Πιάνοντας 400.000 εισιτήρια μέσα σε τρεις εβδομάδες, το animation «Τα Μυαλά Που Κουβαλάς 2», αποδεικνύεται η μεγάλη επιτυχία της φετινής χρονιάς και κρατά σε ικανοποιητικά επίπεδα το δύσκολο φετινό καλοκαίρι, λόγω και των αθλητικών μεταδόσεων.
Οι σινεφίλ αυτή την εβδομάδα, μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα σε τέσσερις πρεμιέρες, που είναι: Το γαλλικό θρίλερ «Σκοτώστε τον Βενσάν», η κωμική περιπέτεια του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ «Hit Man», η γαλλική οικολογική κομεντί «Κάθε Πέρυσι και Καλύτερα» και το θρίλερ «MaXXXine» του Τι Γουέστ, με την Μία Γκοθ. Επίσης, προβάλλονται δυο αριστουργηματικές επανεκδόσεις, το δράμα μυστηρίου «Ρασομόν» του Ακίρα Κουροσάβα και το θρίλερ «Σιωπηλός Μάρτυρας» του Άλφρεντ Χίτσκοκ, με Τζέιμς Στιούαρτ και Γκρέις Κέλι.
Σκοτώστε τον Βενσάν
(“ Vincent Must Die”) Θρίλερ, γαλλικής και βελγικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Στεφάν Καστάν, με τους Καρίμ Λεκλού, Βιμάλα Πονς, Φρανσουά Σατό, Μισέλ Περέζ κα.
Περίεργη και εξόχως ενδιαφέρουσα ομολογουμένως ταινία, με την τόλμη ενός πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, που συνδυάζει, με μία δεξιοτεχνική μαεστρία, συγκοινωνούντα κινηματογραφικά είδη: τον τρόμο, το ψυχολογικό θρίλερ, την επιστημονική φαντασία, τη σάτιρα, τη μαύρη κωμωδία και τον ρομαντισμό.
Ο Στεφάν Καστάν, ένας ηθοποιός χωρίς ιδιαίτερη αναγνώριση, στο ντεμπούτο του ως σκηνοθέτης, θα μας ξαφνιάσει θετικά, με την αλληγορική ταινία του για την ολοένα αυξανόμενη τοξικότητα, την ανεξέλεγκτη βία, τη διάχυση του μίσους. Όλα αυτά τα ζοφερά, που εξαπλώνονται ειδικά στον «πολιτισμένο» κόσμο, τα τελευταία χρόνια. Μπορεί το στόρι να στηρίζεται σε μία υπερβολή, δάνειο από την επιστημονική φαντασία, με την εισβολή της εχθρότητας μέσω «απαλών» ζόμπι, που αρκούνται στην ανελέητη επιθετικότητα, το ξύλο, αλλά η καρδιά της ταινίας χτυπά όταν μπαίνει το στοιχείο της συντροφικότητας, της ανθρώπινης επαφής, ακόμη και του αισθήματος.
Ένα κακόγουστο αστείο στον χώρο εργασίας θα πυροδοτήσει κακά δεινά για τον Βενσάν. Έπειτα από δυο παράλογες βίαιες επιθέσεις, χωρίς προφανή λόγο, εναντίον του, σύντομα διαπιστώνει ότι δεν είναι μόνο οι συνάδελφοί του που θέλουν να τον σκοτώσουν στο ξύλο, αλλά και όλοι όσοι έρχονται σε οπτική επαφή μαζί του. Από μία εύσωμη γυναίκα κάποιας ηλικίας μέχρι τα αθώα παιδιά του γείτονα τον βάζουν στο μάτι. Ο Βενσάν, ένας υποτονικός υπάλληλος, κολλημένος στον υπολογιστή του, θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει την πόλη και να καταφύγει στο πατρικό του στην ύπαιθρο. Όμως, κι εκεί θα συνεχιστεί ο εφιάλτης του, ενώ θα μάθει ότι το αυξανόμενο κύμα βίας παίρνει διαστάσεις πανδημίας. Στο πρόσωπο μιας σερβιτόρας, θα βρει τη συμπαράσταση και το κουράγιο να παλέψουν μαζί την παράνοια που κατακλύζει τον κόσμο.
