Την «εικόνα» των Ελλήνων για τις ΗΠΑ και τους Αμερικανούς στη διάρκεια του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού παρουσιάζει ο διδάκτωρ Νεότερης Ιστορίας του ΑΠΘ Κωνσταντίνος Διώγος στο βιβλίο του «Το όραμα των Ελλήνων για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής – Από την Ελληνική Επανάσταση έως τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο» (εκδ. Αλεξάνδρεια).
«Το βιβλίο έχει ως θέμα την εικόνα των Ελλήνων για τις ΗΠΑ και τους Αμερικανούς στη διάρκεια του 19ου αιώνα και των άρχων του 20ού. Πιο συγκεκριμένα διερευνά το συμβολικό περιεχόμενο αυτών των εικόνων, τη διαδικασία “ κατασκευής” και τη λειτουργία τους καθώς και την επίδρασή τους την ιστορική εξέλιξη της ελληνική κοινωνίας. Επίκεντρο αυτού του βιβλίου, επομένως, δεν είναι οι ΗΠΑ, αλλά η Ελλάδα, μιας και η παρακολούθηση των μεταμορφώσεων της εικόνας της Αμερικής αποτελεί, στην ουσία, ένα συναρπαστικό ταξίδι στην ιστορία της Ελλάδας», τόνισε, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού/Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM», ο συγγραφέας.
Στη συνέντευξη, ο κ. Διώγος αναφέρθηκε επίσης:
-στις κυρίαρχες εικόνες των ΗΠΑ που απασχόλησαν τους Έλληνες
Ο «Νέος Κόσμος» αποτελούσε ανέκαθεν για την Ευρώπη μια συνεχή πρόκληση. Συμβόλιζε το μακρινό, το άγνωστο, το διαφορετικό, το άγριο, το φυσικό, αλλά παράλληλα κι έναν χώρο πραγμάτωσης του ονείρου, της ουτοπίας. Αποτέλεσε καταφύγιο των πολιτικά και θρησκευτικά κατατρεγμένων της Ευρώπης και αντιπροσώπευε τον πόθο μιας ιδανικής κοινωνίας, καλύτερης από εκείνη του Παλαιού Κόσμου. Μετά την Αμερικανική Επανάσταση οι ΗΠΑ απέκτησαν τα χαρακτηριστικά ενός οικουμενικού συμβόλου δημοκρατίας και ελευθερίας. Προς το τέλος του 19ου αιώνα ταυτίστηκαν με το «αμερικανικό όνειρο», την προσδοκία εύκολου πλουτισμού για εκατομμύρια μετανάστες. Παράλληλα, αποτελούσαν την επιτομή της νεωτερικότητας, του μοντέρνου τρόπου ζωής, της τεχνολογικής προόδου και από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ενεργούσαν και ως παγκόσμια υπερδύναμη. Όλες αυτές οι εξελίξεις αποτέλεσαν σταθερό σημείο αναφοράς στον ελληνικό δημόσιο λόγο, άλλοτε με θετικό και άλλοτε με αρνητικό περιεχόμενο, άλλοτε ως παράδειγμα προς μίμηση και άλλοτε προς αποφυγή. Οι πολλαπλές εικόνες των ΗΠΑ προσαρμόστηκαν στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και εξέφρασαν τις προσδοκίες, τις ελπίδες, τα οράματα των Ελλήνων για μια καλύτερη κοινωνία, αλλά και τους φόβους, τις ανασφάλειες και τις ανησυχίες τους για το μέλλον.
-γιατί στρέφουν οι Έλληνες το ενδιαφέρον τους στην Αμερική, πότε την «ανακαλύπτουν»
Οι Έλληνες «ανακαλύπτουν» τις ΗΠΑ στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και είναι οι πολιτικές ανάγκες του Αγώνα, δηλαδή η ανάγκη πολιτειακής και θεσμικής συγκρότησης των επαναστατημένων Ελλήνων, που στρέφουν το ενδιαφέρον προς την Αμερική. Επειδή οι ΗΠΑ ήταν ταυτισμένες με την δημοκρατία, ο ελληνικός δημόσιος λόγος για την Αμερική ισοδυναμούσε με λόγο για την δημοκρατία. Με άλλα λόγια, όσοι μιλούσαν θετικά για τις πολιτικές κατακτήσεις των Αμερικανών συνηγορήσουν υπέρ του πολιτεύματος της αβασίλευτης δημοκρατίας, ως το καταλληλότερο πολίτευμα για την Ελλάδα. Μελετώντας κανείς τον δημόσιο λόγο για την Αμερική, στα χρόνια της Επανάστασης, ανακαλύπτει τα ακρότατα όρια της πρώιμης δημοκρατικής και φιλελεύθερης σκέψης στην Ελλάδα. Έτσι, το πρότυπο της δημοκρατικής Αμερικής ενσωματώθηκε στο ελληνικό όραμα της ελευθερίας.
-πόσοι ήταν αυτοί που οραματίζονταν μια αβασίλευτη δημοκρατία αμερικανικού τύπου για το νεοσύστατο ελληνικό κράτος
Σίγουρα δεν ήταν οι περισσότεροι, αφού η πλειοψηφία θεωρούσε ανέφικτο ένα τέτοιο πολιτικό μοντέλο, αφενός γιατί η βασιλεία ήταν το κυρίαρχο πολίτευμα σε ολόκληρη την Ευρώπη και αφετέρου γιατί οι Έλληνες θεωρούνταν ακόμη πολιτικά ανώριμοι. Ωστόσο, υπήρχαν μερικές αξιοσημείωτες φιλελεύθερες φωνές που θεωρούσαν μια αβασίλευτη δημοκρατία αμερικανικού τύπου ως το καταλληλότερο πολίτευμα. Αναφέρω ενδεικτικά τον Αναστάσιο Πολυζωίδη, ο οποίος στα 1824 τυπώνει στο Μεσολόγγι το αμερικανικό σύνταγμα και ζητά να μιμηθούμε τους «Σοφούς Αμερικανούς». Ο σημαντικότερος απ’ όλους όμως ήταν ο πατριάρχης του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο Αδαμάντιος Κοραής.
-ποια θέση κατείχε η Αμερική στο πολιτικό όραμα του Κοραή
Στο βιβλίο μου χαρακτηρίζω τον Κοραή ως τον πρώτο «αμερικανολόγο», τον πιο ενημερωμένο Έλληνα της εποχής του για τις υπερατλαντικές εξελίξεις, και αυτό φαίνεται από τη βιβλιογραφία που χρησιμοποιεί. Η πολιτεία των «Αγγλαμερικανών» κατείχε κομβική θέση στο έργο του και ο ίδιος ο Κοραής προσπάθησε να υλοποιήσει ένα «αμερικανικό σχέδιο». Προέβαλε σκόπιμα την αμερικανική κοινωνία και πολιτεία εξιδανικευμένα και την πρότεινε, μέσα από το έργο και την αλληλογραφία του, ως πρότυπο στους Έλληνες. Το 1825 έγραφε στον Γεώργιο Κουντουριώτη, Πρόεδρο του Εκτελεστικού, πως «όποιον έθνος, ευρισκόμενον εις τοιαύτην κατάστασιν διαλέξη άλλο είδος πολιτείας, παρά το των Αγγλαμερικανών, πράσσει το αυτό, ως να ήθελε να τρέφεται ακόμη με βαλανίδια μετά την εύρεσιν του άρτου». Αλληλογραφούσε τακτικά με τον βουλευτή Έντουαρντ Έβερετ και με έναν από τους Ιδρυτές Πατέρες της αμερικανικής δημοκρατίας, τον Τόμας Τζέφερσον, 3ο πρόεδρο των ΗΠΑ, προσπαθώντας να ενεργοποιήσει τον αμερικανικό διπλωματικό παράγοντα, όταν διέκρινε ότι η Ελληνική Επανάσταση ξέφευγε από τους αρχικούς φιλελεύθερους στόχους και εγκλωβιζόταν σε συντηρητικές-μοναρχικές λύσεις.
