Δεν χρειάζεται να είσαι μετεωρολόγος ή οιωνοσκόπος για να καταλάβεις προς τα που φυσάει ο άνεμος σε ολόκληρη σχεδόν τη Δύση αλλά και στην Ελλάδα. Αρκεί να δεις τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών αλλά κι αυτά του πρώτου γύρου των εθνικών εκλογών στη Γαλλία αλλά και τις μετρήσεις των δημοσκόπων για τις εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου στις ΗΠΑ.
Είναι να απορεί, λοιπόν, κανείς γιατί παραξένεψε η παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά, του πλέον συνεπούς εκπροσώπου, στην Ελλάδα, του πολιτικού ρεύματος, της ριζοσπαστικής Δεξιάς, που σαρώνει τις χώρες της Ευρώπης. Ο πρώην πρωθυπουργός δεν είδε σήμερα το “φως το αληθινό” ούτε κήρυξε ξαφνικά “ανοιχτό πόλεμο” στην κυβέρνηση και στον Κυριάκο Μητσοτάκη επειδή, ένα πρωί, ξύπνησε στραβά. Όλα όσα είπε τα έλεγε πάντοτε χωρίς φόβο και με πολύ πάθος από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Κι από τη δική του οπτική γωνία όλα όσα είπε ήταν σωστά.
«Από τη Σκανδιναβία μέχρι το νότο επικράτησαν δεξιές αντιλήψεις. Η woke Ευρώπη της αθρόας μετανάστευσης, της ακατανόητης ενεργειακής πολιτικής, της αποβιομηχάνισης, της λογοκρισίας έχει ηττηθεί”. Λέγοντας αυτά, ο Αντώνης Σαμαράς, απλώς εκφράζει αυτό που πολλοί φοβούνται να παραδεχτούν. Είναι αυτό ακριβώς που διατυπώνει με ενάργεια ο Σλαβόι Ζίζεκ:
«Η πολιτική διαχωριστική γραμμή στις περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν είναι πλέον μεταξύ της μετριοπαθούς Δεξιάς και της μετριοπαθούς Αριστεράς, αλλά μεταξύ της συμβατικής Δεξιάς, την οποία ενσαρκώνει ο μεγάλος νικητής, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (που περιλαμβάνει χριστιανοδημοκράτες, φιλελεύθερους-συντηρητικούς και παραδοσιακούς συντηρητικούς), και της νεοφασιστικής Δεξιάς, την οποία εκπροσωπούν η Λεπέν, η Μελόνι, η AfD και άλλοι».
Ουσιαστικά, ο πρώην πρωθυπουργός κατέρριψε τη «θεωρία των δύο άκρων» με την κοινή πλέον διαπίστωση πως η μεγάλη σύγκρουση είναι μεταξύ της ριζοσπαστικής δεξιάς και της κεντροδεξιάς η οποία στην Ελλάδα έχει απορροφήσει κι ένα σημαντικό κομμάτι της παλιάς κεντροαριστεράς κάτι που χαρακτήρισε ως μετάλλαξη και αποϊδεολογικοποίηση και όχι ως διεύρυνση. Έχει άδικο;
Ούτε το “αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο” ούτε και η επικοινωνιακή στρατηγική του Γκρίνμπεργκ μπορούν να κρύψουν το αβυσσαλέο χάσμα που χωρίζει τα ιδεολογικά ετερόκλητα κυβερνητικά στελέχη και τους βουλευτές της πλειοψηφίας αλλά και την εκλογική βάση της Νέας Δημοκρατίας μέρος της οποίας που συμμετείχε στα συλλαλητήρια κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών είδε με φρίκη τη νομιμοποίηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών.
Ευλόγως θέτει το ερώτημα ο Αντώνης Σαμαράς: “Συνιστά πολιτική πρόταση το ούτε δεξιά ούτε κέντρο ούτε αριστερά, μόνο μπροστά; Και τι σημαίνει τα προβλήματα δεν έχουν χρώμα; Φυσικά και έχουν. Για παράδειγμα ο γάμος ομόφυλων για την αριστερά είναι μία χαρά για μας είναι το πρόβλημα”. Ένα ερώτημα που κάλλιστα θα μπορούσε να τεθεί και προς την άλλη πλευρά, αυτή της Κεντροαριστεράς. Και πάλι δεν έχει άδικο. Όπως δεν έχει άδικο όταν κάνει λόγο για “υποχώρηση της πολιτικής προς όφελος της επικοινωνίας και του TikTok που έχει δημιουργήσει στον κόσμο την πεποίθηση ότι όλοι είναι ίδιοι” υποστηρίζοντας ότι: “Απαιτείται η επιστροφή στην πολιτική στις ρίζες τις ιδέες και τις αρχές των κομμάτων και των παρατάξεων”.
Τα κόμματα-σούπερ-μάρκετ, όπως ήταν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ επί δεκαετίες ολόκληρες έχουν τελειώσει ανεπιστρεπτί. Όπως ακριβώς έχει συμβεί με τα μεγάλα, μεταπολεμικά κόμματα των χριστιανοδημοκρατών και των σοσιαλδημοκρατών στη Γερμανία και την Ιταλία, των γκολιστών και των σοσιαλιστών στη Γάλλια, των συντηρητικών στη Μεγάλη Βρετανία ενώ και οι Ρεπουμπικάνοι και οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ δεν αισθάνονται και πολύ καλά τελευταία. Ο λόγος που έχει συμβεί αυτό είναι ξακάθαρος και απλός: η δραματική συρρίκνωση τως μεσαίας τάξης και μαζί της του λεγόμενου κεντρώου χώρου που εξασφάλιζε την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία.
Κόμματα-διάττοντες αστέρες όπως του Πέπε Γκρίλο ή “ασώματα” κόμματα όπως η “Αναγέννηση” του Εμάνουελ Μακρόν διέγραψαν μία πολλά υποσχόμενη τροχιά αλλά προσγειώθηκαν στα σκληρά τσιμέντα της κοινωνικής πραγματικότητας. Και όχι μόνο αυτό αλλά μέσω της αποτυχίας τους, έστρωσαν και το δρόμο για τη Μελόνι και τώρα τη Λεπέν.
Ο πρώην πρωθυπουργός έχει δίκιο στα βασικά σημεία της ομιλίας του αν ειδωθούν από τη δική του ιδεολογική σκοπιά και παρά τις όποιες διαφωνίες με τα επιμέρους. Λάθος κάνουν όσοι την χαρακτηρίζουν “κήρυξη” πολέμου. Αλλαγή πλεύσης ζητάει ο άνθρωπος προβλέποντας πως αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιμείνει, όπως δήλωσε χθες, να εξαντλήσει τη τετραετία, το 2027 είναι πιθανόν να αντιμετωπίσει την πανωλεθρία με τον Κυριάκο Βελόπουλο ή όποιον άλλον θα είναι στην ηγεσία της άκρας δεξιάς να έχει γιγαντωθεί.
Οι καιροί αλλά και οι πολίτες ζητούν καθαρές διαχωριστικές (ή ενωτικές) γραμμές και όχι θολά κεντρώα ή μεταπολιτικά τοπία ούτε και εύκολους χαρακτηρισμούς όπως αυτές των “άκρων” ή των “λαϊκιστών”. Η ανάκτηση της πολιτικής, όπως λέει και ο Ζέζεκ, απαιτεί σοβαρή, αυθεντική δράση αλλά και πολιτικούς που δεν είναι προϊόντα του tiktok και του Facebook. Κι αυτά ισχύουν και για τη Δεξιά και για την Αριστερά…