Αλήθεια, τι θα λέγατε εάν βλέπατε μία θεόρατη φωτεινή ταμπέλα που γράφει “ΨΗΣΤΑΡΙΑ ΤΑ 6 ΑΔΕΛΦΙΑ” και μπαίνοντας στο μαγαζί διαπιστώσετε ότι πουλάει… κρουασάν και τσουρέκια; Παράλογο; Σουρεαλιστικό;
Ε, αυτό ακριβώς συμβαίνει με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ (Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς – Προοδευτική Συμμαχία). Άλλα λέει η ταμπέλα και άλλα “πουλάνε” οι “μαγαζάτορες”. Κι αυτό δεν συνέβη χθες αλλά ούτε και πριν ένα χρόνο, όταν ο Στέφανος Κασσελάκης ανέλαβε τα καθήκοντα του προέδρου μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα και τη διεξαγωγή εσωκομματικών εκλογών.
Συνέβη τον Ιούλιο του 2013 στο 1ο (Ιδρυτικό) Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ – Ε.Κ.Μ. (Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο), το οποίο διεξήχθη παρουσία 3.500 περίπου συνέδρων, με στόχο τη μετατροπή του σχήματος σε ενιαίο κόμμα. Και μπορεί τα “6 ΑΔΕΛΦΙΑ” (Συνασπισμός, Α.Κ.Ο.Α., Κ.Ε.Δ.Α., Δ.Ε.Α., Κ.Ο.Ε., Ενεργοί Πολίτες) να έγιναν ένα όμως ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε κατάφερε να γίνει ενιαίο κόμμα. Παρέμεινε συνασπισμός τάσεων, ομάδων και ανένταχτων προσωπικοτήτων όπου ο καθένας, -επωφελούμενος και από το χαλαρό καταστατικό-, είχε τη δική του “γραμμή” και ενίοτε τη δική του “ατζέντα” έτοιμος ανά πάσα στιγμή να γίνει “από δυο χωριά, χωριάτες” με τους (όποιους) άλλους.
Η μάλλον δειλή και σίγουρα αργή διαδικασία ενοποίησης σε κόμμα ανακόπηκε από την άνοδο στην εξουσία, τον Ιανουάριο του 2015, ενός ΣΥΡΙΖΑ με ισχυρή ηγετική ομάδα αλλά χωρίς κομματική σπονδυλική στήλη.
Η ανάγκη στελέχωσης της κυβέρνησης της “Πρώτης Φορά Αριστερά” αλλά και η αποχώρηση της Αριστερή Πλατφόρμας με επικεφαλής τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, μετά το Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, αποδεκάτισαν τον αδύναμο μηχανισμό μετατρέποντας τον ΣΥΡΙΖΑ σε “ασώματη κεφαλή”. Έτσι, όχι άδικα, δημιουργήθηκε η αίσθηση πως “ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Τσίπρας” και εχθροί και “φίλοι” να κάνουν λόγο για προσωποπαγές κόμμα. Παρ’ όλα αυτά, πέρα από τις γκρίνιες και τις αντιπολιτευόμενες στην ηγεσία, φωνές, ούτε την περίοδο 2013-2015 ούτε στην κυβερνητική περίοδο 2015-2019 αλλά ούτε και από το 2019 έως το 2023, δεν αποτόλμησε καμιά τάση (με εξαίρεση, είπαμε, την Αριστερή Πλατφόρμα) είτε να αμφισβητήσει συντεταγμένα και εντός των οργάνων την ηγεσία είτε να αποχωρήσει.
Αντίθετα, εκείνο που συνέβη από το 2013 μέχρι και το 2023 είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να “πατάει” διαρκώς σε “δύο βάρκες”. Μία ριζοσπαστική και μία θεσμική. Μία αντισυστημική και μία καθεστωτική. Μία ως κόμμα διαμαρτυρίας και μία ως κόμμα εξουσίας παλαιού τύπου. Μία αντιμνημονιακή και μία διαχειριστική. Μία του “ΟΧΙ” και μία του “ΝΑΙ”. Κι όλα αυτά με τη συναίνεση ΚΑΙ των διαφωνούντων που υποτίθεται υπέσκαπταν την ηγεσία. Το αποτέλεσμα ήταν κάθε λίγο και λιγάκι να φουντάρει στο κενό ή να πνίγεται σε ένα κουταλάκι νερό.
