναβάθμιση των δομικών χαρακτηριστικών της ανάπτυξης, στην οποία κυρίαρχο ρόλο διατηρεί μέχρι σήμερα η ιδιωτική κατανάλωση. Η αύξηση της συμμετοχής των επενδύσεων παγίων κεφαλαίων στο ΑΕΠ – ώστε να προσεγγίσουμε τον μέσο όρο της Ε.Ε. – αλλά και η διαφοροποίηση του μείγματος των επενδύσεων με έμφαση στη μεταποίηση, στον πρωτογενή τομέα, στις νέες τεχνολογίες, είναι ζητούμενα κρίσιμης σημασίας.
Πρόκληση, που επηρεάζει άμεσα την προσπάθεια προσέλκυσης περισσότερων παραγωγικών επενδύσεων, παραμένει επίσης η βελτίωση της θέσης της Ελλάδας στην παγκόσμια κατάταξη για την ανταγωνιστικότητα, με δεδομένο ότι η χώρα μας βρέθηκε το 2023 μόλις στην 49η θέση στην Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας του IMD, από την 51η θέση το 2019.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην οικονομία και εκφράζουν συγκρατημένη αισιοδοξία για το μέλλον. Έχουν επίγνωση των αλλαγών που συμβαίνουν γύρω μας και κατανοούν την ανάγκη να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον, να συμβαδίσουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις στην παραγωγή και στην εργασία, να εφαρμόσουν καινοτομίες, να επενδύσουν σε σύγχρονες δεξιότητες προκειμένου να παραμείνουν βιώσιμες και ανταγωνιστικές. Η ανάγκη αυτή είναι ακόμη πιο επιτακτική για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες συνιστούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και ταυτόχρονα αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις ανάπτυξης.
Στην προσπάθεια αυτή χρειάζονται και αξίζουν κάθε δυνατή στήριξη. Είναι θετικό το ότι η κυβέρνηση προωθεί μια συνεκτική ατζέντα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, ώστε να ενισχύσει αυτή την προσπάθεια και να αντιμετωπίσει προβλήματα, που καθηλώνουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Ζητούμενο είναι οι αλλαγές αυτές να παράγουν στο εξής μετρήσιμο θετικό αποτέλεσμα.
Στο αμέσως επόμενο διάστημα, καλούμαστε να αξιοποιήσουμε σωστά τις ευκαιρίες που δημιουργεί η αναβάθμιση των συνθηκών χρηματοδότησης του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, σε συνδυασμό με την εισροή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και των άλλων ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων, ώστε να προωθήσουμε ποιοτικές επενδύσεις σε υποδομές, σε νέες τεχνολογίες και μεθόδους παραγωγής, στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού.
Χρειάζεται, ταυτόχρονα, να προχωρήσουν ταχύτερα οι μεταρρυθμίσεις με στόχο την αναβάθμιση της λειτουργίας του κράτους, των θεσμών, των αγορών και των επιχειρήσεων. Τα ψηφιακά άλματα που πραγματοποιεί η δημόσια διοίκηση, πρέπει να συνδεθούν με απλοποίηση των διαδικασιών, με περιορισμό της γραφειοκρατίας και της πολυνομίας, με θέσπιση ποιοτικών και ποσοτικών στόχων σε κάθε μονάδα δημόσιας διοίκησης και αποτελεσματικότερους μηχανισμούς για την ενίσχυση της διαφάνειας και την αντιμετώπιση της διαφθοράς.
Χρειάζεται συνέχιση των παρεμβάσεων για μια πιο ανταγωνιστική φορολόγηση των επιχειρήσεων και της εργασίας, επιτάχυνση των επενδύσεων και των πολιτικών για τη μείωση του κόστους της ενέργειας, αναβάθμιση των δημοσίων υποδομών και μέριμνα για την προστασία από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης. Χρειάζονται περισσότερες ακόμη παρεμβάσεις, που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, ενθαρρύνουν την καινοτομία και υποστηρίζουν τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Η ελληνική οικονομία έχει κάνει μεγάλα βήματα μπροστά, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Όμως, η ανάπτυξη που επιδιώκουμε δεν μπορεί να στηριχθεί στην ευάλωτη συνταγή του παρελθόντος. Επιχειρήσεις και Πολιτεία οφείλουν να κινητοποιηθούν πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Οι προϋποθέσεις για να πετύχουμε αυτό το στόχο είναι γνωστές: περισσότερες και πιο τολμηρές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, στους θεσμούς και στις αγορές, περισσότερες και ποιοτικές επενδύσεις, σύγχρονες δεξιότητες, πίστη στο όραμα και στις ικανότητες των ελληνικών επιχειρήσεων.
* Η Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου είναι Πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (EBEA), Πρόεδρος του Εθνικού Επιμελητηριακού Δικτύου Ελληνίδων Γυναικών Επιχειρηματιών (ΕΕΔΕΓΕ), Εκτελεστική Αντιπρόεδρος Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού.