Η προγραμματισμένη συνάντηση των ηγετών Ελλάδος – Τουρκίας την 13η Μαϊου 2024 δεν έκρυβε εκπλήξεις.
Του Αντιναύαρχου ΠΝ Β. Μαρτζούκου
Συμφωνίες σε σειρά θεμάτων χαμηλής πολιτικής και διαφωνία σε μείζονα ζητήματα. Ο Πρόεδρος Ερντογάν έθεσε θέμα «τουρκικής» μειονότητος στην Θράκη και λύσεως του Κυπριακού βάσει της «νέα πραγματικότητος» ενώ μία ημέρα πριν εξέφρασε την άποψη ότι ακόμη και όταν εγείρονται θέματα κυριαρχίας ο διάλογος είναι επωφελής.
Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος διαμαρτυρήθηκε για την μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί, υπενθύμισε την ορθή ονομασία της μουσουλμανικής μειονότητος αλλά δεν έθιξε σημαντικά ζητήματα όπως της «Γαλάζιας Πατρίδας» τόσο ως διεκδικήσεως όσο και ως εκπαιδευτικής ύλης, του «Κυπριακού», των «Γκρίζων ζωνών», του τουρκο-λυβικού μνημονίου κ.α.
Είναι ενδεικτικό ότι το μεγαλύτερο μέρος των εκατέρωθεν δηλώσεων αφορούσε την Χαμάς και το Ισραήλ. Ένα εικοσιτετράωρο αργότερα ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών αποσαφήνιζε ότι τα ελληνικά θαλάσσια πάρκα στο Αιγαίο αποτελούν «κόκκινη γραμμή».
Οι θιασώτες της τρέχουσας ελληνικής πολιτικής υποστηρίζουν ότι η διακήρυξη των Αθηνών δημιούργησε «καλό κλίμα», ότι επί ένα έτος και πλέον επικρατεί ηρεμία στο Αιγαίο, ότι βελτιώνονται οι διμερείς σχέσεις στο εμπόριο, τον τουρισμό (βίζα σε 10 νήσους), στην διακίνηση μεταναστών ενώ οι ανοικτοί δίαυλοι επικοινωνίας παρέχουν μελλοντικές ευκαιρίες συνεννοήσεως σε μείζονα θέματα.
Οι ανοικτοί δίαυλοι» επικοινωνίας τυγχάνουν καθολικής αποδοχής αλλά υπό προϋποθέσεις επακριβούς καθορισμού της αντζέντας και σχετικής ισορροπίας ισχύος. Οι δηλώσεις τύπου «δεν συζητούμε θέματα κυριαρχίας» θα πρέπει να μετατρέπονται σε σαφείς δεσμεύσεις. Οι συναντήσεις κορυφής προϋποθέτουν μακρά προεργασία σε χαμηλότερα κλιμάκια προκειμένου αυτές να καταλήγουν σε χειροπιαστά αποτελέσματα. Σε διαφορετική περίπτωση οι συναντήσεις κορυφής εξυπηρετούν άλλες σκοπιμότητες όπως π.χ. την εσωτερική κοινή γνώμη, άλλοθι καλής συμπεριφοράς σε Μ. Δυνάμεις που πιέζουν για διάλογο έναντι ανταλλαγμάτων, αδυναμίες στρατιωτικής ισχύος, προεκλογικά οφέλη κ.λπ..
Η σκληρή πραγματικότητα παραμένει. Η αναθεωρητική Τουρκία των 85 εκ. κατοίκων επιδιώκει την επέκτασή της σύμφωνα με τις περιφερειακές φιλοδοξίες της, με πολιτικά όπλα τον Παντουρκισμό, τον Νέο-οθωμανισμό και το Ισλάμ, ενώ στρατιωτικά διαθέτει λίαν ισχυρές (ποσοτικά και ποιοτικά) Ένοπλες Δυνάμεις οι οποίες υποστηρίζονται κατά 80% από την ισχυρή και κερδοφόρα πολεμική της βιομηχανία. Στο πλαίσιο αυτό οι ξεκάθαρες επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας συμπεριλαμβάνουν το μισό Αιγαίο, την μισή ΝΑ Μεσόγειο και την Κύπρο, γεγονός που χαρακτηρίζει αυτομάτως τις διμερείς σχέσεις ως σχέσεις μηδενικού αθροίσματος (η ζημία του ενός αποτελεί κέρδος του άλλου).
Η Ελλάς δεν ενασκεί πλήρως την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα, λόγω τουρκικού πειθαναγκασμού. Μία διαδικασία συνομιλιών θα είχε νόημα μόνο ως κέρδος χρόνου προκειμένου μέσω μίας πανελληνίου συστρατεύσεως να αποκατασταθεί η στρατιωτική ισορροπία σε Ελλάδα και Κύπρο έναντι της απειλής. Δεδομένου ότι παρόμοια ολιστική κίνηση δεν γίνεται αντιληπτή παρά τα εξοπλιστικά βήματα των τελευταίων τεσσάρων ετών, ο «διάλογος» με αντικείμενο την ελληνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα (ως γνωστόν από την εποχή Πρωθυπουργού Σημίτη, εμείς δεν διεκδικούμε τίποτε…) καθίσταται με την πλέον επιεική έκφραση επιζήμιος. Η χώρα διολισθαίνει από το ένα και μοναδικό θέμα διαπραγματεύσεως (ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα), βάσει διεθνούς δικαίου σε διεθνή δικαιοδοτικά όργανα να μετατραπεί σε διμερή πολιτικό διάλογο τύπου «να τα βρούμε» σύμφωνα με την πάγια επιδίωξη της Τουρκίας.
Η Ελλάς ορθώς ανήκει στις Δυτικές συμμαχίες με συγκλίνοντα όμως συμφέροντα και επ’ ουδενί ταυτιζόμενα. Το Ισραήλ στην Γάζα πράττει κατά τα συμφέροντά του έχοντας απέναντι το σύνολο της διεθνούς κοινότητος. Το γεγονός αυτό ενισχύει διαχρονικά την αυτονομία και την αποτρεπτική του φήμη. Στον αντίποδα η Ελλάς είναι επιρρεπής στην υπακοή σε διεθνείς πιέσεις ανεξαρτήτως εάν η πρακτική αυτή ωφελεί πάντοτε τα εθνικά μας συμφέροντα. Αποτέλεσμα της πρακτικής αυτής είναι το σημερινό καθεστώς των Ιμίων, η επιζήμια συμφωνία των Πρεσπών, η καταπίεση της ελληνικής εθνικής μειονότητος στην Αλβανία, η διολίσθηση στην Κύπρο από θέμα εισβολής και κατοχής σε εκπόνηση σχεδίων τύπου Ανάν στην καλύτερη περίπτωση, η πρόταση και ψήφιση εισόδου του Κοσσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, η επίδειξη δυνάμεως Ράμα στην Αθήνα, η προειδοποιητική αδράνεια προς το επερχόμενο VMRO των Σκοπίων και η μη έμπρακτη αντίδραση (π.χ. βέτο σε κάθε χρηματοδότηση) μετά την ορκωμοσία της νέας Προέδρου. κ.ο.κ..
Είναι εμφανής η έλλειψη διακομματικής Εθνικής Στρατηγικής η οποία θα προσέδιδε σοβαρότητα, κύρος, συνέχεια και συνέπεια στην εξωτερική πολιτική της χώρας ανεξαρτήτως εναλλαγής κυβερνήσεων και των εκάστοτε Υπουργών. Η όλη ασταθής κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή εθνικού ενδιαφέροντος επιβάλλει ταχεία αναθεώρηση εθνικών προτεραιοτήτων, ενημέρωση της ελληνικής κοινής γνώμης στο εσωτερικό και το εξωτερικό της χώρας, άνοδο του φρονήματος και αξιοποίηση των συμμαχιών μας στην λογική του «δούναι και λαβείν».
15 – Μαϊου – 2024
Αντιναύαρχος Β. Μαρτζούκος ΠΝ
Επίτιμος Διοικητής ΣΝΔ
Αντιπρόεδρος ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.