Όποιος μπήκε το τελευταίο διάστημα στη διαδικασία αναζήτησης αυτοκινήτου, το μυστικό το ξέρει: οι τιμές βρίσκονται ήδη στα ύψη και η αγορά καινούργιου IX είναι πιο δύσκολη από ποτέ.
Του Νίκου Λουπάκη
«Είναι ένας άλλος κόσμος» είχε πει στέλεχος μεγάλου επιχειρηματικού ομίλου που αντιπροσωπεύει πολλές γνωστές μάρκες αυτοκινήτων στην ελληνική αγορά όταν είχε ερωτηθεί σχετικά με αυτό το ράλλυ των τιμών που ξεκίνησε λίγο μετά την πανδημία του κορωνοϊού. Και μόνο ένα παράδειγμα αρκεί για να καταλάβει κανείς τι έχει συμβεί αυτά τα χρόνια: το Volkswagen Polo, ένας τυπικότατος εκπρόσωπος της κατηγορίας των «σουπερμίνι», των σχετικά μικρών εκείνων αυτοκινήτων που μπορούν όμως να παίξουν και το ρόλο του μοναδικού οικογενειακού μεταφορικού μέσου καικαταλαμβάνουν το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας της αγοράς, κοστίζει σήμερα στην πιο προσιτή του εκδοχή κάπου 18.000 ευρώ. Το ίδιο αυτοκίνητο, όταν είχε πρωτολανσαριστεί, πριν από μια επταετία περίπου ξεκινούσε από 12.500 ευρώ!
Θα μπορούσε κανείς να σταματήσει εκεί να μην πει τίποτα άλλο… Η διαφορά είναι τεράστια και αυτό που ζούμε σήμερα είναι ότι αγοράζουμε πλέον ένα σαφώς μικρότερο αυτοκίνητο, μιας κατηγορίας κάτω σε σχέση με αυτό που θα αγοράζαμε με τα ίδια χρήματα πριν από 3-4 χρόνια. Διότι βεβαίως το παράδειγμα του Volkswagen δεν είναι το μοναδικό – η διαπίστωση αυτή αφορά ολόκληρη την αγορά, καθώς σύσσωμες οι αυτοκινητοβιομηχανίες παγκοσμίως επικαλέστηκαν τα προβλήματα που προκάλεσε από τη μια η πανδημία, από την άλλη ο πόλεμος στην Ουκρανία για να προχωρήσουν στην αύξηση των τιμοκαταλόγων τους.
Και βεβαίως δεν είναι μόνο η άνοδος των τιμών που κάνει πιο δύσκολη την απόκτηση ενός καινούργιουαυτοκινήτου. Είναι και οι πολιτική των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες προ μνημονίου – και μέχρι να εμφανιστούν τα πρώτα σύννεφα της Lehman Brothers-προσέφεραν δάνειο σε κάθε πικραμένο για οτιδήποτε και βεβαίως έδιναν τη δυνατότητα στις αντιπροσωπείες να προχωρούν σε χρηματοδοτήσεις αρκετά εύκολα. Και μπορεί να κατανοήσει κανείς το γεγονός ότι επί μνημονίου αυτό «μαζεύτηκε», όμως τώρα που θεωρητικά τουλάχιστον έχουμε επανέλθει στην κανονικότητα, θα μπορούσε να υπάρξει κάτι καλύτερο στον τομέα αυτό, ώστε να διευκολυνθεί ο απλός πολίτης να αποκτήσει καινούριο αυτοκίνητο.
Αν λοιπόν κοιτάξει κανείς τι υπάρχει σήμερα στην αγορά θα διαπιστώσει ότι τα πιο καλά επιτόκια είναι της τάξης του 2-3%, ενώ τα συνήθη ανεβαίνουν στο 7-9%. Αυτό σημαίνει για έναν μέσο αγοραστή/ιδιώτη τα πράγματα είναι αρκετά σύνθετα – και δεν είναι τυχαίο που οι μισές από τις πωλήσεις καινούργιων αυτοκινήτων αφορούν εταιρικούς στόλους.
Αυτή η ιστορία που περιγράφουμε ήταν αναπόφευκτο να συμπαρασύρει και τις τιμές των μεταχειρισμένων. Διότι όταν γίνεται τόσο δύσκολο να πάρει κανείς ένα «φυσιολογικό» καινούριο αυτοκίνητο, αναγκαστικά θα στραφεί στην πιο φθηνή λύση. Μόνο που και αυτή η πιο φθηνή λύση πήρε επίσης την ανηφόρα με αποτέλεσμα και ακόμα και σήμερα να μπορεί κανείς να βρει εύκολα περιπτώσεις που θα αγοράσει ένα μεταχειρισμένο πιο ακριβά από την τιμή που το ίδιο αυτοκίνητο είχε σαν καινούργιο, πριν από 3-4 χρόνια! Εννοείται ότι η αύξηση τιμών των μεταχειρισμένων είναι οριζόντια και ξεκινά από τα πλέον παλιά και φτάνει μέχρι τα πιο καινούργια,που τελικά μοσχοπουλιούνται, κάνοντας τους εισαγωγείς μεταχειρισμένων να τρίβουν τα χέρια τους.
Αν λοιπόν θέλει κανείς να αντιμετωπίσει κάπως αυτή την κατάσταση, η οποία εκτός των άλλων συμβάλει στο να μονιμοποιηθεί και να ενταθεί το φαινόμενο τηςγήρανσης του στόλου των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν στην Ελλάδα (από τα 11,5 περίπου έτη το 2010, περίπου 17 σήμερα όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι τα 12 έτη!)* θα πρέπει να δει με ποιον τρόπο θα δοθούν κίνητρα προκειμένου να αποσυρθούν από τηνκυκλοφορία τα παλιότερα αυτοκίνητα και στη θέση τους θα μπουν καινούρια – και αυτή η άποψη περί κινήτρων που διατυπώνουμε δεν αφορά τόσο τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, όσο τα μικρά, σύγχρονης τεχνολογίας και χαμηλού κυβισμού & κατανάλωσης μοντέλα που πρέπει να γίνουν όσο το δυνατόν πιο προσιτά. Αυτή η ανανέωση του στόλου των οχημάτων θα συμβάλει και στη βελτίωση της οδικής ασφάλειας στη χώρα μας.
*Στοιχείο που αποτελεί ακόμα ένα αρνητικό ρεκόρ για τη χώρα μας, η οποία βρίσκεται στην τελευταία θέση στην ΕΕ, μαζί με την Εσθονία.
Ο Νίκος Λουπάκης είναι δημοσιογράφος, μηχανολόγος μηχανικός, πρόεδρος της επιτροπής του “αυτοκινήτου της χρονιάς” για την Ελλάδα