Απίστευτη η διεθνής παραπληροφόρηση για τα μη ορατά και σοβαρά αίτια του πληθωρισμού και των συνεπειών του στις χώρες με δημογραφική κάμψη, γράφει στον Οικονομικό Ταχυδρόμο ο Αθανάσιος Παπανδρόπουλος. Ολόκληρο το άρθρο:
Το παγκόσμιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, με βάση επίσημα και ανεπίσημα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, έχει ξεπεράσει τα 400 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αντιστοιχεί έτσι σε περίπου 5.300 δολ. για κάθε κάτοικο του πλανήτη μας, όταν το μέσο κατά κεφαλήν παγκόσμιο εισόδημα είναι τρεις φορές πιο χαμηλό.
Αυτά τα απλά νούμερα μας λένε ότι κάθε παιδί που γεννιέται σήμερα στη Γη, με το καλημέρα χρωστάει 5.300 δολλάρια, για τα οποία βέβαια φέρει την ευθύνη της αποπληρωμής τους, χωρίς να γνωρίζει με ποιο εισόδημα θα μπορέσει να γίνει αυτό.
Είναι επίσης πολύ περίεργο το γεγονός ότι διαπρεπείς οικονομολόγοι και περιώνυμοι αρθρογράφοι του οικονομικού τύπου ενώ μας βομβαρδίζουν καθημερινά για τις εισοδηματικές και άλλες ανισότητες, παρακάμπτουν εντελώς το θέμα των ανισοτήτων στο κατά κεφαλήν δημόσιο και ιδιωτικό χρέος και στις πηγές αναπαραγωγής του.
Δεν κουράζονται όμως να μας «πληροφορούν» ότι για τις εισοδηματικές ανισότητες ευθύνονται η νέο-κλασσική οικονομία, ο νεοφιλελευθερισμός, η απληστία και τα «υπερκέρδη» αυτών που παράγουν πλούτο και εισόδημα!!
Προφανώς δε, η παράλειψη αυτή είναι σκόπιμη. Από το 1971 και μετά, όταν με αφετηρία τις ΗΠΑ, τον πόλεμο στο Βιετνάμ και το αναπτυξιακό λαχάνιασμα της Δύσης, ξεκίνησε η δημιουργία χρήματος δια του χρέους, ήταν επόμενη η εξαφάνιση του χρυσού από το διεθνές νομισματικό σύστημα και η έλευση του ενεργειακού πληθωρισμού που προκλήθηκε το 1973.
Ακολούθησε έτσι μια ολέθρια πληθωριστική περίοδος, η οποία ανέδειξε τη χρηματοοικονομία και τα χρηματιστήρια ως κύριες πηγές ανάπτυξης δια του χρέους!!!!
Ο περίφημος «λαϊκός καπιταλισμός» της δεκαετίας του 1980, έφερε στη διεθνή αγορά κεφαλαίων το σύνολο σχεδόν της παγκόσμιας αποταμίευσης, η οποία μέσω της απελευθέρωσης της επιταχυνόμενης ροής χρήματος, έγινε εργαλείο εύκολου, ταχύτατου και θεαματικού πλουτισμού. Υπό αυτές τις νέες συνθήκες, που έφεραν στο προσκήνιο και νέα πολύπλοκα χρηματοοικονομικά εργαλεία, η παγκόσμια οικονομία μπήκε σε νέα φάση με κυρίαρχο στοιχείο της τις χρηματιστηριακές φούσκες, τους πιστωτικούς κλυδωνισμούς και την αβεβαιότητα που αλλάζει τις καταναλωτικές συνήθειες και συμπεριφορές.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο σημερινός πληθωρισμός δεν οφείλεται σε διαταραχές της προσφοράς στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού ή στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο. Προέρχεται από τη δημιουργία χρημάτων (χρέους) χωρίς αντίστοιχη επαρκή παραγωγή πλούτου.
Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εκδώσει 36 τρισεκατομμύρια δολάρια σε ομοσπονδιακό χρέος, όταν αυτό ήταν μόνο 1.000 δισεκατομμύρια το 1981. Ωστόσο, εδώ και σαράντα τρία χρόνια, το αμερικανικό ΑΕΠ, και το μέγεθος της οικονομίας, δεν έχει πολλαπλασιαστεί επί 36 αλλά επί 5. Όχι μόνο το χρέος αυτό αυξήθηκε έξι φορές ταχύτερα από την ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά επιταχύνθηκε δραματικά. Χρειάστηκαν 27 χρόνια και η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 για να επιτευχθεί ένα χρέος 10 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Εννέα χρόνια αργότερα, το 2017, έφτασε τα 20.000 δισεκατομμύρια.. Και πέντε χρόνια μετά, το 2024, είμαστε στα 36.000 δισεκατομμύρια. Και χρειάστηκαν μόνο 46 μέρες για να περάσουν από 29.000 δισεκατομμύρια σε 36.000 δισεκατομμύρια…
Στην Ευρωζώνη, είμαστε επίσης μάρτυρες του ίδιου φαινομένου, το οποίο συνεχώς εξαπλώνεται και προκαλεί στις πραγματικές οικονομίες των χωρών – μελών της ευρωζώνης σοβαρές απώλειες παραγωγικότητας. Με τις τελευταίες να οδηγούνται εκ του ασφαλούς στην οικονομική παρακμή.
