Μια συνέντευξη εφ’ όλης τόσο για τη προσωπική του διαδρομή όσο και για τις τρέχουσες κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις παραχώρησε στο στούντιο του Πρώτου Προγράμματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας 91,6 και 105,8 ο Νίκος Αλιβιζάτος, Ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αναφερόμενος αρχικά στην υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας και ξυλοδαρμού της κ. Πολυζωγοπούλου από τον ποινικολόγο και σύζυγό της, κ. Λύτρα, ο κ. Αλιβιζάτος δήλωσε το εξής «Φοβάμαι να σας πω πολλά πράγματα διότι δεν είμαι ποινικολόγος. Το βέβαιο είναι ότι πάντοτε-και νομίζω ότι ως δημοσιογράφος πρέπει να το έχετε παρακολουθήσει-είτε έχετε να κάνετε με έναν πολιτικό είτε με μία διασημότητα, όταν στην ιδιωτική του ζωή κάνει τα αντίθετα από αυτά που λέει-είναι θέμα που αναδεικνύεται από τους δημοσιογράφους και κατά τη γνώμη μου αυτή η αντίφαση ορθώς αναδεικνύεται (…). Εδώ λοιπόν είχατε κάποιον δικηγόρο ο οποίος υπερασπιζόταν θύματα οικογενειακής βίας και ιδίως γυναίκες και ο οποίος χρησιμοποίησε τη βία καθ’ ομολογία του ιδίου εναντίον της γυναίκας του. Είναι θέμα πώς να το κάνουμε. Πολύ περισσότερο όταν ο ίδιος εκμεταλλεύθηκε για την ανάδειξή του τα μέσα ενημέρωσης. Υπάρχει μία ολόκληρη σχολή, όπως ξέρετε, που εκμεταλλεύεται δικηγόρο. Λυπάμαι που το λέω. Είναι μερικές βεντέτες, εκμεταλλεύονται τα μέσα ενημέρωσης για καλό ή για κακό, νομίζοντας ότι η δημοσιότητα είναι και εξουσία».
Εν συνεχεία, ερωτηθείς αν πρέπει ο εκάστοτε Υπουργός δικαιοσύνης να βγαίνει στα μέσα ενημέρωσης, ο Ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΕΚΠΑ, υπογράμμισε «Όταν εξηγεί τη λογική καινούργιων νομοθετημάτων, έχω την εντύπωση ότι καλώς βγαίνει. Αντίθετα, δεν νοείται να παρεμβαίνει σε εκκρεμείς υποθέσεις. Ο κ. Φλωρίδης σε αυτή τη φάση ηγείται μιας ολόκληρης, θα έλεγα, μικρής επανάστασης στο ποινικό δίκαιο και την ποινική δικονομία από μία εποχή μεγάλης χαλαρότητας-έχουμε μπει σε μία εποχή μεγάλης αυστηρότητας-και θεωρεί σκόπιμο την ανάγκη να εξηγήσει στο ποινικό δίκαιο γιατί πάμε από το πρώτο στο δεύτερο. Δεν σχολιάζω καθόλου αν έχει δίκιο ή όχι, παρότι όλες οι επιστημονικές ενώσεις, όπως ξέρετε, έχουν διατυπώσει επιφυλάξεις για την πολιτική του. Έχει δικαίωμα, επαναλαμβάνω, να βγαίνει, δεν έχει δικαίωμα να κρίνει εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις. Και να τονίσω επίσης ότι ο εκάστοτε Υπουργός Δικαιοσύνης έχει δικαίωμα να παραπέμπει στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, ακόμη και τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, δηλαδή κάθε δικαστικό λειτουργό, εάν αποδειχθεί ότι ενήργησε κατά τρόπο αθέμιτο, δηλαδή κατά το κοινώς λεγόμενο, επηρεάστηκε».
Όσο για το νέο νόμο του κ. Φλωρίδη, ο οποίος θέτει ζήτημα εφαρμογής της νομοθεσίας σημείωσε «δεν είναι αυτονόητο. Εδώ υπάρχουν προβλήματα πολλά και να σας δώσω στο πεδίο της δικαιοσύνης που ξέρω πολύ καλά, που είναι η διοικητική δικαιοσύνη και το Συμβούλιο της Επικρατείας, ήδη υπάρχει στο νόμο μία διάταξη που λέει ότι μία εντελώς αβάσιμη προσφυγή μπορεί να την παραμερίσει το δικαστήριο, να μην τη δικάσει δηλαδή για να μην χάνει το χρόνο του. Ε, αυτή η διάταξη δεν εφαρμόστηκε στην πράξη, διότι δεν τολμούσαν οι δικαστές ένας δικαστής μόνος του να πει ότι είναι εντελώς αβάσιμη. Τώρα τροποποιεί το σχετικό νόμο. Και περνάει από ένα συμβούλιο το οποίο το κρίνουν στην πράξη. Θέλω να πιστεύω ότι θα λειτουργήσει σωστά και δεν θα είναι ένα κόσκινο για να κόβονται επικίνδυνες-για τους κυβερνώντες-υποθέσεις. Ο νέος νόμος Φλωρίδη θέτει ζήτημα εφαρμογής της νομοθεσίας, διευκολύνει πολύ τη λήψη αποφάσεων, όπως για παράδειγμα έχει αυξήσει την αρμοδιότητα των μονομελών δικαστηρίων. Σου λέει, που να φτιάχνουμε συνθέσεις μεγαλύτερες. Στην πράξη είναι πραγματικά στα όρια του επικίνδυνου ένας δικαστής και μόνος να μπορεί να στέλνει τον κόσμο στη φυλακή. Παλιότερα ήταν ο ανακριτής, αλλά έπρεπε να συμφωνήσει και ο εισαγγελέας. Εδώ το δικαστήριο μπορεί να στέλνει τον κόσμο στη φυλακή, ιδίως όταν πρόκειται για ποινή. Πάνω από τρία χρόνια υποχρεωτικά πάει στη φυλακή. Εμένα με φοβίζει αυτό, δεν το κρύβω».
Για τις εξελίξεις στη Γαλλία μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών
Όπως και δήλωσε έπειτα ο κ. Νίκος Αλιβιζάτος στην εκπομπή του Χρήστου Μιχαηλίδη, αναφερόμενος στη Γαλλία και στην απόφαση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να προκηρύξει πρόωρες εκλογές μετά τον θρίαμβο της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης και τον καταποντισμό του κόμματος του, «Να ξεκαθαρίσουμε ότι το εκλογικό σύστημα της Γαλλίας είναι πλειοψηφικό, είναι πλειοψηφικό μονοεδρικό, αλλά σε δύο γύρους. Κάτι που σημαίνει ότι για να πάρεις από τον πρώτο γύρο την έδρα πρέπει να πάρεις το 50%+1 των ψήφων. Από τις 577 έδρες του γαλλικού κοινοβουλίου καμιά πενηνταριά δίνονται στον πρώτο γύρο και δε νομίζω ότι μπορεί κανείς να πει ότι θα είναι καθοριστικό. Το θέμα είναι συνεπώς τι συμμαχίες θα σχηματιστούν για τον δεύτερο γύρο, αν, όπως αναμένεται, στις περισσότερες περιφέρειες είναι πρώτο κόμμα η κ. Λεπέν, η Εθνική Συσπείρωση με ένα ποσοστό της τάξεως του 30 με 35%. Έτσι λένε οι δημοσκοπήσεις. Το ερώτημα είναι αν όλοι οι άλλοι θα συνενωθούν για να την αντιμετωπίσουν. Εκεί τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά, διότι η Αριστερά, όπως ξέρετε, πνέει ταγμένη εναντίον του κ. Μακρόν, που είναι το κέντρο αλλά και οι οπαδοί του κ. Μακρόν δεν είναι καθόλου προφανές αν θα ψηφίσουν από εδώ ή από εκεί. Αν στο δεύτερο γύρο, για παράδειγμα, είναι ένας υποψήφιος της κ. Λεπέν ή ένας κομμουνιστής. Δεν είναι λοιπόν, καθόλου προφανές τι θα γίνει. Οι περισσότερες, οι ακριβέστερες δημοσκοπήσεις δίνουν ποσοστά πολύ κάτω από το 50%+1 στο πρώτο κόμμα, το οποίο θα είναι 99% το κόμμα της κ. Λεπέν. Οπότε το ερώτημα είναι ποια συμμαχία θα σχηματιστεί για να κυβερνήσει τη χώρα (…). Έχω την εντύπωση ότι ο Μακρόν παίρνει πολλά ρίσκα. Είναι το στυλ του πολιτικού που θέλει να αιφνιδιάζει».