-μέχρι πότε παρέμεινε ζωντανή εικόνα της Αμερικής ως πρότυπο δημοκρατίας
Παρέμεινε ζωντανή μέχρι και τα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα και ενεργοποιήθηκε όταν οι απογοητευμένες από την βασιλεία του Όθωνα δυνάμεις έψαχναν σημεία αναφοράς για να στηρίξουν αρχικά το αίτημα παροχής συντάγματος (1843-1844) και αργότερα την αποπομπή του ανεπιθύμητου βασιλιά (1862). Η δημοκρατική Αμερική αποτέλεσε, έτσι, όπλο στο πλαίσιο του αντι-οθωνικού αγώνα.
-έφθειρε ο Αμερικανικός Εμφύλιος την εικόνα των Ελλήνων για την Αμερική;
Το ζήτημα της δουλείας αποτελούσε ανέκαθεν ένα μαύρο στίγμα στο λαμπερό πρόσωπο της υπερατλαντική δημοκρατίας. Το βιβλίο της Χάριετ Μπήτσερ Στόου, Η καλύβα του μπαρμπα-Θωμά, αφύπνισε και στην Ελλάδα συνειδήσεις, διαβάστηκε και συζητήθηκε πολύ. Ο Αμερικανικός Εμφύλιος (1861-1865) κλόνισε την πίστη πολλών απέναντι στο εφικτό του αμερικανικού δημοκρατικού πολιτεύματος. Στην Ελλάδα οι φιλελεύθερες φωνές τάχθηκαν στο πλευρό των Βορείων και ερμήνευσαν τον αγώνα τους ως μάχη του ανθρωπισμού έναντι της βαρβαρότητας. Από την άλλη, οι φιλομοναρχικοί είδαν με ανακούφιση την πιθανή κατάρρευση του πιο αναγνωρίσιμου στον κόσμο «δημοκρατικού πειράματος» και πανηγύριζαν τις νίκες των Νοτίων. Η τελική νίκη, όμως, των Βορείων και η συγκλονιστική δολοφονία του προέδρου Λίνκολν συγκίνησαν τους Έλληνες και αποκατέστησαν τη λάμψη της αμερικανικής δημοκρατίας.
-αν πέρα από θετικές εικόνες για τις ΗΠΑ, υπήρξαν και αρνητικές εικόνες και κρίσεις για τους Αμερικανούς
Η στάση των Ελλήνων απέναντι στις ΗΠΑ υπήρξε αμφίθυμη, μια σχέση αγάπης-μίσους, επαίνου και επίκρισης. Στην έρευνά μου εντόπισα τρεις περιπτώσεις, όπου εμφανίζεται αυτή η συνύπαρξη θετικών σχολίων μαζί με έναν ιδιότυπο «αντιαμερικανισμό». Αυτός ο «αντιαμερικανισμός» βέβαια δεν είχε τα πολιτικά χαρακτηριστικά που απέκτησε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η πρώτη περίπτωση «αντιαμερικανισμού» εκφράζεται στο πλαίσιο του αντιπροτεσταντισμού. Στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος δραστηριοποιούνταν αμερικανοί ιεραπόστολοι, κυρίως στον χώρο της εκπαίδευσης και των εκδόσεων. Μια μερίδα συντηρητικών ορθόδοξων Ελλήνων, που πρωταγωνίστησε στις διώξεις εναντίον των μισιοναρίων και εκφράζονταν μέσα από την εφημερίδα Αιών, στοχοποίησε τον αμερικανικό τρόπο ζωής και παρουσίαζε της ΗΠΑ ως χώρα της θρησκευτικής βαρβαρότητας. Ωστόσο, ένα μέρος της ελληνικής διανόησης και της εκκολαπτόμενης αστικής τάξης υποδέχτηκε θετικά τα κοσμικά μηνύματα του προτεσταντισμού, κυρίως την «ηθική της εργασίας», καθώς την θεωρούσαν απαραίτητη για τον εκσυγχρονισμό της χώρας.
Η δεύτερη περίπτωση αντιαμερικανικού λόγου σχετίζεται με το ταυτοτικό δίλημμα εκσυγχρονισμός-συντήρηση, αν ανήκουμε ως χώρα στη Δύση ή την Ανατολή. Στα χρόνια της προσπάθειας εκσυγχρονισμού της Ελλάδας επί Χαριλάου Τρικούπη, η Αμερική αποτελούσε αντικείμενο θαυμασμού για τις προόδους στους τομείς της βιομηχανίας, της τεχνολογίας, των εφευρέσεων, του σιδηροδρόμου, των κατασκευών. Όμως, μετά την πτώχευση του 1893, στο πλαίσιο ενός αναδυόμενου αντιδυτικισμού, αμφισβητήθηκε η έννοια του εκσυγχρονισμού. Αυτό έκανε πολλούς Έλληνες να εκφράζουν αμφιβολία, φόβο και εχθρότητα για τον αμερικανικό νεωτερικό τρόπο ζωής, τον οποίο ερμήνευαν ως απειλή για τον παραδοσιακό ελληνικό βίο.
Η τρίτη περίπτωση εμφανίζεται στα χρόνια της μαζικής υπερατλαντικής μετανάστευσης (1890-1924). Από τη μια οι «σπόνσορες του αμερικανικού ονείρου», όσοι δηλαδή είχαν συμφέρον να συνεχίζονται οι μεταναστευτικές ροές, καλλιεργούσαν συστηματικά το «αμερικανικό όνειρο». Από την άλλη, όσοι επιδίωκαν να αναχαιτίσουν το μεταναστευτικό ρεύμα, επέλεξαν συνειδητά να το αποδομήσουν. Αμφισβητούσαν την εικόνα των ΗΠΑ ως «γη της επαγγελίας», προέβαλλαν τις αρνητικές πτυχές της μεταναστευτικής εμπειρίας και σκιαγραφούσαν τις αμερικανικές πόλεις ως χώρους αστικής δυστοπίας. Επρόκειτο για έναν έμμεσο «αντιαμερικανισμό», στο πλαίσιο μιας αντιμεταναστευτικής εκστρατείας.
-την εικόνα της Αμερικανίδας και το πώς επηρέασε το γυναικείο κίνημα στην Ελλάδα
Οι κατακτήσεις των γυναικών στην Αμερική, οι οποίες είχαν σπάσει τα δεσμά του οικιακού χώρου και διεκδικούσαν ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην αγορά εργασίας και αγωνίζονταν για πολιτικά δικαιώματα, καθιστούσαν την «Αμερικανίδα» ως το απόλυτο πρότυπο χειραφετημένης γυναίκας. Οι εκπρόσωποι του πρώιμου γυναικείου κινήματος στην Ελλάδα ήταν φυσικό να στρέψουν το βλέμμα τους στην άλλη άκρη του Ατλαντικού για να αντλήσουν πειστικά παραδείγματα και επιχειρήματα. Τρεις Ελληνίδες, η Καλλιόπη Κεχαγιά, η Καλλιρόη Παρρέν και η Σεβαστή Καλλισπέρη ταξίδεψαν στις ΗΠΑ και μετέφεραν τις εμπειρίες τους στο ελληνικό κοινό.
Αξίζει να σταθούμε στην παιδαγωγό Καλλιόπη Κεχαγιά, η οποία το 1888 περιηγήθηκε τις ΗΠΑ για οκτώ μήνες. Το ταξίδι αυτό συνέβαλε καταλυτικά στη ριζοσπαστικοποίηση της αντίληψης της Κεχαγιά για τον κοινωνικό ρόλο της γυναίκας. Στην Αμερική η Κεχαγιά συνάντησε την «αριστοκρατία» της γυναικείας φιλανθρωπίας‧ γυναίκες της ανώτερης αστικής τάξης, οι οποίες ήταν διευθύντριες σε σχολεία, νοσοκομεία, φυλακές, βιβλιοθήκες, κολλέγια. Διαχειρίζονταν ιδρύματα-επιχειρήσεις, με αυστηρή ιεραρχία, τεράστιους προϋπολογισμούς, εκατοντάδες εργαζόμενους, που εξασφάλιζαν φήμη και κοινωνική προβολή στις διευθύνουσες. Το φιλανθρωπικό τους έργο ήταν ο προθάλαμος της κοινωνικής και πολιτικής τους απελευθέρωσης, αφού μέσα από αυτές τις θέσεις οι γυναίκες εξέφραζαν τις απόψεις τους πάνω σε κρίσιμα ζητήματα της αμερικανικής κοινωνίας. Η Κεχαγιά προσπάθησε να μεταφέρει στην Ελλάδα αυτό το μοντέλο γυναικείας φιλανθρωπίας, ως μέσο χειραφέτησης της Ελληνίδας.
