Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στο περιθώριο της συνόδου του NATO στην Ουάσιγκτον ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης, ρωτήθηκε για τον πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας Χρίστιαν Μίτσκοσκι, ο οποίος συνεχίζει να μην τηρεί τη συμφωνία των Πρεσπών σε ό,τι αφορά τη χρήση της συνταγματικής ονομασίας της χώρας.
Ερωτηθείς αν η Ελλάδα σκέφτεται να κάνει χρήση των προβλέψεων του άρθρου 19 της συμφωνίας, ο πρωθυπουργός ανέφερε: «Είχα την ευκαιρία να ενημερώσω τους συναδέλφους μου για το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας έχει επιλέξει να μην εφαρμόζει ένα κρίσιμο άρθρο της συμφωνίας ως προς το συνταγματικό της όνομα έναντι όλων. Αποκαλεί τη χώρα του ‘Δημοκρατία της Μακεδονίας’ εντός συνόρων, κάτι το οποίο προφανώς απαγορεύεται ρητά από την συμφωνία. Θέλω βέβαια να επισημάνω ότι εντός της αίθουσας και παρουσία όλων των ηγετών του ΝΑΤΟ, δεν ακολούθησε αυτήν την τακτική και χρησιμοποίησε την συνταγματική ονομασία της χώρας του. Από εκεί και πέρα θεωρώ ότι με τον έναν ή τον τρόπο η ηγεσία της γειτονικής χώρας θα αντιληφθεί ότι αυτή η τακτική είναι παντελώς αντιπαραγωγική».
»Οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται, είναι κάτι το οποίο το τόνισα χθες και στην ολομέλεια του ΝΑΤΟ. Είναι κάτι το οποίο νομίζω αντιλαμβάνονται όλοι οι σύμμαχοί μας. Εμείς θέλουμε η Βόρεια Μακεδονία να κάνει βήματα ευρωπαϊκής προσέγγισης, αυτό προϋποθέτει όμως το σεβασμό του διεθνούς δικαίου και το σεβασμό των συμφωνιών που έχει υπογράψει η χώρα προφανώς (…) Πιστεύω ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αυτό είναι κάτι το οποίο η ηγεσία των Σκοπίων θα το αντιληφθεί. Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα δεν θα αποκαλύψει αυτή τη στιγμή τα όπλα τα οποία έχει στη διάθεση της για να απαντήσει σε ενδεχόμενη επιμονή της ηγεσίας της γειτονικής χώρας σε αυτή την τακτική».
Για το Κυπριακό, σε ερώτηση αν υπήρξε αντίδραση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν όταν το έθεσε στη συνάντησή τους κι αν πρέπει να αναμένονται εξελίξεις, ο πρωθυπουργός σημείωσε: «Καταρχάς η ελληνική κυβέρνηση και εγώ προσωπικά έχουμε εκφράσει την ικανοποίηση μας για το γεγονός ότι υπάρχει πρωτοβουλία του ΟΗΕ και πράγματι η ειδική απεσταλμένη έχει καταθέσει το πρώτο πόρισμά της στον ΓΓ, δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες του περιεχομένου του, προφανώς δεν μπορώ να τοποθετηθώ επ’ αυτού.
»Η ελληνική κυβέρνηση όμως εξακολουθεί να υποστηρίζει την επανέναρξη των συνομιλιών μεταξύ των δύο κοινοτήτων, προφανώς στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ. Είναι μια θέση από την οποία η Αθήνα και η Λευκωσία, η Λευκωσία και η Αθήνα δεν αποκλίνουν. Θα έχω την ευκαιρία να βρεθώ στην Κύπρο την 20ή Ιουλίου προσκεκλημένος του προέδρου Χριστοδουλίδη για να συμμετέχω (…) σε εκδήλωση στο προεδρικό μέγαρο. Από εκεί πέρα θα συζητήσω και αύριο με τον Γενικό Γραμματέα με ποιο τρόπο θα μπορούσε ο ίδιος να εμπλακεί σε μια ακόμα προσπάθεια την οποία θεωρούμε επιβεβλημένη να γίνει για να μπορέσει επιτέλους αυτή η μεγάλη πληγή να κλείσει. Πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, επιτέλους η Κύπρος να πάψει να είναι το τελευταίο δεύτερη διαιρεμένο νησί το οποίο βρίσκεται εντός ευρωπαϊκής επικράτειας και να υπάρξει δίκαιη και βιώσιμη και διατηρήσιμη λύση του κυπριακού ζητήματος».
