Ανάμεικτες είναι οι εντυπώσεις και τα συναισθήματα από την Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού και ίσως αυτό ακριβώς να ήταν και το ζητούμενο των διοργανωτών και του νεαρού σκηνοθέτη και καλλιτεχνικού υπεύθυνου Τομά Ζολί.
Όταν επιχειρείς να τα πεις όλα μέσα σε τέσσερις ώρες είναι επόμενο κάποια πράγματα να πετύχουν, κάποια να μη λειτουργήσουν, κάποια να μην αρέσουν, κάποια να φανούν υπερβολικά, κάποια να σοκάρουν, κάποια να δείχνουν βαρετά και κάποια άλλα να μοιάζουν με μικρά θαύματα σκορπίζοντας κύματα ενθουσιασμού και συγκίνησης.
Εάν τελετές έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων είναι ίσως τα πιο πολυσύνθετα και πολυδάπανα, σε χρήμα και κόπο, project στη βιομηχανία των θεαμάτων, η Τελετή Έναρξης του Παρισιού είχε πολλούς παραπάνω βαθμούς δυσκολίας από όλες τις προηγούμενες, με πρώτη και μεγαλύτερη αυτή του να μη διεξαχθεί εντός σταδίου, όπως σε όλους τους προηγούμενους, αλλά στο κέντρο μιας μεγαλούπολης και μάλιστα μέσα σε ένα ποτάμι. Ο Τομά Ζολί κέρδισε αυτό το στοίχημα με τον καλύτερο τρόπο. Παρά το ότι η Πόλη του Φωτός είναι η πιο πολυφωτογραφημένη και πολυκινηματογραφημένη πόλη του κόσμου κατάφερε να αναδείξει το σύγχρονο πρόσωπό της με μοναδικό τρόπο.
Όλα τα υπόλοιπα είναι υπό συζήτηση. Και το τεχνικό κομμάτι της τηλεοπτικής κάλυψης που δυσχέραινε η ακατάπαυστη, απρόβλεπτη (;) βροχή -και που ήταν ακόμη χειρότερη στην ελληνική της εκδοχή λόγω του σπικάζ των παρουσιαστών. Και η αργόσυρτη παρέλαση των σχεδόν 200 εθνικών αντιπροσωπειών σε μικρά και μεγάλα καραβάκια. Και η αισθητική, στο σύνολό της και σε επιμέρους σημεία.
Ως προς το τελευταίο θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το όλο θέαμα και ως προς το περιεχόμενο και ως προς την αισθητική του ήταν “αυστηρώς ακατάλληλο” για τη γενιά των boomers αλλά ακόμη και για εκείνη της Gen X. Ενδεικτικό είναι ότι αυτές οι γενιές -μαζί και οι αδαείς παρουσιαστές της ΕΡΤ- ακόμη αναρωτιούνται για το ποιος ήταν ο “μυστηριώδης μασκοφόρος” δρομέας…
Όμως ακόμη και γι αυτές τις γενιές υπήρχαν “δωράκια” με μεγαλύτερο όλων εκείνο της εμφάνισης της Σελίν Ντιόν και το α λα καμπαρέ σόου της Λέιντι Γκάγκα. Απερίγραπτα βαρετές αμφότερες, για τις νεότερες γενιές, Δύσης και Ανατολής, στις οποίες απευθύνθηκε ο Ζολί και στις οποίες χάρισε ο,τι καλύτερο διαθέτει η σημερινή μουσική σκηνή της Γαλλίας: την Αγιά Νακαμουρά και την death metal των Gojira.
Ανάμεσα σε όλα αυτά βρέθηκαν στρυμωγμένες ιστορικές αναφορές, η Γαλλική Επανάσταση και το κεφάλι της Μαρίας Αντουανέτας, κρουασάν και άριες, φρου-φρου, αρώματα, επιδείξεις μόδας και Λουί Βιτόν, η Ζαν Ντ’αρκ και ο Ζινεντίν Ζιντάν και κάπου στο βάθος ο Σνουπ Ντογκ, η Σερένα Ουίλιαμς και ο Ναδάλ. Ολοι οι καλοί χωράνε αλλά και το πάρα πολύ τελικά, γίνεται λίγο. Το μήνυμα όμως, ακόμη και μέσα από αυτή τη φλυαρία πέρασε και λέγεται “συμπερίληψη”. Ισως με μία γιουριβιζιονική αύρα υπερβολής όπως σχολιάζουν κάποιοι, αλλά πέρασε.
Αυτό είναι το νέο παράδειγμα για μία κοινωνία που θέλει να πατάει στο σήμερα και να κοιτάζει στο αύριο χωρίς την αρτηριοσκλήρυνση του θεοφοβούμενου και θεομπαίχτη Παλιού Κόσμου. Κι όπως κάθε νέο παράδειγμα, η Τελετή Έναρξης του Παρισιού είναι επόμενο να ξεσηκώνει αντιδράσεις κυρίως από τις απερχόμενες γενιές, τους συντηρητικούς και βέβαια τους ακροδεξιούς όλου του κόσμου.
Για όλου τους υπόλοιπους, και παρά τις επι μέρους αντιρρήσεις για τις υπερβολές ή της ελλείψεις του, το χθεσινό θέαμα ήταν η Τελετή Έναρξης του 21ου αιώνα, με καθυστέρηση 24 ετών. Κάλλιο αργά όμως παρά ποτέ!