-τη στάση της ελληνικής πολιτικής έναντι του αμερικανικού παράγοντα στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Η εικόνα της Αμερικής στη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου (1914-1918) διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση δύο παραγόντων: Ο πρώτος ήταν η αλλαγή στάσης των ΗΠΑ απέναντι στον πόλεμο, η επιλογή, δηλαδή, να παραμείνουν αρχικά ουδέτερες και στη συνέχεια να εμπλακούν ενεργά σε αυτόν. Ο δεύτερος ήταν ο Εθνικός Διχασμός, η διχογνωμία Βενιζέλου και βασιλιά Κωνσταντίνου για τη σκοπιμότητα ή μη της συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ. Όσο οι ΗΠΑ παρέμεναν ουδέτερες, αποτελούσαν βασικό επιχείρημα για τους βασιλικούς οπαδούς της ουδετερότητας, οι οποίοι αποθέωναν τον πρόεδρο Γουίλσον ως φιλειρηνιστή και προστάτη των δικαίων των μικρών ουδετέρων κρατών. Μετά την είσοδο τους στον πόλεμο (Απρίλιος 1917), οι Αμερικανοί έγιναν βασικό επιχείρημα στον δημόσιο λόγο των βενιζελικών, που ερμήνευσαν τη στάση τους ως δικαίωση της δικής τους επιλογής. Ταυτόχρονα οι βασιλικοί, αισθανόμενοι προδομένοι, ενεργοποίησαν όλα τα αρνητικά στερεότυπα χαρακτηρίζοντας τους Αμερικανούς διπρόσωπους, υποκριτές, φιλοχρήματους.
Παράλληλα, ο Βενιζέλος επιδίωξε να εξασφαλίσει την αμερικανική διπλωματική στήριξη στις μεταπολεμικές ελληνικές εδαφικές αξιώσεις. Επειδή ο αμερικανικός παράγοντας ήταν εξαιρετικά αστάθμητος και όχι πάντοτε φιλικός προς τις ελληνικές θέσεις, ενορχηστρώθηκε στην Αμερική μια ευρεία εκστρατεία προπαγάνδας για την ενημέρωση της αμερικανικής κοινής γνώμης. Ταυτόχρονα, εξαπολύθηκε στην Ελλάδα μια άνευ προηγουμένου «επίθεση φιλίας» προς κάθε τι αμερικανικό, που αυξανόταν όλο και περισσότερο όσο πλησίαζε το Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι (1919). Έτσι έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό δύο αμερικανικοί θεσμοί, που ανέπτυξαν ευρεία δράση στην Ελλάδα την περίοδο 1918-1920. Ήταν ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός και η Αμερικανική YMCA (ΧΑΝ), δύο οργανισμοί που, αν και μη κυβερνητικοί, ήταν απόλυτα συμβατοί με τους στόχους του Γουίλσον για προαγωγή της «διπλωματίας της φιλανθρωπίας» και προώθηση πολιτικών «ήπιου πολιτισμικού εξαμερικανισμού» σε περιοχές στις οποίες οι Αμερικανοί δεν διέθεταν ισχυρά πολιτικά ερείσματα. Ωστόσο, η αναδίπλωση των Αμερικανών, μετά το 1920, στην παραδοσιακή πολιτική του απομονωτισμού και η ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της ίδιας χρονιάς άφησαν ανολοκλήρωτα αυτά τα ελληνοαμερικανικά «ειδύλλια».