Ο Καστάν διαβάζει έξοχα το παρόν, την καθημερινότητα, τη νοσηρή κανονικότητα, με όλα τα μικρά και μεγάλα αποτρόπαια που συμβαίνουν, χωρίς να ανησυχούν ιδιαίτερα κανέναν και προαναγγέλλει ότι το δυστοπικό μέλλον βρίσκεται ήδη στην εξώπορτα. Όταν ένα λάθος βλέμμα, μία ασυναίσθητη κίνηση, μπορεί να προκαλέσει ανεξέλεγκτη βία, όταν ο ατομικισμός πλέον έχει γίνει θρησκεία, μαζί με το χρήμα, το μέλλον διαγράφεται δυσοίωνο. Ο Καστάν, έχει πιάσει το νόημα και για να μην ξεπέσει σε ένα φιλμ τρόμου, ένα θρίλερ, που απλώς επιζητά το σασπένς, θα στραφεί σωστά προς τη μαύρη κωμωδία, έχοντας ως πρότυπο την εξαίσια ταινία του Σκορσέζε «Μετά τα Μεσάνυχτα».
Παράλληλα, το σασπένς και η αγχώδης κατάσταση του ήρωα, κλιμακώνονται με σωστούς ρυθμούς, που η μείξη τους με τη σάτιρα μίας μεταπανδημικής εποχής και τη μαύρη κωμωδία θα δέσει αρμονικά και θα στείλουν το μήνυμα αφύπνισης ότι ή αλλάζουμε ρότα ή θα μάθουμε αν πράγματι τα ζόμπι δεν είναι χορτοφάγα.
Εξαιρετική και η επιλογή του πρωταγωνιστή Καρίμ Λεκλού, που διαθέτει φάτσα και σώμα ενός νερόβραστου αδέξιου απορημένου πανικόβλητου ανθρωπάκου, ενός αντιήρωα που πρέπει να αντέξει την τρομαχτική φύση του ανθρώπου.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Τυχαίοι άγνωστοι αρχίζουν ξαφνικά να επιτίθενται στον Βενσάν, έναν συνηθισμένο άνδρα, με δολοφονικές προθέσεις. Η καθημερινότητά του ανατρέπεται και καθώς τα πράγματα ξεφεύγουν βίαια από τον έλεγχο, αναγκάζεται να φύγει και να αλλάξει εντελώς τη ζωή του.
Hit Man
(“ Hit Man”) Κωμική περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, με τους Γκλεν Πάουελ, Άντρια Αρχόνα, Όστιν Αμέλιο, Μόλι Μπέρναρντ κα.
Η αρχική ιδέα της ταινίας, που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, δείχνει ενδιαφέρουσα και κατάλληλη για μια παρωδία των αστυνομικών φιλμ και φόρος τιμής στην σκρούμπολ κωμωδία, αλλά το αποτέλεσμα δεν δικαιώνει τις υποσχέσεις, παρότι ο αδιάφορος Γκλεν Πάουελ ως πρωταγωνιστής, το παλεύει όσο μπορεί, αν και είναι φανερό ότι τον χωρίζει άβυσσος με τους ηθοποιούς του κλασικού Χόλιγουντ.
Από την πλευρά του, ο ικανότατος Ρίτσαρν Λινκλέιτερ, που έγινε πρώτο όνομα από τη δραματική ταινία του «Μεγαλώνοντας» και τη διάσημη τριλογία του («Πριν το Ξημέρωμα», «Πριν το Ηλιοβασίλεμα» και «Πριν τα Μεσάνυχτα») εδώ δείχνει να κάνει μία αρπαχτή, παρά τις όποιες καλές στιγμές της ταινίας, την οποία μπορείς να «χαζέψεις» ένα ζεστό καλοκαιρινό βραδάκι – και να την ξεχάσεις άμεσα.
Ο Γκάρι Τζόνσον, ένας καθηγητής φιλοσοφίας, που δουλεύει παράλληλα και για την αστυνομία, θα αντικαταστήσει έναν «ψημένο» συνάδελφό του αστυνομικό, που δουλεύει προλαμβάνοντας υποψήφιους ηθικούς αυτουργούς σε φόνους, που προσλαμβάνουν πληρωμένους δολοφόνους, μέσω αγγελιών. Η επιτυχία του από την πρώτη αποστολή, θα τον κάνει απαραίτητο για την αστυνομία και περιζήτητο για τους ανθρώπους που θέλουν να ξεφορτωθούν τη γυναίκα τους, το αφεντικό τους ή οποιοδήποτε ενοχλητικό. Όταν, όμως, θα ερωτευθεί μία γυναίκα που θέλει να ξεφύγει από τον κακοποιητικό σύντροφό της, θα σπάσει το πρωτόκολλο της υπηρεσίας, θα βρει τον εαυτό του, φλερτάροντας με την ιδέα να γίνει πραγματικά ο ίδιος εγκληματίας.
Πράγματι, το στόρι στο χαρτί δεν είναι κακό, όταν όμως μπαίνει σε εφαρμογή και πρέπει να περάσει από το φιλμ, τα πράγματα δεν εξελίσσονται το ίδιο καλά, καθώς μπορεί να περιορίζει τα κλισέ, να έχει ορισμένες ξεκαρδιστικές σκηνές και κάποια μικρά διαλείμματα μαύρου χιούμορ, αλλά η γενικότερη εικόνα δείχνει να ξεπέφτει στην αμερικανιά. Οι διασκεδαστικές σκηνές, με τις μεταμορφώσεις του ήρωα και ορισμένους γραφικούς υποψήφιους ηθικούς αυτουργούς σε φόνο, μας χαιρετάνε από τα μέσα της ταινίας, ενώ η όποια πλάκα του σεναρίου σε συνδυασμό με την αναιμική αστυνομική περιπέτεια, ξεχειλώνει απίστευτα.
Ακόμη και το επιβεβλημένο υποτυπώδες σασπένς δείχνει ξέπνοο, τα γκαγκς τις περισσότερες φορές δεν λειτουργούν, ενώ ο Πάουελ εκτός από την ανεπάρκειά του για έναν τέτοιο ρόλο, δεν αποκτά ποτέ και την απαραίτητη χημεία με την πανέμορφη Πορτορικανή Άντρια Αρχόνα.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας καθηγητής φιλοσοφίας δουλεύει παράλληλα για την αστυνομία, προσποιούμενος τον πληρωμένο εκτελεστή, ώστε να βοηθά στη σύλληψη πολιτών που αναζητούν υπηρεσίες τέτοιας φύσης.
Κάθε Πέρυσι και Καλύτερα
(“ Une Annee Difficile”) Αισθηματική κομεντί, γαλλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Ολιβιέ Νακάς και Ερίκ Τολεντανό, με τους Πιό Μαρμαΐ, Νοεμί Μερλάν, Ζονατάν Κοέν, Μαργκό Μπασιλιέν, Ντανιέλ Λεμπράν, Ματιέ Αμαρλίκ κα.
Έχοντας ως φόρμα μία αισθηματική κομεντί, το γνωστό σκηνοθετικό δίδυμο των Ολιβιέ Νακάς και Ερίκ Τολεντανό («Άθικτοι», «Έτσι Είναι η Ζωή», «Μοναδικοί») θα φέρουν κοντά, εκτός από το πρωταγωνιστικό ζευγάρι και τα δυο άκρα αντίθετα της σύγχρονης κοινωνίας, την υπερκατανάλωση με τον οικολογικό ακτιβισμό.
Οι δυο σκηνοθέτες, που διασταυρώνουν δυο εκ διαμέτρου αντίθετους κόσμους, εκείνον της υπερχρέωσης, ενός τεράστιου κοινωνικού προβλήματος και του περιβαλλοντικού κινήματος, το οποίο καθοδηγείται από αποφασισμένους νέους ακτιβιστές, θα καταφέρουν να αποφύγουν τη σοβαροφάνεια, αλλά στο τέλος υποκύπτουν στον διδακτισμό.
Ο Μπρούνο και ο Αλμπέρ, λόγω της αλόγιστης κατανάλωσης, έχουν βρεθεί καταχρεωμένοι και αναζητώντας κάποια βοήθεια για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημά τους, θα συναντηθούν με μία ομάδα οικολόγων ακτιβιστών, που προσφέρουν δωρεάν μπύρες και κάτι για τη λιγούρα. Παριστάνοντας αρχικά τους οικολόγους, για να εξασφαλίσουν τις τζάμπα μπύρες, σιγά σιγά θα αρχίσουν να συνειδητοποιούν το περιβαλλοντικό πρόβλημα. Σε αυτό, όμως, θα βοηθήσει και η ύπαρξη μίας δυναμικής όμορφης ακτιβίστριας…
Αν και η ταινία των Νακάς-Τολεντανό δημιουργεί προσδοκίες για μια ξεκαρδιστική ιστορία λαϊκής απήχησης, που μπορεί να περάσει και τα οικολογικά μηνύματα, αλλά και να μιλήσει για το εκτεταμένο πρόβλημα της υπερχρέωσης και του υπερκαταναλωτισμού, με έξυπνες ατάκες και διεισδυτικές παρατηρήσεις για τις σύγχρονες κοινωνίες, όσο περνά η ώρα χάνει την έμπνευσή της και επιστρέφει στη σιγουριά των κλισέ.
Το φιλμ, πάντως, βλέπεται ευχάριστα, αν και πολλές φορές μοιάζει να στέκεται στον αφρό της μπύρας, χωρίς ιδιαίτερη ουσία και γεύση, ξεπετώντας τα σοβαρά θέματα που θέτει στον πυρήνα του με διάφορα ασύνδετα γκαγκς, ενώ και οι χαρακτήρες θα ήθελαν ακόμη μεγαλύτερη εμβάθυνση.
Συμπαθητικό το πρωταγωνιστικό τρίο των Πιό Μαρμαΐ, Ζονατάν Κοέν και Νοεμί Μερλάν, αν και ο Ματιέ Αμαρλίκ, θα κερδίσει τις εντυπώσεις στο σύντομο πέρασμά του, ως εθισμένος τζογαδόρος.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Δύο καταχρεωμένοι φίλοι θα ενταχθούν σε μία οικολογική ομάδα ακτιβιστών, για να εξασφαλίσουν τουλάχιστον δωρεάν μπύρες. Εκεί, όμως, θα συναντήσουν και μια δυναμική ακτιβίστρια, η οποία θα επιδράσει σημαντικά πάνω τους.
MaXXXine
(“ MaXXXine”) Ταινία τρόμου, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Τι Γουέστ, με τους Μία Γκοθ, Ελίζαμπεθ Ντεμπίκι, Μόουζες Σάμνεϊ, Μισέλ Μόναγκαν, Τζανκάρλο Εσπόζιτο, Κέβιν Μπέικον κα.
Αναβαθμισμένο, σε επίπεδο παραγωγής – από την ανεξάρτητη εταιρεία Α24, σίκουελ της ταινίας τρόμου «Χ», που είδαμε πριν δυο χρόνια, από τον εξειδικευμένο στις ταινίες τρόμου, Τι Γουέστ, ο οποίος στα ενδιάμεσα κατάφερε να γυρίσει ακόμη ένα μέρος της τριλογίας, την «Pearl», ως πρίκουελ της πρώτης ταινίας.
Εδώ, ο Τι Γουέστ, θα μας μεταφέρει στη δεκαετία του ‘80 και πάλι με μία ρετρό διάθεση, ενώνοντας τις δυο ταινίες, μέσα από την πρωταγωνίστρια της ερωτικής κινηματογραφικής βιομηχανίας Μαξίν, τη μοναδική επιζήσασα της σφαγής που σημειώθηκε τη δεκαετία του ‘70 στο Τέξας, σε μία αγροικία, όπου οι γηραιοί ιδιοκτήτες της δεν είδαν με καλό μάτι το πορνό που γύριζε μία ομάδα νεαρών.
Η Μαξίν, θέλοντας να ξεχάσει τα αιματηρά γεγονότα στο Τέξας, θα συνεχίσει το ταξίδι της, προσπαθώντας να γίνει σταρ στο Λος Άντζελες στα μέσα της δεκαετίας του ‘80, πηγαίνοντας σε οντισιόν, για μια ταινία τρόμου. Όταν ένας μυστηριώδης ψυχοπαθής δολοφόνος καταδιώκει τις στάρλετ του Χόλιγουντ, η Μαξίν θα βρεθεί και πάλι στο επίκεντρο των αποτρόπαιων φόνων, καθώς αυτοί έχουν σχέση με το παρελθόν της.
Θυμίζοντας κάτι από Ντε Πάλμα και ειδικά το θρίλερ του «Διχασμένο Κορμί», σε ύφος, ατμόσφαιρα, ακόμη και ως βασική σινεφιλική αναφορά, απ’ τις πολλές που υπάρχουν στο φιλμ, ο Γουέστ θα διατηρήσει την παλιομοδίτικη φόρμα του, στήνοντας ένα slasher, το οποίο εμπλουτίζει με απενοχοποιημένο χιούμορ και πολιτικές αναφορές, αλλά κυρίως κάνοντας μια ταινία που αποσκοπεί στη διασκέδαση ενός κοινού, που δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις.
Η δίψα της Μαξίν να βγει από το περιθώριο της σεξουαλικής βιομηχανίας, να γίνει μια κανονική ηθοποιός και γιατί όχι μια σταρ, να μπει στα σαλόνια του Χόλιγουντ, θα είναι η σπίθα που θα βάλει φωτιά στο φιλμ, ο δημιουργός του οποίου, έχοντας την ανεβασμένη παραγωγή της Α24, θέλει να ξεφύγει από τα χαρακτηριστικά ενός b movie.
Η εμμονή με τις παλιές ταινίες, που φτάνει στα όρια της φετιχιστικής λατρείας, έρχεται να δέσει με το ανυπόληπτο σινεμά των σέξι θρίλερ εκείνης της εποχής, αποτίοντας φόρο τιμής στη χειρότερη εκδοχή τους και βάζοντας στο ρόλο της ηρωίδας, μία αναχρονιστικά ενδυναμωμένη γυναίκα.
Ο Γουέστ, επηρεασμένος από τη δεκαετία του ‘80, θα αναδείξει την υποκρισία της καθωσπρέπει Αμερικής, με τις διαμαρτυρίες ενάντια στο χέβι μέταλ, το πορνό, τις ταινίες τρόμου, παρουσιάζει ως θρίλερ τον πόλεμο μεταξύ των οικογενειακών αξιών του χριστιανισμού και της ποπ κουλτούρας.
Θα αποδομήσει τον τρόπο με τον οποίο το Χόλιγουντ υποβιβάζει τις γυναίκες, ακόμη κι αν αυτές φέρνουν τα χρήματα, φωτίζει τα έξαλλα πάρτι στους λόφους, στα οποία οι στάρλετ αναζητούν έναν παραγωγό ή ακόμη και έναν πλούσιο ηλικιωμένο προστάτη, ζουμάρει ειρωνικά στην πασίγνωστη πινακίδα του Χόλιγουντ, αφήνοντας στη φαντασία τα σκουπίδια που κρύβονται πίσω απ’ αυτή.
Ο Γουέστ, είναι ένας αξιόλογος σκηνοθέτης, που γνωρίζει τα μυστικά της δουλειάς, αλλά μάλλον πρέπει να βγει, όπως η Μαξίν, από τον κουβά ανακύκλωσης των σκουπιδιών, για να μας φέρει κάτι νέο, που θα βάλει τις ιδέες του πάνω απ’ αυτά.