Κορυφαίο παράδειγμα η περίφημη διεύρυνση που οδήγησε στην προσθήκη του “ΠΣ” (Προοδευτική Συμμαχία) που όλοι αποδέχτηκαν αλλά που κανείς -ούτε καν οι εμπνευστές της- δεν υλοποίησε. Αυτή τη φορά η δικαιολογία ήταν “αντικειμενική” μεν αλλά όχι απολύτως ειλικρινής: η πανδημία. Η οποία δεν επέτρεψε και τη διεξαγωγή συνεδρίου αμέσως μετά την εκλογική ήττα του 2019. Κι έτσι τα πράγματα κύλισαν αργά και βασανιστικά μέχρι τη δεύτερη, συντριπτική ήττα του 2023.
Στο μεταξύ βέβαια κανείς δεν διανοήθηκε να αλλάξει την εκ των πραγμάτων ψευδεπίγραφη ταμπέλα ενός Συνασπισμού που ούτε συνασπισμός ήταν πλέον ούτε και ριζοσπαστικό μπορούσες να τον πεις από τη στιγμή που διαχειρίστηκε μνημόνια, επιτυχημένα ή όχι.
Τα παραπάνω δεν αποτελούν βέβαια την πλήρη ιστορική καταγραφή του πολιτικού φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ που από το 3,3% το 2004 έφτασε στο ποσοστό 36,34% το 2015 και που ακόμη χάνοντας την εξουσία το 2019 διατήρησε το 31%. Επίσης δεν αποδίδουν τις ευθύνες που αναλογούν στους πρωταγωνιστές με πρώτο τον Αλέξη Τσίπρα και το πολιτικό κέντρο αλλά και των τάσεων, των “53”, της “Ομπρέλας”, των ΠΑΣΟΚογενών κ.α. Μπορούν όμως, ως ένα βαθμό, να εξηγήσουν τη σημερινή θλιβερή του κατάσταση που μοιάζει να είναι η τελευταία πράξη του δράματος.
Υπάρχει όμως και κάτι ανεξήγητο: η εμφάνιση και ο ρόλος του Στέφανου Κασσελάκη. Οχι τόσο ως προς την υποψηφιότητα και την επικράτησή του στις εσωκομματικές εκλογές αλλά ως προς τις προθέσεις του. Κι αυτό διότι όπως αποδεικνύεται από τα λόγια και τα έργα του, ένα χρόνο μετά τις εκλογές, ούτε οι τάσεις του άρεσαν ούτε οι “αντι-τάσεις” ούτε οι “προεδρικοί” ούτε οι “αντιπροεδρικοί” ούττε όσοι τον στήριξαν στα πρώτα του βήματα στην Κουμουνδούρου (όπως ο Πολάκης) ούτε ο Αλέξης Τσίπρας που τώρα πια πολεμάει ανοιχτά, ούτε βέβαια και η ταμπέλα!
Και το ερώτημα είναι: Αφού δεν του άρεσε τίποτα από όσα ήταν και είναι ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί δεν έφτιαχνε ένα καινούργιο κόμμα “από τα μπετά” και γιατί μπήκε τόσο ο ίδιος όσο και οι συνεργάτες του στην επώδυνη και ψυχοφθόρα διαδικασία να κατεδαφίσουν ένα κόμμα… συγνώμη, έναν συνασπισμό, με κίνδυνο να καταπλακωθεί και ίδιος από τα ερείπια;
Και για να το κλείσουμε όπως το αρχίσαμε: Αν ονειρευόταν να πουλάει κρουασάν και τσουρέκια γιατί διάλεξε να ηγηθεί σε μια ψησταριά;
Το βέβαιο είναι πως αυτή η “σουρεαλιστική” επιλογή ήταν επιζήμια τόσο για την Κεντροαριστερά όσο και για την Αριστερά αλλά και τη Δημοκρατία συνολικά.
Ίσως οι ιστορικοί του μέλλοντος να βρουν και να δώσουν μία απάντηση. Ίσως πάλι να το μάθουμε πολύ πιο σύντομα…