Απαντώντας σε ερώτηση για τις φήμες περί πολυμερούς συνάντησης για το Κυπριακό προσεχώς και ποιο θα είναι το σχήμα, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε: «Δεν έχω να σας πω κάτι επ’ αυτού. Όπως σας είπα, δεν γνωρίζω καν τις λεπτομέρειες του περιεχομένου της έκθεσης της κυρίας Ολγκίν. Αυτό το οποίο είναι επιβεβλημένο αυτή τη στιγμή είναι να ξεκινήσουν συνομιλίες μεταξύ των δυο κοινοτήτων».
Ο πρωθυπουργός ρωτήθηκε για τις αντιδράσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης η οποία τον κατηγορεί πως παραδέχτηκε κενά στην ελληνική εθνική άμυνα με αφορμή την ενίσχυση της ουκρανικής άμυνας.
«Μα δεν είπα ποτέ κάτι τέτοιο. Θα ήθελα με την ευκαιρία να υπενθυμίσω σε όλους όσοι διακινούν τέτοιου είδους παραπληροφόρηση δυο δεδομένα. Το πρώτο είναι ότι η Ελλάδα διαθέτει πλεονασματικό υλικό για να υποστηρίξει την Ουκρανία, πάντα με τη σύμφωνη γνώμη του γενικού επιτελείου εθνικής άμυνας και του υπουργείου εθνικής Άμυνας, κι έχω πει πάρα πολλές φορές ότι σε καμία περίπτωση οι κινήσεις που κάνουμε δεν θέτουν σε αμφισβήτηση την αποτρεπτική δυνατότητα της χώρας.
»Άρα επ’ αυτού δεν νομίζω ότι υπάρχει καμία απολύτως δυνατότητα παρερμηνείας των δηλώσεων μου και θέλω επίσης να επισημάνω ότι μέρος του υλικού το οποίο διαθέτουμε είναι υλικό το οποίο μπορεί να λήγει σύντομα ως προς τις επιχειρησιακές του δυνατότητες και θα καταλήγαμε στο τέλος να πληρώναμε χρήματα (…) για να το καταστρέψουμε. Αυτά για εκείνους οι οποίοι διακινούν (…) τέτοια σενάρια. Η δεύτερη παρατήρηση είναι ας αξιολογήσουμε επιτέλους αντικειμενικά τις δυνατότητες των ενόπλων δυνάμεων το 2024 και ας τις συγκρίνουμε με τις δυνατότητες των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων το 2019. Η χώρα έχει επενδύσει συστηματικά στην ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων μετά από δεκαετή κρίση, είμαστε μια από τις χώρες που δαπανά το μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ για την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων και αξίζει απλά να δει κανείς τα Rafale να πετάνε στους ελληνικούς ουρανούς, τα ελικόπτερα Romeo τα οποία ήδη επιχειρούν, τη γρήγορη αναβάθμιση των F-16, τις φρεγάτες Μπελαρά οι οποίες θα ενταχθούν στο Πολεμικό Ναυτικό εντός του 2025 και το 2026 και να διαπιστώσει κανείς πραγματικά αν σήμερα η χώρα είναι πιο ισχυρή και πιο ασφαλής από ο,τι ήταν όταν οι Έλληνες πολίτες μας εμπιστεύτηκαν για πρώτη φορά το 2019 τη διακυβέρνηση του τόπου».
Ερωτηθείς αν υπήρξε κάποια εξέλιξη στη σύνοδο του ΝΑΤΟ για την πρωτοβουλία που ανέλαβε μαζί με τον πρωθυπουργό της Πολωνίας για την ευρωπαϊκή ασπίδα αντιαεροπορικής άμυνας και πώς απαντά στην κριτική για το ότι η παράδοση F-16 στο Κίεβο αποτελεί επικίνδυνη κλιμάκωση, ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε: «Για το ζήτημα της πρωτοβουλίας μας θέλω να θυμίσω (…) ότι είναι ευρωπαϊκή πρωτοβουλία. Αλλά αυτό το οποίο νομίζω κατέστη σαφές και σε αυτή τη σύνοδο είναι ότι η Ευρώπη πρέπει να κάνει περισσότερα για να ενισχύσει τη δική της αμυντική ικανότητα. Να δαπανήσει περισσότερους πόρους αλλά ταυτόχρονα να το κάνει με πιο έξυπνο τρόπο. Και ότι αυτό δεν υπονομεύει το ΝΑΤΟ, αντίθετα ενισχύει το ΝΑΤΟ. Και ότι είναι πολύ πιθανόν, για να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε ως Ευρωπαίοι τη δική μας άμυνα, να χρειαστεί να αναζητήσουμε και άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία πέραν των εθνικών προϋπολογισμών, οι οποίοι εκ των πραγμάτων έχουν τα όριά τους, ειδικά σε περίοδο δημοσιονομικής σύσφιξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Γι’ αυτό η πρόταση την οποία κατέθεσα με τον πολωνό πρωθυπουργό έχει τη διάσταση της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης. Θέλω να τονίσω ότι δεν είμαστε εκεί ακόμα, δεν έχουμε πετύχει κάποια ευρωπαϊκή συμφωνία για κάτι τέτοιο, όμως είναι μια πρόταση η οποία έχει ακουστεί θετικά σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
»Από εκεί και πέρα, θέλω να είμαι σαφής ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει F-16 (…) Υπάρχουν άλλες χώρες που έχουν κάνει αυτή την επιλογή. Αλλά σκοπός μας είναι να δώσουμε τη δυνατότητα στην Ουκρανία να αμυνθεί με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Φαντάζομαι είδατε κι εσείς τις σκηνές από τη φρικτή ρωσική επίθεση εναντίον παιδιατρικού νοσοκομείου πριν από λίγες μέρες, του μεγαλύτερου παιδιατρικού νοσοκομείου της Ουκρανίας. Αυτή είναι η πραγματικότητα την οποία βιώνουν οι Ουκρανοί. Και αν θέλουμε να μιλάμε για μια βιώσιμη και δίκαιη ειρήνη, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι αυτή η ειρήνη δεν μπορεί να επιτευχθεί υπό συνθήκες συνθηκολόγησης της Ουκρανίας. Και για να μην συνθηκολογήσει η Ουκρανία, θα πρέπει να εξακολουθούμε όλοι να τη στηρίζουμε. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα μήνυμα το οποίο εκπέμφθηκε με πολύ μεγάλη ένταση από όλους τους συναδέλφους μου, με μια εξαίρεση – μπορείτε να αντιληφθείτε ποια. Αλλά το ΝΑΤΟ είναι ενωμένο σε αυτή την προσπάθεια στήριξης της Ουκρανίας, για να μπορέσουμε να φτάσουμε στο σημείο να συζητούμε για μια δίκαιη λύση, αλλά με συνθήκες αξιοπρέπειας και σχετικής ισοτιμίας».
Ο πρωθυπουργός ρωτήθηκε αν ζητήθηκε από την Ελλάδα να ενισχύσει την Ουκρανία με αντιαεροπορικά συστήματα. «Έχω επαναλάβει ότι η Ελλάδα δεν θα διαθέσει στην Ουκρανία ούτε συστήματα Patriot ούτε συστήματα S-300. Έχουμε διαθέσει άλλου είδους αντιαεροπορικά συστήματα, μικρότερου βεληνεκούς, πάντα -να το επαναλάβω αυτό- με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, για να υποστηρίξουμε την Ουκρανία στην πολύ δύσκολη μάχη την οποία δίνει».
Ερωτηθείς αν υπήρξε προβληματισμός των συμμάχων για την απόφαση του ΝΑΤΟ να προμηθεύσει με μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Ουκρανία ο κ. Μητσοτάκης απάντησε πως για το θέμα έχει απαντήσει ήδη.
Ερωτηθείς αν με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και τον υπουργό Εξωτερικών του Άντονι Μπλίνκεν έγινε συζήτηση, έστω «στο πόδι» για ελληνικά εθνικά θέματα, ο πρωθυπουργός ανέφερε: «Πάντα στις παρυφές αυτών των συναντήσεων κορυφής έχουμε την ευκαιρία να συζητούμε, έστω σύντομα, ζητήματα τα οποία μας απασχολούν. Και με τον πρόεδρο Μπάιντεν σύντομα, και λίγο πιο εκτενώς με τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, τον Άντονι Μπλίνκεν, επαναβεβαιώσαμε το εξαιρετικό επίπεδο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων και συζητήσαμε κάποιες κοινές προκλήσεις και τα θέματα τα οποία μας απασχολούν (…) στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων».