Παραδοσιακά, οι ευρωεκλογές αποτελούν ευνοϊκές συνθήκες για τα οικολογικά ζητήματα και τα κόμματα που τα αναδεικνύουν έχουν επανειλημμένα σημειώσει ικανοποιητικές επιδόσεις. Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως με αυτές τις εκλογές.
Η δυναμική των διαδηλώσεων του 2019 για το κλίμα έχει εξαντληθεί, η αποθάρρυνση απέναντι στην έκταση του εγχειρήματος κερδίζει έδαφος και οι πολιτικές φιλοδοξίες υπέρ του κλίματος αναθεωρούνται προς τα κάτω σε όλη την Ευρώπη, τη στιγμή ακριβώς που η δυναμική θα έπρεπε, αντιθέτως, να επιταχυνθεί. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει όμως να κατανοήσει με κάθε τρόπο ότι οι σημερινές προσπάθειες εγγυώνται την ποιότητα ζωής του μέλλοντος.
Η επιστημονική συναίνεση για την κλιματική αλλαγή έχει εδραιωθεί εδώ και καιρό και ο κλιματοσκεπτικισμός παραμένει περιθωριακός, έστω κι αν αυξάνεται. Παρόλα αυτά, τα οικολογικά θέματα σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία πέρασαν σε δεύτερη μοίρα και οι περισσότεροι οικολογικοί συνδυασμοί δεν πηγαίνουν καλά.
Άλλα ζητήματα δείχνουν να εκτοπίζουν την οικολογία: οι γεωπολιτικές εντάσεις, η αγοραστική δύναμη και οι μεταναστευτικές ροές. Το ευρωπαϊκό «πράσινο σύμφωνο», που ψηφίστηκε στη θητεία του Ευρωκοινοβουλίου που λαμβάνει τέλος, θα πρέπει τώρα να εφαρμοστεί στη διάρκεια της επόμενης θητείας.
Τα κόμματα της Ακροδεξιάς, και μερικές φορές της Δεξιάς, κατανόησαν ότι η στιγμή ήταν κατάλληλη για να εργαλειοποιήσουν το κλιματικό διακύβευμα. Τα ερωτήματα για τη χρηματοδότηση της πράσινης μετάβασης, ο ρυθμός της προσαρμογής, οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν, δεν έχουν βρει ακόμη απαντήσεις. Ορισμένα κόμματα επωφελούνται από αυτή την αβεβαιότητα για να ζητήσουν το ξήλωμα της κλιματικής πολιτικής. Μια τέτοια πολιτική είναι ανεύθυνη, δεδομένης και της καθυστέρησης που έχει σημειωθεί στην εφαρμογή των μέτρων που έχει ζητήσει η επιστημονική κοινότητα.
Η Ευρώπη πρέπει να μην εγκλωβιστεί σε αυτό το αδιέξοδο. Έχουν ασφαλώς διαπραχθεί λάθη. Παρασυρθήκαμε συχνά από ψευδαισθήσεις για την έκταση των αλλαγών που απαιτεί η κλιματική αλλαγή. Το κόστος είναι γιγάντιο, η αναθεώρηση του τρόπου ζωής μας είναι απαραίτητη. Καθώς δεν ελήφθη μέριμνα για την προετοιμασία των πολιτών, η αφύπνιση ήταν οδυνηρή. Το βασικό είναι, όμως, ότι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει το κόστος της απραξίας.
Μέρος της ευθύνης για τη σημερινή κατάσταση φέρει και η πολιτική οικολογία. Στη Γαλλία, οι οικολόγοι ενεπλάκησαν σε διαμάχες και το μήνυμά τους θόλωσε. Η μάχη όμως δεν έχει χαθεί. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι εξακολουθούν να ανησυχούν για τα κλιματικά ζητήματα. Θα πρέπει λοιπόν να εξασφαλιστεί ότι οι προσπάθειες θα κατανεμηθούν ισότιμα και ότι όλοι θα αποκομίσουν κέρδη.
(Πηγή: Le Monde)