Από τις αυτοδιοικητικές εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου το “talk of the town” της λεγόμενης κεντροαριστεράς είναι το περίφημο “μοντέλο Δούκα”. Η μετάφραση περιγράφει εκείνη την ενδιαφέρουσα πολιτική συναστρία της σύγκλισης ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (με επίνευση του Κώστα Ζαχαριάδη), του ΚΚΕ (παρά την κεντρική “γραμμή” περί λευκού ή αποχής) και μικρότερων δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς υπέρ του υποψηφίου του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος ανέτρεψε τις προβλέψεις και νίκησε τον Κώστα Μπακογιάννη στον δεύτερο γύρο για τον Δήμο Αθηναίων.
Το μήνυμα ήταν συντριπτικό και έσπευσαν αν το υιοθετήσουν οι κομματικές ηγεσίες του χώρου, υποτιμώντας, βεβαίως, πως μόνο ένας στους τέσσερις εγγεγραμμένους ψηφοφόρους προσήλθε τότε στις κάλπες. Ήταν, όμως, γι αυτούς μία ευχάριστη ρωγμή στην πολιτική κυριαρχία της Ν.Δ.
Το αφήγημα “δουλεύτηκε” αρκετά από όσους διέβλεπαν πως αυτή η κυριαρχία μπορεί να ανατραπεί μόνο μέσα από συγκλίσεις και “πολλαπλασιαστικά αθροίσματα”, δεδομένου ότι οι βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του ’23 κατέγραψαν ηχηρά την αδυναμία ενός εκάστου εκ των βασικών κομμάτων της αντιπολίτευσης να διεκδικήσει μόνο του μία πειστική απάντηση εναλλακτικής διακυβέρνησης.
Πιό ενδιαφέρουσα από τις δημόσιες προσπάθειες ήταν εκείνη της κοινής παρουσίας των Διονύση Τεμπονέρα, Μανώλη Χριστοδουλάκη και Έφης Αχτσιόγλου (σε εκδήλωση της “Εφημερίδας των Συντακτών”), η οποία, όμως, “πνίγηκε” μέσα στον ανταγωνισμό της μακράς προεκλογικής περιόδου. Έκτοτε, άλλοι σίγησαν αναμένοντας τις εξελίξεις και άλλοι υποτάχθηκαν στις στρατηγικές αυτονομίας των ηγεσιών τους.
Υπάρχει, άραγε, πιά χώρος και καλές προθέσεις προς αυτή την κατεύθυνση;
Οι ευρωεκλογές θα είναι εκ των πραγμάτων πολιτικός “Ρουβίκωνας”, λένε πολλοί, υπό την έννοια ότι οι συσχετισμοί που θα διαμορφώσει το εκλογικό αποτέλεσμα θα προσδιορίσουν και το πεδίο της συζήτησης. Αυτή είναι, μάλλον, η αισιόδοξη προοπτική. Διότι όσα έχουν ειπωθεί το τελευταίο διάστημα δημιουργούν εύλογα την εντύπωση πως οι εγωϊσμοί είναι ισχυροί και η εχθροπάθεια βαθειά.
Ο Στέφανος Κασσελάκης έχει δηλώσει πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα πορευτεί αυτόνομα προς τις εθνικές εκλογές του 2027, ασχέτως εκλογικού αποτελέσματος, και δεν θα συμμετάσχει σε συνομιλίες και συμφωνίες κορυφής. Και προσκάλεσε πρώην υπουργούς του ΠΑΣΟΚ και στελέχη από όμορα κόμματα να ενταχθούν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Άλλωστε, στην Κουμουνδούρου είναι μάλλον εδραία η πεποίθηση πως το πολιτικό σύστημα δρα εκ παραδόσεως και λόγω αδράνειας μόνο σε μία συγκεκριμένη κατεύθυνση που αργά ή γρήγορα φέρνει στην διακυβέρνηση αυτόν που κατοχυρώνεται ως διεκδικητής. Άρα, πολλοί ακόμα και εκ των διαφωνούντων ίσως σκεφτούν να προστατεύσουν κοινοβουλευτικές έδρες ή κομματικά οφίκια και να περιμένουν, παρά να ξανοιχτούν στην περιπέτεια του καινούριου.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει δεσμευτεί πως θα αναλάβει μετεκλογικά σχετική πρωτοβουλία, είναι αμφίβολο, όμως, εάν το ΠΑΣΟΚ περιοριστεί στην τρίτη θέση χωρίς νέες αναπνοές και δυναμική, ότι θα του το επιτρέψουν οι αντιστάσεις εντός κόμματος.
