Η αγορά εργασίας στην Ελλάδα κατά τη μεταπανδημική περίοδο χαρακτηρίζεται από σημαντικά «παράδοξα». Επισημαίνω μόνο δύο.
Του Γιώργου Μουλκιώτη*
«Παράδοξο» 1ο: ενώ σε όρους απασχόλησης και μείωσης της ανεργίας έχει ανακάμψει -αν και όχι το ίδιο για όλους τους κλάδους- , η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό. Επιπρόσθετα, δεδομένου ότι ο πληθωρισμός απληστίας – δημιούργημα της Κυβέρνησης της ΝΔ- επηρεάζει βασικά αγαθά, όπως η στέγαση, η ενέργεια και τα τρόφιμα, οι εισοδηματικές ανισότητες διευρύνονται, καθώς τα χαμηλόμισθα νοικοκυριά πλήττονται περισσότερο.
«Παράδοξο»2ο: Στη χώρα μας, που κατέχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας μετά την Ισπανία – 11% σύμφωνα με τα στοιχεία Φεβρουαρίου 2024 της Eurostat- παρατηρείται αναντιστοιχία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης – με άλλα λόγια σοβαρές ελλείψεις εργαζομένων- σε αρκετούς κλάδους της οικονομίας: στον τουρισμό, στην εστίαση, στις κατασκευές, στη βιομηχανία, στο εμπόριο.
Ας επιχειρήσουμε να ανιχνεύσουμε τις αιτίες αυτού του δεύτερου παράδοξου:
– Οι πολιτικές της Κυβέρνησης Μητσοτάκη στον τομέα της εργασίας: περισσότερη ευελιξία για τους εργοδότες, λιγότερη ασφάλεια για τους εργαζόμενους, απελευθέρωση των απολύσεων, ποινικοποίηση των συλλογικών διεκδικήσεων, επικράτηση ευέλικτων μορφών απασχόλησης, χαμηλοί μισθοί – προτελευταίοι στην Ε.Ε. σε αγοραστική δύναμη μετά τους Βούλγαρους-, κακές συνθήκες εργασίας
– Η έλλειψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας (στην Ελλάδα μόλις το 10 % καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις): η έλλειψη αυτή στερεί από τις επιχειρήσεις τη δυνατότητα παραγωγικών συνεργειών μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων , προκειμένου να ρυθμίσουν τομείς όπως την επαγγελματική κατάρτιση και την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού τους και από κοινού να αναβαθμίσουν την ποιότητα των θέσεων εργασίας .
-Η φυγή στο εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερης ποιοτικά και υψηλότερα αμειβόμενης εργασίας. Η φυγή αυτή δεν αφορά μόνο επιστήμονες αλλά εργαζόμενους όλων των κλάδων της οικονομίας. Και η φυγή αυτή δεν έχει ανασχεθεί αλλά συνεχίζεται.
-Το υπολειμματικό μοντέλο κοινωνικού κράτους, που οδηγεί κυρίως γυναίκες να δηλώνουν μη ενεργές, για να μείνουν στο σπίτι ή να απασχολούνται μερικώς προκειμένου να καλύψουν τις ελλείψεις του κοινωνικού μας κράτους: να φυλάξουν το μωρό ή τον ηλικιωμένο γονέα
– Η απουσία αξιόπιστου ολοκληρωμένου μηχανισμού διάγνωσης των αναγκών σε δεξιότητες, εθνικό, περιφερειακό και κλαδικό επίπεδο.
– Η αναντιστοιχία μεταξύ των περιοχών που προσφέρονται οι θέσεις εργασίας και της κατοικίας των ανέργων: δύσκολα οι Έλληνες εγκαταλείπουν τον τόπο διαμονής τους για να μετοικήσουν σε άλλη περιοχή να εργαστούν
– Η διαχρονική (από των Οθωνική περίοδο…) υποβάθμιση της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και η άρνηση των περισσότερων να ασχοληθούν με χειρωνακτικές εργασίες.
Και να μην υποτιμούμε το δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο , αν δεν το αντιμετωπίσουμε, θα μεγεθυνθεί στο μέλλον, υπονομεύοντας όχι μόνο την αγορά εργασίας αλλά και όλη την οικονομία μας…
Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Ωστόσο, ας αναρωτηθούμε για τα προφανή. Για τις δύο βασικές προτεραιότητες των εργαζομένων σε σχέση με την επιλογή ή την παραμονή σε μια θέση εργασίας : το ύψος της αμοιβής και τις συνθήκες εργασίας(π.χ. τήρηση ωραρίου, τήρηση εργατικής νομοθεσίας). Και στις δύο παραμέτρους είμαστε στον πάτο της Ευρώπης: είναι γνωστό ότι οι Έλληνες δουλεύουν περισσότερο από όλους τους Ευρωπαίους αλλά είναι προτελευταίοι σε αγοραστική δύναμη στην ΕΕ, ξεπερνώντας μόνο τους Βούλγαρους! Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα είναι ουραγός στις ποιοτικές θέσεις εργασίας, ενώ καταγράφεται 1 νεκρός ανά 2 μέρες από εργατικά ατυχήματα. Είναι κοινό μυστικό ότι οι παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο (σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιθεώρησης Εργασίας, που η Κυβέρνηση έχει υποβαθμίσει μετατρέποντάς την σε «μαϊμού Ανεξάρτητη Αρχή) οι μισές επιχειρήσεις παρανομούν.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν με τα βασικά, με την υποχρέωση της Πολιτείας να διασφαλίζει ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας , να προστατεύει την ασφάλεια και την υγεία στον εργασιακό χώρο και ικανοποιητική αμοιβή, ώστε ο εργαζόμενος να έχει μια αξιοπρεπή ζωή.
Η επίτευξη των στόχων αυτών προϋποθέτει μια συνολική πολιτική παρέμβαση σε όλα τα επίπεδα (στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, της δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης, ενεργειακή δημοκρατία, σοβαρή αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος , πραγματικά ανεξάρτητη λειτουργία των Ανεξάρτητων Αρχών για τον έλεγχο της αγοράς και την αντιμετώπιση της ασυδοσίας, γενναία μέτρα για το δημογραφικό κ.λπ), μια παρέμβαση που μόνο η Δημοκρατική Παράταξη θέλει και μπορεί.
Αυτοπεριοριζόμενος – για λόγους χώρου- στο χώρο της εργασίας είναι απολύτως απαραίτητη η επαναφορά του συστήματος προσδιορισμού του κατώτατου μισθού από τους κοινωνικούς εταίρους, η ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, η ενίσχυση των συλλογικών και κλαδικών συμβάσεων εργασίας προκειμένου να καλύπτονται όλοι οι εργαζόμενοι και η ουσιαστική αναβάθμιση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και η ένταξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων στην αγορά εργασίας μέσα από στοχευμέναπρογράμματα εκπαίδευσης και απασχόλησης
Μεσοπρόθεσμα, τέλος, θεωρούμε ότι χρειάζεται να ανοίξει ο διάλογος – όπως συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες- για τη μελλοντική μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση αποδοχών, στο πλαίσιο της εξέλιξης των νέων τεχνολογιών, της αυτοματοποίησης και της ρομποτικής, ώστε οι νέες τεχνολογίες να αξιοποιηθούν τόσο για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, όσο και για την βελτίωση της ποιότητας ζωής των εργαζόμενων.
*Βουλευτής Βοιωτίας και Τομεάρχης Εργασίας του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής