ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*
Οι φετινές ευρωεκλογές ήταν οι πρώτες που έγιναν με ανοιχτό θέμα ασφάλειας εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία προκάλεσε ενεργειακή κρίση και πληθωριστικές πιέσεις, που οδήγησαν σε αυξήσεις τιμών.
Την δυσαρέσκεια που προκλήθηκε από τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής, προσπάθησαν να καρπωθούν δυνάμεις που βρίσκονται «στα δεξιά» της κλασικής Δεξιάς και Κεντροδεξιάς: λαϊκιστική Δεξιά, ακροδεξιά, εθνικιστές, ξενοφοβικοί.
Παρά την σαφή ενίσχυση τους, η άνοδος τους δεν είναι αυτή που φοβόντουσαν διάφοροι αναλυτές. Από το 20% των εδρών στο απερχόμενο Ευρωκοινοβούλιο, δεν φαίνεται ότι ξεπερνούν το 25% των εδρών στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δεν χρειάζεται φυσικά εφησυχασμός, αλλά δεν δικαιολογείται δραματοποίηση της κατάστασης.
Ορισμένα από αυτά τα κόμματα είχαν κέρδη λόγω αλλαγής της ρητορικής τους επί το μετριοπαθέστερο, κάτι που δημιούργησε το φαινόμενο της «κανονικοποίησης» της ακροδεξιάς. Οι βασικές συνιστώσες της φιλοευρωπαϊκής πλειοψηφίας – κεντροδεξιοί, σοσιαλδημοκράτες, κεντρώοι Φιλελεύθεροι, Πράσινοι- θα συνεχίσουν να λαμβάνουν τις αποφάσεις. Βέβαια τώρα οι συμβιβασμοί που θα απαιτούνται μεταξύ αυτών των δυνάμεων, θα είναι πιο δύσκολοι και περίπλοκοι.
Θα υπάρξει φυσικά μεγαλύτερη πίεση για επανεθνικοποίηση πολλών πολιτικών, που σήμερα είναι κοινές ευρωπαϊκές πολιτικές. Την στιγμή δηλαδή που, η Ε.Ε. πρέπει να προχωρήσει πιο τολμηρά στην εμβάθυνση της πολιτικής ενοποίησης της, θα δυναμώσουν οι κραυγές υπέρ της «επιστροφής» στα επιμέρους εθνικά κράτη-μέλη.
Μεγαλύτερες από την πανευρωπαϊκή καταγραφή των ακροδεξιών δυνάμεων, θα είναι οι συνέπειες των ισχυρών ποσοστών τους ξεχωριστά σε κάθε ένα κράτος-μέλος, καθώς πολλές αποφάσεις στην Ε.Ε. λαμβάνονται ακόμα μόνο με την συμφωνία των εθνικών κυβερνήσεων. Ειδικά σε κάποιες χώρες, των οποίων ο ρόλος είναι κεντρικός μέσα στην Ε.Ε., αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία.
Ως προς αυτό, οι εξελίξεις στη Γαλλία με τη Λεπέν, το γεγονός ότι η ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» – ΑfD ήρθε δεύτερο κόμμα, ότι στην Ιταλία κυβερνά η Μελόνι μαζί με τον -ακόμα πιο σκληροπυρηνικό- Σαλβίνι της Λέγκα, μπορούν να επιδράσουν αρνητικά στις αποφάσεις των Συνόδων Κορυφής της ΕΕ.
Στην Ουγγαρία ο Όρμπαν και το κόμμα του κυβερνά με αυτοδυναμία, ενώ η ακροδεξιά έχει εισέλθει σε κυβερνήσεις συνασπισμού στη Φινλανδία, την Ολλανδία, την Τσεχία και την Κροατία.
Ο πιο σοβαρός κίνδυνος είναι ορισμένα κόμματα της μετριοπαθούς Δεξιάς και κεντροδεξιάς, για ψηφοθηρικούς λόγους, να ενδώσουν σε συμμαχίες με την ακροδεξιά και σε στήριξη των προτάσεων της. Κάτι τέτοιο θα αποδυνάμωνε τα αναγκαία μέτρα αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, θα οδηγούσε σε παραβίαση δικαιωμάτων προσφύγων και μεταναστών, σε αυταρχικές εκτροπές από τους κανόνες του κράτους δικαίου, να σταματήσει ή να επιβραδυνθεί η πορεία προς την διεύρυνση της ΕΕ κλπ.
Η φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία οφείλει να λάβει μέτρα, που θα καθιστούν την ΕΕ έναν σημαντικό γεωπολιτικό παίκτη με ισχυρό διεθνές αποτύπωμα, να συνεχίσει την διεύρυνση της Ε.Ε. με νέες χώρες, και ταυτοχρόνως να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της, ώστε αυτή να γίνει πιο ευέλικτη, λειτουργική και αποτελεσματική.
Κεντρικό σημείο είναι η απαλλαγή από την ανάγκη για ομοφωνία στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων, με την κατάργηση του δικαιώματος «βέτο» που έχει κάθε μεμονωμένη χώρα, ειδικά στα θέματα της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής. Ισχυρή ευρωπαϊκή ομπρέλα δεν συνάδει με τη δυνατότητα ενός κράτους-μέλους να εμποδίζει τα υπόλοιπα 26 κράτη-μέλη να προχωρούν σε κοινές πρωτοβουλίες.
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-
Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την
Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