Για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών
Ο κ. Νίκος Αλιβιζάτος, αναφερόμενος στις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό των κομμάτων, στη πολιτική σύγχυση που υπάρχει κυρίως στα κόμματα της Κεντροαριστεράς αλλά και αν όλο αυτό το τοπίο, αυτό που συμβαίνει μπορεί να διαταράξει την έννοια μια πολιτικής ομαλότητας, επισήμανε «Νομίζω ότι πρέπει να ξεκινήσουμε από τη μεγάλη εικόνα. Αν δει κανείς τι συνέβη στην Ευρώπη και στις τελευταίες ευρωεκλογές, αλλά και τα τελευταία χρόνια θα έλεγε κανείς ότι η Ελλάδα είναι νησίδα ηρεμίας. Με άλλα λόγια, έχουμε σταθερή κυβέρνηση, η ακροδεξιά δεν εκτοξεύθηκε, αν υποθέσουμε ότι η ακροδεξιά του κ. Βελόπουλου συγκρίνεται με την ακροδεξιά της κ. Λεπέν, διότι αμφιβάλλω (…). Πιστεύω ότι περνώντας τη διπλή κρίση της τελευταίας δεκαετίας, δηλαδή μιλάω για μνημόνια και για covid, θετικά πήγαμε καλά. Το ερώτημα είναι σήμερα η έλλειψη αντίπαλου δέους, στη Νέα Δημοκρατία είναι παράγων αποσταθεροποίησης του πολιτεύματος; Γιατί αυτό με ρωτάτε. Νομίζω πως μακροπρόθεσμα κανένα πολίτευμα δεν μπορεί να λειτουργήσει αν δεν υπάρχει ένα αντίπαλο δέος, πρέπει να σχηματιστεί κάτι. Το ότι στην Ελλάδα, για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση αμφισβητείται τόσο έντονα η ανάγκη υπάρξεως μιας ενδιάμεσης εναλλακτικής λύσης μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Δηλαδή είχαμε επί πάρα πολλά χρόνια μια σύγκρουση Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ. Αυτή αντικαταστάθηκε από τη σύγκρουση Νέας Δημοκρατίας-ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ διεκδικεί την επάνοδό του. Μοιάζει να μην είναι σε θέση, προς το παρόν τουλάχιστον, να διεκδικήσει αυτή την επάνοδο. Εδώ νομίζω ότι βρισκόμαστε ακριβώς σ’ αυτό το καινούριο δίλημμα που συνοψίζεται νομίζω με τρεις λέξεις: Υπάρχουν λόγοι που δικαιολογούν την ύπαρξη μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς της λεγόμενης παραδοσιακής δημοκρατικής παράταξης στην Ελλάδα, που είναι οι παλιοί βενιζελικοί, στην οποία παράδοση, αν θέλετε, εντασσόταν η Ένωση Κέντρου προδικτατορικά, αλλά σε τελευταία ανάλυση και το ΠΑΣΟΚ μετά δικτατορικά; Ή θα πάμε σε μια σύγκρουση κλασικά ευρωπαϊκή μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς; Έχω την εντύπωση ότι ο κ. Τσίπρας στην προχθεσινή του ομιλία, την οποία παρακολούθησα με μεγάλη προσοχή, ξεχνάει λίγο τον Τσίπρα της εποχής των μνημονίων και θέλει να εμφανιστεί ως εναλλακτική λύση χωρίς ο ίδιος που προφανώς δεν θα του αρέσει αυτή η έκφραση συστημική έναντι της δεξιάς και όχι να τα γκρεμίσουμε όλα. Και νομίζω ότι εκεί επάνω περιμένω να δω τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ για να δούμε αν θα πετύχει ή όχι».
- Συναγερμός για επιθέσεις της Ρωσίας σε όλη την Ουκρανία
- ΗΠΑ: Τα “γεράκια” του Ντόναλντ Τραμπ
- Μητσοτάκης σε Bloomberg: Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ – Χρειάζονται πόροι από την Ε.Ε.
- Ο Έλον Μασκ υπουργός «κυβερνητικής αποτελεσματικότητας»
- Le Monde: Η αλόγιστη χρήση του φυτοφαρμάκου flufenacet έχει μολύνει τους υδάτινους πόρους