Η Μία Γουέστ βγάζει με τον καλύτερο τρόπο τη φωτιά που κρύβει μέσα της, ενώ η Ελίζαμπεθ Ντεμπίκι, είναι πειστική στο ρόλο μίας σκληρής σκηνοθέτιδας, σε έναν ανδροκρατούμενο τότε χώρο, που προσπαθεί να μάθει την ηρωίδα πως θα επιβιώσει. Ο Κέβιν Μπέικον, στον περίεργο ρόλο ενός ιδιωτικού ντετέκτιβ, με χρυσά δόντια και μια σκοτεινή φαιδρότητα, φαίνεται να το διασκεδάζει αφάνταστα, όπως και οι περισσότεροι ηθοποιοί, όσοι τουλάχιστον κατάλαβαν τον χαρακτήρα τους και την ψευδαίσθηση της ταινίας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στο Χόλιγουντ της δεκαετίας του ‘80, η σταρ των πορνό ταινιών και επίδοξη ηθοποιός Μαξίν Μινξ ετοιμάζεται επιτέλους για τη μεγάλη καριέρα. Όταν ένας μυστηριώδης δολοφόνος καταδιώκει τις σταρ του Χόλιγουντ, απειλείται να αποκαλυφθεί το απαίσιο παρελθόν της.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Ρασομόν
(“ Rashomon”) Τα διαμάντια δεν χάνουν ποτέ την αξία τους, ακόμη και αν έχουν περάσει 70 χρόνια από την κοπή τους. Αυτό ισχύει και με το αριστούργημα του Ακίρα Κουροσάβα, που κέρδισε το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας και τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία. Μια ταινία περίτεχνης αφήγησης και από τις καλύτερες του κορυφαίου δημιουργού, μια κινηματογραφική εμπειρία, μία μελέτη για την αλήθεια και το ψέμα, αλλά και το γκρίζο που υπάρχει ανάμεσά τους.
Στην Ιαπωνία του 12ου αιώνα, ένας ληστής σκοτώνει έναν άντρα και βιάζει τη γυναίκα του. Συλλαμβάνεται, αλλά η κατάθεσή του είναι εντελώς διαφορετική από το θύμα, ενώ διαφορετική εκδοχή, από ληστή και γυναίκα, δίνει ένας ξυλοκόπος που ήταν αυτόπτης μάρτυρας.
Μέσα από ένα εκτεταμένο και αριστοτεχνικό φλας μπακ, ο Κουροσάβα μας αφηγείται τις διαφορετικές εκδοχές των γεγονότων, ενορχηστρώνοντας ένα δικαστικό δράμα μυστηρίου, με τον θεατή στο ρόλο του κριτή κι ενώ η εκπληκτική σκηνοθεσία προσεγγίζει το θέμα του ως ένα εκθαμβωτικό παραμύθι, με τις φωτοσκιάσεις και τις μαγικές κινήσεις της κάμερας, να συνταράσσουν.
Ο Τοσίρο Μιφούνε είναι και πάλι εδώ και μαζί του οι Μασαγιούκι Μόρι, Ματσίκο Κίο και Τακάσι Σιμούρα.
Σιωπηλός Μάρτυρας
(“ Rear Window”) Ο Χίτσκοκ στα καλύτερά του, θα παραδώσει το 1954 ίσως τη σημαντικότερη ταινία της καριέρας του. Κλασικό θρίλερ, με τον μοναδικό Τζίμι Στιούαρτ και την απαστράπτουσα Γκρέις Κέλι. Υποδειγματικό φιλμ πάνω στη γνωστή προβληματική του για την ηδονοβλεψία και το σινεμά, αλλά και του χτισίματος του σασπένς και μιας πινακοθήκης χαρακτήρων, φωτισμένων υπέροχα σε ένα πανέμορφο, απαράμιλλης αισθητικής σκηνικό. Ο Στιούαρτ, ένας φωτογράφος, που έχει καθηλωθεί στο κρεβάτι, έπειτα από ένα σπάσιμο του ποδιού του, παρατηρεί με την φωτογραφική του μηχανή έναν φόνο στην απέναντι πολυκατοικία και μαζί με την κοπέλα του, την κομψή όσο ποτέ Γκρέις Κέλι και τη νοσοκόμα του, την υπέροχη καρατερίστα Θέλμα Ρίτερ, θα προσπαθήσει να αποκαλύψει τον ένοχο.
(Φωτογραφία από την ταινία «Σκοτώστε τον Βενσάν»)
Πηγή: ΑΠΕ – Χάρης Αναγνωστάκης