Την εκτίμηση ότι όποιος αγνοήσει την Τεχνητή Νοημοσύνη σήμερα πιθανότατα θα αγνοηθεί από τις εξελίξεις στο μέλλον, διατύπωσε σήμερα ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου του ‘Αμστερνταμ, Ευστράτιος Γκάβες, επισημαίνοντας ότι δεν θα είναι καν η πρώτη φορά που η παγκόσμια οικονομία θα βιώσει μια τέτοια μετάβαση σε δύο ταχύτητες: η ιστορία έχει ήδη καταγράψει αυτό που τα βιβλία οικονομικών αποτύπωσαν ως τη «Μεγάλη Απόκλιση» (The Great Divergence), μια κοινωνικο-οικονομική αλλαγή τον 19ο αιώνα, κατά την οποία ο δυτικός κόσμος βίωσε τεράστια ανύψωση, σε σχέση με τον υπόλοιπο πλανήτη, κυρίως λόγω του ότι οι χώρες της Δύσης υιοθέτησαν πρώτες τις τεχνολογικές ανακαλύψεις και τις επιστημονικές προόδους.
Μιλώντας στο 5ο συμπόσιο μελλοντολογίας για την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ), που διοργανώνει στη Θεσσαλονίκη η Διεθνής Ακαδημία Διδακτορικών Σπουδών στην Τεχνητή Νοημοσύνη (AIDA), ο κ.Γκάβες επισήμανε ακόμα την αξία της εκπαίδευσης στη διαδικασία οικοδόμησης ενός πιο θετικού μέλλοντος στην εποχή της ΤΝ.
«Ζούμε σε εποχές που πραγματικά θα αλλάξουν τη ζωή μας, σε μια περίοδο θεμελίωσης. Όταν ξεκίνησα το διδακτορικό μου το 2008, η ΤΝ ήταν ζήτημα επιστημονικής φαντασίας και σήμερα πράγματι συμβαίνει με έναν τρόπο oπωσδήποτε πρωτοφανή ή απρόσμενο» τόνισε και αναφέρθηκε σε μια σειρά από εργαλεία καθημερινής χρήσης, που αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον τρόπο λειτουργίας της ΤΝ, όπως τα «ChatGPT», «Sora», «Claude» και «Gemini». Μεταξύ αυτών, χαρακτήρισε ως πιο επιδραστικό μέχρι σήμερα τον «Devin ΑΙ», τον πρώτο πλήρως αυτόνομο μηχανικό λογισμικού Τεχνητής Νοημοσύνης.
Πρόσθεσε ότι ένα ερώτημα που συχνά προκύπτει στον δημόσιο διάλογο είναι «γιατί να μην κατεβάσουμε τον διακόπτη της ΤΝ»; Ή «γιατί να θέλουμε να τη δημιουργήσουμε ευθύς εξαρχής»; «Ακούω περισσότερο για τους κινδύνους της ΤΝ παρά για οτιδήποτε άλλο και φυσικά ερωτήματα όπως αυτά είναι εύλογα. Νομίζω όμως ότι στο τέλος της ημέρας τα δεδομένα είναι ένας νέος ακατέργαστος πόρος, είναι το νέο πετρέλαιο και η ΤΝ είναι το τρυπάνι. Έτσι τα βλέπει και η γεωπολιτική, ιδίως αν βάλουμε την υπολογιστική ισχύ στο μείγμα. Η “Nvidia” είναι πλέον η εταιρία με τη μεγαλύτερη αξία στον κόσμο, έχοντας ξεπεράσει και την Apple» υπενθύμισε.
Όπως είπε, ο ίδιος πιστεύει θεμελιωδώς στην ΤΝ και στο καλό που μπορεί να προσφέρει, αλλά αυτό δεν έρχεται χωρίς κόστος. «Θα υπάρξει αντίκτυπος της ΤΝ στην εκπαίδευση και της εκπαίδευσης στην ΤΝ και πρέπει να απαντήσουμε σε θεμελιώδη ερωτήματα: για παράδειγμα, πώς εκπαιδεύουμε με τον βέλτιστο τρόπο τους επιστήμονες ΤΝ; Το κάνουμε σήμερα σωστά; Κατά τη γνώμη μου όχι απαραίτητα. Δεν τους διδάσκουμε σε μεγάλο βάθος να σκέφτονται τα ηθικά, φιλοσοφικά και νομικά ζητήματα, που συνδέονται με την ΤΝ και θα είναι πολύ σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Ακόμα πιο σημαντικό ίσως από το πώς θα εκπαιδεύσουμε τους επιστήμονες της ΤΝ είναι το πώς θα προετοιμάσουμε καλύτερα τους επιστήμονες που δεν ασχολούνται με αυτή, σχετικά με το πώς να τη χρησιμοποιήσουν. Είμαστε έτοιμοι; Νομίζω όχι» είπε και πρόσθεσε ότι η ΤΝ φέρνει μαζί της και ένα νέο υπόδειγμα, το «μαθαίνω πώς να μαθαίνω». Ο κ.Γκαβες χαρακτήρισε ακόμα ως ξεκάθαρο πρόβλημα την έλλειψη εμπιστοσύνης στην επιστήμη, καθώς και την παραπληροφόρηση (σ.σ. στην οποία η ΤΝ μπορεί να χρησιμοποιηθεί -και χρησιμοποιείται- σαν πολλαπλασιαστής).
Χρησιμοποιούμε Τεχνητή Νοημοσύνη, αλλά δεν το γνωρίζουμε
Τη σημασία του γραμματισμού γύρω από την ΤΝ (AI Literacy), αλλά και της διεπιστημονικότητας στην εκπαίδευση και την ανάπτυξη της τεχνολογίας, υπογράμμισε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του ‘Αμστερνταμ, Ευάγγελος Κανούλας, σε μια περίοδο που μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων δεν γνωρίζει καν ότι χρησιμοποιεί καθημερινά ΤΝ. «Έρευνα της PEGA έδειξε πως μόνο το 33% των καταναλωτών θεωρούν ότι έχουν χρησιμοποιήσει ΤΝ για κάποια εργασία. Το ποσοστό αυτό είναι σοκαριστικά χαμηλό, αν αναλογιστεί κάποιος ότι το 77% των συσκευών που χρησιμοποιούμε αξιοποιούν κάποια μορφή ΤΝ. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι δεν χρησιμοποιούν ΤΝ, ενώ αυτή βρίσκεται παντού, από το Netflix μέχρι το Google Search» πρόσθεσε. Κατά τον κ.Κανούλα, χρειάζεται να γίνει διασπορά της εκπαίδευσης για την ΤΝ στο σύνολο των πανεπιστημιακών campus, όχι μόνο στα τμήματα Πληροφορικής. Προς τούτο πρότεινε ως βέλτιστη λύση την ίδρυση διεπιστημονικού τμήματος Τεχνητής Νοημοσύνης. Όπως είπε, ένα τέτοιο τμήμα θα μπορούσε να φέρει κοντά ανθρώπους που θέλουν να χτίσουν κάτι γύρω από την ΤΝ, προσεγγίζοντάς την από τις διαφορετικές οπτικές γωνίες της επιστήμης τους ο καθένας/καθεμία. «Αν μεγαλώσουμε μια γενιά ανθρώπων, που βρίσκονται μεταξύ επιστημονικών αντικειμένων (και εργάζονται πάνω στην ΤΝ), τότε η ΤΝ θα μπορέσει να ανθίσει σε όλο το campus» σημείωσε.
Απευθύνοντας χαιρετισμό στην εκδήλωση, ο πρύτανης του ΑΠΘ, Χαράλαμπος Φείδας, τόνισε πως είναι αναμφισβήτητο ότι η τεχνολογική πρόοδος στον τομέα της ΤΝ και η ταχεία διάδοσή της στο κοινό έχουν αιφνιδιάσει τους θεσμούς σε παγκόσμια κλίμακα. Ταυτόχρονα, είπε, η συνεχής και ταχεία βελτίωση που παρατηρείται στα Μεγάλα Γλωσσικά Μοντέλα (όπως το ChatGPT ήτο Gemini), μέσα στη σύντομη διάρκεια ζωής τους, σημαίνει ότι οι ίδιοι αυτοί θεσμοί δεν είναι σε θέση να υπαγορεύσουν τους απαραίτητους κανόνες, που είναι επιβεβλημένοι για την προστασία και το όφελος του κοινωνικού συνόλου. «Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο στόχος σήμερα, το όραμα, είναι να εξισορροπήσουμε τους όρους ανταγωνισμού και να προηγηθούμε του παιχνιδιού. Μέσω πρωτοβουλιών όπως η AIDA, μπορούμε να εξετάσουμε πώς η θετική ενσωμάτωση της ΤΝ μπορεί να ξεπεράσει τα όρια της “παραδοσιακής” εκπαίδευσης και να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες, ενισχύοντας τη μαθησιακή ικανότητα τόσο των καθηγητών όσο και των φοιτητών. Σε αυτό το πλαίσιο, η αναδιάρθρωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των προγραμμάτων σπουδών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου να ανταποκριθούμε στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας και να διασφαλίσουμε ότι, σε αυτή τη νέα εποχή, ουδείς θα μείνει πίσω» είπε.
Στην AIDA αναφέρθηκε κατά τον χαιρετισμό του ο πρόεδρός της, Ιωάνης Πήτας, υπενθυμίζοντας -μεταξύ άλλων- ότι η Ακαδημία έχει 78 μέλη, εκ των οποίων τα 59 ειναι πανεπιστήμια ΤΝ, αλλά κι ερευνητικά κέντρα και εταιρείες, με γεωγραφική κάλυψη σε σχεδόν όλη την Ευρώπη. Παράλληλα, τα μαθήματα της Ακαδημίας έχουν μέχρι σήμερα προσελκύσει πάνω από 2000 συμμετέχοντες._