Στην κόψη του ξυραφιού βρίσκεται η υλοποίηση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου μέσω της Κρήτης με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση ύψους 657 εκατ. ευρώ από το Connect Europe Facility και με τα χρονικά περιθώρια να στενεύουν απελπιστικά και με ορατό τον κίνδυνο ματαίωσης του έργου κάτι που θα προκαλέσει ντόμινο εξαιρετικά αρνητικών εξελίξεων.
Κατάρρευση του έργου θα απειλήσει ευθέως τη βιωσιμότητα του ΑΔΜΗΕ ο οποίος ως φορέας υλοποίησης του έργου θα βρεθεί ενώπιον οικονομικών απαιτήσεων από τη Nexans, αλλά και της υποχρέωσης να επιστρέψει στην Ε.Ε. ποσά που έχει ήδη εκταμιεύσει από τη χρηματοδότηση των 657 εκατ. ευρώ. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι οικονομικές διεκδικήσεις θα στραφούν κατά της ΡΑΕΚ, με το σκεπτικό ότι οι Ρυθμιστικές Αρχές, βάσει του ευρωπαϊκού κανονισμού, φέρουν σοβαρή ευθύνη για την πορεία διευρωπαϊκών έργων.
Οι επαφές και διεργασίες για την αποτροπή ενός οριστικού ναυαγίου μετά το «τελεσίγραφο» της Nexans για αναστολή των εργασιών κατασκευής του καλωδίου στις 2 Σεπτεμβρίου, πέρασαν, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Καθημερινής, σε ανώτερο πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο. Όπως γράφει η εφημερίδα η ελληνική πλευρά από την επομένη της 27ης Αυγούστου που η Nexans έστειλε την επιστολή στον ΑΔΜΗΕ επιδίωξε και φέρεται να διασφάλισε μέσω επαφών με τη γαλλική εταιρεία και βασικό κατασκευαστή του έργου παράταση του «τελεσίγραφου» για μια εβδομάδα, με τη βάσιμη ελπίδα ότι στο διάστημα αυτό η Κύπρος θα εκφράσει την πολιτική βούληση στήριξης του έργου, λαμβάνοντας τις ανάλογες αποφάσεις σχετικά με τα επίμαχα ζητήματα που έχουν μπλοκάρει τη χρηματοδότηση και κρατούν το έργο σε ομηρία.
Η εκτίμηση αυτή ωστόσο στηρίζεται περισσότερο στην προσδοκία και μια κατ’ αρχάς αίσθηση ότι η κυπριακή πλευρά που κρατάει και το «κλειδί» των εξελίξεων έχει αντιληφθεί το οριακό σημείο στο οποίο βρίσκεται το έργο. Γι’ αυτό και στο κυβερνητικό επιτελείο επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία, αλλά και αγωνία, καθώς ενδεχόμενη κατάρρευση του έργου μπορεί να απειλήσει ακόμη και τη βιωσιμότητα του ΑΔΜΗΕ. Κυβερνητικοί κύκλοι με τους οποίους συνομίλησε η «Καθημερινή» δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την πορεία του έργου και τις επιπτώσεις ενός πιθανού ναυαγίου. «Τα πράγματα σε μια τέτοια εξέλιξη δεν θα είναι ευχάριστα για καμία πλευρά», λένε.
Παρά το γεγονός ότι το μέλλον του έργου δεν είναι ακόμη βέβαιο, παράγει εντάσεις, όχι μόνο μεταξύ των εμπλεκομένων στην υλοποίησή του, αλλά και μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας, όπως φάνηκε και από την παρουσία του τουρκικών πολεμικών πλοίων στην περιοχή νοτίως της Κάσου όταν το ιταλικό πλοίο «Ievoli Relume» διεξήγε έρευνες βυθού για λογαριασμό της Nexans. Το ζήτημα αυτό έθεσε, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης στον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν στη συνάντηση που είχαν στις Βρυξέλλες την περασμένη Πέμπτη, επισημαίνοντας την ανάγκη ύπαρξης καλού κλίματος, αποφυγής εντάσεων και σεβασμού του διεθνούς δικαίου.
Τα δύο προαπαιτούμενα
Δύο είναι τα επίμαχα ζητήματα που έχουν τεθεί από τον ΑΔΜΗΕ στις ρυθμιστικές αρχές Ελλάδας και Κύπρου ως προαπαιτούμενα για τη βιωσιμότητα του έργου και την εξασφάλιση της πλήρους χρηματοδότησής του και τα οποία η ελληνική Αρχή (ΡΑΑΕΥ) παρά τις αρχικές ενστάσεις της ύστερα από επίσημη κάλυψη που διασφάλισε από το ΥΠΕΝ έκανε τελικά αποδεκτά, ενώ η Αρχή της Κύπρου (ΡΑΕΚ) εμμένει στις αντιρρήσεις που εξέφρασε από την πρώτη στιγμή. Το πρώτο συνδέεται με τον γεωπολιτικό κίνδυνο που μπορεί να επηρεάσει την υλοποίηση της διασύνδεσης, παράγοντας που ενισχύθηκε μετά τη στάση της Τουρκίας κατά τη διάρκεια των ερευνών βυθού για την πόντιση του καλωδίου. Η Ρυθμιστική απόφαση της ΡΑΕΚ του 2023 αναφέρει ότι σε περίπτωση που ανακύψουν παράγοντες οι οποίοι καθιστούν αδύνατη την ολοκλήρωση του έργου και οι οποίοι είναι εξωτερικοί και εκτός του ελέγχου του ιδιοκτήτη, τότε οι εύλογες και αποδοτικές δαπάνες που έχουν προκύψει έως εκείνη τη στιγμή ενδέχεται να ανακτώνται, κατόπιν απόφασης της ΡΑΕΚ. Ο ΑΔΜΗΕ απαίτησε από τη ΡΑΕΚ να φύγει από την απόφαση το «ενδέχεται», ώστε με σαφήνεια να προβλέπεται η ανάκτηση των δαπανών, δηλαδή ότι θα πληρωθεί για τα έξοδα που θα έχει κάνει έως τότε.
Το δεύτερο επίμαχο ζήτημα συνδέεται με τον χρόνο ανάκτησης του κόστους (1,9 δισ. ευρώ). Ο ΑΔΜΗΕ ζητεί να πληρώνουν οι καταναλωτές μέσω των λογαριασμών τους για το έργο από την έναρξη της κατασκευής του. Η κυπριακή ρυθμιστική αρχή εμμένει στην άποψη να επιβαρύνονται οι καταναλωτές, όταν η διασύνδεση αρχίσει να λειτουργεί. «Δεν μπορούν οι καταναλωτές να επιβαρυνθούν για ένα έργο χωρίς όφελος», δήλωσε μόλις πρόσφατα στην έκτακτη συνεδρία της κοινοβουλευτικής επιτροπής Ενέργειας της Κύπρου ο πρόεδρος της ΡΑΕΚ Ανδρέας Πουλικάς. Για τη γεωπολιτική πτυχή ο ίδιος δήλωσε ότι δεν αφορά ρυθμιστικό θέμα, αλλά πολιτική απόφαση. «Πρέπει να υπάρξει αναγνώριση από το κράτος διότι είναι μη ρυθμιστικό θέμα», τόνισε. Πλήρη κάλυψη στη ΡΑΕΚ παρείχε ο υπουργός Ενέργειας της Κύπρου Γιώργος Παπαναστασίου. «Το γεωπολιτικό ρίσκο είναι στον νέο φορέα υλοποίησης (σ.σ. δηλαδή στον ΑΔΜΗΕ)», ανέφερε, ενώ με την ομιλία του κατέστησε σαφές ότι η κυπριακή κυβέρνηση στηρίζει το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο, όπως καθορίστηκε από τη ΡΑΕΚ. «Υπάρχουν γκρίζες ζώνες», υποστήριξε μιλώντας σε κυπριακά μέσα ενημέρωσης αναφερόμενος στο έργο ο υπουργός Οικονομικών της Κύπρου κ. Κεραυνός και εξήγησε ότι «θα πρέπει να υπάρχουν όλα τα δεδομένα, όλα τα στοιχεία» για να ληφθούν οι αποφάσεις της κυπριακής κυβέρνησης. Γι’ αυτό, όπως αποκάλυψε, η κυπριακή κυβέρνηση έστειλε τη μελέτη με τα πρόσθετα στοιχεία που προσκόμισε ο ΑΔΜΗΕ στις 15 Ιουλίου, εκτός από την PwC Κύπρου και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων προκειμένου να την αξιολογήσει.
Τα επίμαχα ρυθμιστικά ζητήματα αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τον ΑΔΜΗΕ εδώ και αρκετούς μήνες υπό την εποπτεία της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Ε.Ε., η οποία ενεπλάκη για την άρση του αδιεξόδου, καθώς πρόκειται για έργο ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος (PCI) που έχει χρηματοδοτήσει. Οι παρεμβάσεις της Επιτροπής δεν έχουν καταφέρει να άρουν τις επιφυλάξεις της κυπριακής πλευράς ως προς την ωφελιμότητα του έργου, ενώ και η πρόσφατη παρέμβασή της πρόσθεσε προβληματισμούς, αφού αυτή εκφράστηκε μέσω μιας επιστολής που υπογράφει η διευθύντρια της Διεύθυνσης Πράσινης Μετάβασης Catharina Sikow-Magny της οποίας μάλιστα η θητεία έληξε την Παρασκευή 30 Αυγούστου. Με την επιστολή της προς τα ενδιαφερόμενα μέρη επαναβεβαιώνει ότι το έργο Great Sea Interconnector (διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ) αποτελεί «ύψιστης σημασίας» και σημειώνει ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα χρησιμοποιήσει όλα τα διπλωματικά μέσα που έχει στη διάθεσή της για να το προστατεύσει από το γεωπολιτικό ρίσκο».
Η αδυναμία επίλυσης των ρυθμιστικών εκκρεμοτήτων και η απροθυμία της κυπριακής κυβέρνησης να στηρίξει το έργο οδήγησαν τη Nexans να επαναφέρει ως μέσο πίεσης για την άρση της αβεβαιότητας την απειλή της παύσης των εργασιών, όπως είχε κάνει για πρώτη φορά τον Μάιο. Η αβεβαιότητα επηρεάζει ήδη τη μετοχή της γαλλικής εταιρείας, καθώς η διασύνδεση Κρήτης – Κύπρου αποτελεί πάνω από το 20% του συνολικού ανεκτέλεστου υπολοίπου.