Φέτος συμπληρώνονται 23 χρόνια από το θάνατο του Ντίνου Ηλιόπουλου, στις 4 Ιουνίου 2001.
Ο ηθοποιός με το πολυδιάστατο ταλέντο, γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1915 από Έλληνες γονείς. Όταν ο πατέρας του, που ήταν έμπορος, καταστράφηκε οικονομικά από το κραχ του 1929 μετακόμισαν στη Μασσαλία, όπου τελείωσε το σχολείο.
Το 1935 επέστρεψαν οικογενειακώς στην Ελλάδα και ο Ντίνος Ηλιόπουλος σπούδασε Εμπορικές Επιστήμες.
Αφού ολοκλήρωσε την στρατιωτική του θητεία εργάστηκε σε μια αντιπροσωπία και σε διάφορες άλλες δουλειές, αλλά στη συνέχεια τον κέρδισε το Θέατρο. Φοίτησε στη δραματική σχολή «Γιαννούλη Σαραντίδη» και βγήκε για πρώτη φορά στο θέατρο το 1944 με το θίασο της κυρίας Κατερίνας, στο έργο «Κυρία σας αγαπώ». Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Μαίρης Αρώνη κ.ά. To 1969 δημιούργησε δικό του θίασο κι ανέβασε έργα όπως: «Η κυρία του κυρίου», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Το έξυπνο πουλί», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» κ.ά., ενώ για ένα διάστημα υπήρξε συνθιασάρχης με τον Μίμη Φωτόπουλο.
Παράλληλα έπαιξε στο Εθνικό Θέατρο, στην Επίδαυρο, στο Ηρώδειο, έργα κλασικού ρεπερτορίου, συνεργάστηκε με τον Αλέξη Σολομό στο «Προσκήνιο», με το θίασο Λαμπέτη-Χορν και με πολλούς ακόμη σημαντικούς ηθοποιούς και σκηνοθέτες. Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1948 στις ταινίες «Μαντάμ Σουσού» και «Εκατό χιλιάδες λίρες» κι ακολούθησαν πολλές ακόμη που αγαπήθηκαν πολύ από τον κόσμο.
Η προσπάθειά του να φοιτήσει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, δίνοντας εξετάσεις με ένα ποίημα του Καβάφη, ήταν αποτυχημένη, αφού θεωρήθηκε ότι δεν διέθετε τον απαραίτητο, για την εποχή, στόμφο και το ανάλογο παράστημα.
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος δεν απογοητεύτηκε, διέθετε πείσμα και υπομονή κι έτσι γράφτηκε στην ιδιωτική σχολή του διεθνούς φήμης διευθυντή του Θεάτρου «Σάρα Μπερνάρ», Γιαννούλη Σαραντίδη. Ο Σαραντίδης είχε έρθει στην Αθήνα πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για να σκηνοθετήσει μερικά έργα της Μαρίκας Κοτοπούλη και να επιστρέψει πάλι στο Παρίσι, κάτι που το ξέσπασμα του πολέμου δεν του επέτρεψε κι έτσι παρέμεινε στην Αθήνα ιδρύοντας τη Δραματική σχολή «Γιαννούλη Σαραντίδη», όπου ο Ηλιόπουλος είχε την ευκαιρία να μαθητεύσει δίπλα στους Γιώργο Βακαλό, Θράσο Καστανάκη, Μ. Καραγάτση, Γιώργο Θεοτοκά, Γιάννη Σιδέρη, Αντώνη Γιαννίδη.
Το ξεκίνημά του στο θεατρικό σανίδι έγινε το 1944 με το θίασο της “κυρίας Κατερίνας”, στο έργο του Λέο Λεντς Κυρία, σας αγαπώ. Αργότερα έπαιξε στους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Μαίρης Αρώνη, του Δημήτρη Χορν κ.ά. αποκομίζοντας πάντα θετικά σχόλια για τις ερμηνείες του.
Χαρακτηριστικά, ο σπουδαίος ηθοποιός της εποχής Βασίλης Λογοθετίδης είχε πει για τον νεαρό τότε Ηλιόπουλο: “Τι σπουδαίος! Τι φανταστικός κλόουν! Αυτό θα πει θέατρο!”.
Η πρώτη από τις πολλές κινηματογραφικές συμμετοχές του Ηλιόπουλου έγινε το 1948 με την ταινία Εκατό χιλιάδες λίρες. Το κινηματογραφικό κοινό πολύ γρήγορα τον αγκάλιασε και η αναγνωρισιμότητά του του επέτρεψε να ηγηθεί από το 1953 θεατρικού θιάσου (με επιχειρηματία τον Χέλμη) στο Θέατρο Κοτοπούλη-Ρεξ, όπου παρουσίασε την κωμωδία: Θανασάκης ο πολιτευόμενος, με συμπρωταγωνίστρια την Άννα Συνοδινού.
Οι περιοδείες του σε όλη την Ελλάδα και οι ταινίες του, που γυρίζονταν η μία μετά την άλλη, γνώρισαν τεράστια επιτυχία και έτσι το 1963 δημιούργησε τη δική του θεατρική στέγη στο Θέατρο Γκλόρια, ως επιχειρηματίας και θιασάρχης. Ανέβασε κωμωδίες Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, που έγιναν μεγάλες θεατρικές επιτυχίες και μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο, όπως τα Ξύπνα Βασίλη, Θανασάκης ο πολιτευόμενος, Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος, Εξοχικόν κέντρον “Ο Έρως”, Ζητείται ψεύτης, Έκτο πάτωμα κ.ά. Μέσα από τον θίασό του αναδείχθηκαν καινούριες πρωταγωνίστριες, που διέπρεψαν και καθιερώθηκαν στη συνείδηση του θεατρόφιλου κοινού σαν σπουδαίες ερμηνεύτριες, όπως η Άννα Φόνσου και η Μάρω Κοντού.
Ο ηθοποιός τη δεκαετία του ’60 σχεδόν χρεοκόπησε όταν αποφάσισε να γίνει θεατρικός επιχειρηματίας. Αν και είχε σπουδάσει οικονομικά, δεν ήξερε και πολλά από διαχείριση, ούτε και ήταν ο άτεγκτος εργοδότης, με αποτέλεσμα να κινδυνέψει να χάσει όλη την περιουσία του. Για να ορθοποδήσει έφυγε για την Αμερική, όπου εργάστηκε για περίπου δύο χρόνια. Επέστρεψε στην Ελλάδα και συνέχισε την επιτυχημένη καριέρα του.
Το 1974 έκανε μια περιοδεία σε 60 πόλεις των ΗΠΑ και του Καναδά, με τα έργα: Ζητείται ψεύτης, του Δημήτρη Ψαθά και Θεσμοφοριάζουσες του Αριστοφάνη. Η περιοδεία κράτησε ενάμιση χρόνο, πρωτοφανές διάστημα για ελληνικό θίασο.
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος αγαπούσε τον χορό και τη διασκέδαση. Τα πάρτι που διοργάνωνε ήταν θρυλικά για το κέφι και το ξεφάντωμα. Ήταν λάτρης του γυναικείου φύλου και υπήρξε μέγας καρδιοκατακτητής
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος παντρεύτηκε δύο φορές. Ο πρώτος του γάμος διήρκησε ελάχιστους μήνες, ενώ από τον δεύτερο, που τελέστηκε το 1963, με την Χίλντεγκαρντ Βίτσερ, αυστριακής καταγωγής, απέκτησαν δύο κόρες, την Εβίτα και τη Χίλντα Ηλιοπούλου.
Ένας από τους σημαντικότερους ρόλους στην κινηματογραφική του καριέρα ήταν αυτός του Θωμά, στην ταινία του Νίκου Κούνδουρου «Ο δράκος» (1956), ενώ συμμετείχε και στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Μελισσοκόμος» (1986). Ο Ντίνος Ηλιόπουλος έγραψε επίσης το μουσικό έργο «Κοντσέρτο για τρομπόνι», τη μουσική σάτιρα «Γιάννης, Τζόνι και Ιβάν», τα σατιρικά δοκίμια «Προσδεθείτε» και «Ο Ντίνος στη χώρα των θαυμάτων» και την αυτοβιογραφία του «Ένας Ηλιόπουλος ονόματι Ντίνος».
Για την σημαντική προσφορά του στο θέατρο τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α’, ενώ το 1999 του απονεμήθηκε το Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών από τον Δήμο Αθηναίων κι ένα χρόνο μετά τιμητική πλακέτα από τον Δήμο Πειραιά.
Ο αγαπημένος ηθοποιός είχε ζητήσει να μπει μια επιγραφή στον τάφο του, η οποία να γράφει «Με συγχωρείτε κυρίες μου που δεν μπορώ να σηκωθώ»…