Ο πληθωρισμός εξαπλώνεται πάντα σταδιακά, καθώς οι άνθρωποι έχουν εμπιστοσύνη στο καθεστώς έκδοσης χρημάτων. Έτσι, ο πληθωρισμός του τέλους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εξαπλώθηκε σε περισσότερους από δύο αιώνες (από 64 σε 268). Ο ευρωπαϊκός πληθωρισμός που προκλήθηκε από τη μαζική εισαγωγή χρυσού και αργύρου από τον Νέο Κόσμο διήρκεσε σχεδόν έναν αιώνα (από το 1.500 έως το 1.600).
Στην εποχή μας όμως η ταχύτητα είναι σημαντικό γνώρισμά της. Έως που λοιπόν θα φθάσει ο πληθωρισμός χρέους;
Η τρέχουσα προέλευση της αυξανόμενης ανισότητας, της αύξησης των τιμών των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και των ακινήτων έγκειται στη δημιουργία χρήματος που επιθυμούν oι κεντρικοί τραπεζίτες. Oι υπερ-πλούσιοι ανήκουν στον κόσμο των επενδυτικών ταμείων και στον μικρό κύκλο των διαχειριστών μεγάλων εισηγμένων εταιρειών με πρόσβαση πρώτης γραμμής σε δωρεάν και άπειρη πίστωση.
Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη η απροθυμία των κεντρικών τραπεζιτών να αυξήσουν τα επιτόκια για να αντιμετωπίσουν αυτό που προκάλεσαν. Προφανώς, αν νομίζετε ότι το παγόβουνο του χρέους θα λιώσει από μόνο του, ή ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες θα κάνουν ελιγμούς για να μας αποτρέψουν από το να βουλιάξουμε, δεν υπάρχει λόγος να τελειώσετε αυτό το άρθρο.
Μην ξεχνάτε όμως, ότι ο πληθωρισμός των περιουσιακών στοιχείων (ομόλογα, μετοχές, ακίνητα) δεν επιμετράται από κανέναν επίσημο δείκτη. Η διάβρωση όμως της αγοραστικής δύναμης, όπως μετριέται από τους επίσημους δείκτες πληθωρισμού, αφορά τα καταναλωτικά προϊόντα και τις υπηρεσίες, αλλά δεν λαμβάνει υπόψη τη στέγαση (η οποία δεν μπορεί να καταναλωθεί). Η αύξηση ωστόσο των ακινήτων τροφοδοτεί τις ιδιωτικές πιστωτικές αγορές και στερεί από τα νοικοκυριά αγοραστική δύναμη για κάτι άλλο, πιο παραγωγικό.
Στο πλαίσιο αυτό, οι επενδύσεις σε ακίνητα με δανεικά, ενόψει μιας πιθανής μελλοντικής υπεραξίας του ακινήτου, είναι μια κατ’ εξοχήν αντιπαραγωγική επένδυση, η οποία στην ουσία υπονομεύει την πρόοδο της πραγματικής οικονομίας.
Το ίδιο βέβαια ισχύει και με τις μέσω δανεισμού ενισχύσεις και επιδοτήσεις επιχειρήσεων και τραπεζών, που απέτυχαν να έχουν θετικά αποτελέσματα στις δραστηριότητές τους. Οι επιδοτήσεις αυτές είναι στείρες και πληθωριστικές.
Όταν λοιπόν γίνεται λόγος για τον πληθωρισμό και τις επιπτώσεις του, καλό και δημοκρατικό θα ήταν το ευρύ κοινό να έχει μια πληρέστερη και σοβαρότερη ενημέρωση για τα αίτια που προκαλούν ανόδους και πτώσεις στις τιμές και για τη σημασία που τα δημόσια και ιδιωτικά χρέη θα έχουν στη ζωή πληθυσμών που δημογραφικά φθίνουν. Και που όσο περνά ο χρόνος γίνονται περισσότεροι αντιπαραγωγικοί τόσο λόγω γήρανσης, όσο και ακατάσχετης παραπληροφόρησης περί την οικονομία.
Πηγή: ot.gr