Η Νέα Αριστερά δηλώνει πρόθυμη για έναν τέτοιο διάλογο, αυτό, όμως, βρίσκει ευήκοα ώτα μόνο στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και σε αρκετά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που δεν διέκοψαν ποτέ τις επαφές με τους “πρώην συντρόφους”. Ωστόσο, η ηγεσία της Κουμουνδούρου και η ομάδα υποστηρικτών του Κασσελάκη εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το συγκεκριμένο κόμμα ως “δράκα υπονομευτών και διασπαστών” και τους καλούν να επιστρέψουν τις “κλεμμένες έδρες”.
Και ο απόμακρος παρατηρητής των εξελίξεων Αλέξης Τσίπρας μιλάει συχνά για την “ανάγκη” που πρέπει να προέλθει από την κοινωνία και προτιμά να κρατά διαύλους επικοινωνίας με τον Γιώργο Παπανδρέου, προσωπικότητες του χώρου και την ηγεσία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Η “ανάγκη”, ωστόσο, είναι πολύ πιθανό να αποτυπωθεί στο εκλογικό αποτέλεσμα. Το άθροισμα των ποσοστών ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέας Αριστεράς ίσως πλησιάζει, ή, στην καλύτερη εκδοχή, θα ξεπεράσει το ποσοστό της Ν.Δ. Θεωρητικά, δηλαδή, όλοι μαζί θα μπορούσαν, καθένας μόνος ποτέ. Τέτοιου είδους συμπράξεις, όμως, δεν είναι εύκολες και σε κάθε περίπτωση οι πολιτικές παραδόσεις και το εκλογικό σύστημα έχουν τα δικά τους όρια.
Τα νερά είναι αχαρτογράφητα και πέρα από τις πρακτικές δυσκολίες είθισται να αναζητείται και μία προσωπικότητα που θα ενέπνεε ως επικεφαλής μιας τέτοιας σύγκλισης. Η “τιμαριοποίηση” της κεντροαριστεράς, ήτοι μικρομεσαίοι υπαρκτοί σχηματισμοί με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, χωρίς, όμως, προοπτική διακυβέρνησης είναι το καλύτερο σενάριο που ευνοεί τη Ν.Δ.
Από την άλλη βολεύει και την λογική του “κάλλιο πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στην πόλη” που διέπει τις αντιλήψεις περί “υγειονομικής περιχαράκωσης” απέναντι στα …μικρόβια των άλλων. Γιατί να αποκτήσεις τμήμα σε κάτι μεγαλύτερο, όταν έχεις την ιδιοκτησία του μικρού έστω και χέρσου δικού σου κτήματος;
Κάποιοι λένε πως το μεγαλύτερο εμπόδιο σε μία τέτοια “θολή” προοπτική είναι η σημερινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Το λένε στο ΠΑΣΟΚ, το λένε και στη Νέα Αριστερά. Μπορεί να έχουν δίκιο, μπορεί και άδικο. Πάλι, οι συσχετισμοί θα κρίνουν τις εξελίξεις. Με μία θηριώδη αποχή, όμως, που θα αφορά καθέναν από όλους αυτούς -αν και πρωτίστως την κυβέρνηση-, και με την δοκιμή που έγινε επιτυχώς προ μηνών στον δήμο Αθηναίων, η “ανάγκη” είναι πολύ πιθανό να προκύψει. Εάν θα ακούσουν το πρόσταγμα της κοινωνίας ή όχι οι ηγεσίες είναι κάτι που μένει να το δούμε…