Οι ειδήσεις για τις έντονες διαπραγματεύσεις, τα αδιέξοδα και τις καθυστερήσεις σχετικά με το Great Sea Interconnector, που στοχεύει να ενώσει την αγορά ηλεκτρισμού της Κύπρου και της Ελλάδας, είναι καθημερινό φαινόμενο. Οι λεπτομέρειες των εκκρεμών θεμάτων είναι ευρέως γνωστές, αλλά συχνά παραβλέπονται τα πιθανά οφέλη που μπορεί να προσφέρει το έργο αυτό όχι μόνο σε Κύπρο και Ελλάδα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Γράφει ο Aλέξης Σιμιντζής, Director Energy & Industrials, FTI Consulting
Iστορικό και αναγκαιότητα διασύνδεσης
Η ιδέα για τη σύνδεση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας, της Κύπρου και του Ισραήλ (που αποτελεί το δεύτερο τμήμα του έργου) συζητείται πάνω από μία δεκαετία. Το βασικό κίνητρο πηγάζει από το γεγονός ότι το Ισραήλ και η Κύπρος αποτελούν απομονωμένα ενεργειακά συστήματα, πράγμα που τα καθιστά ευάλωτα σε περιπτώσεις ενεργειακών κρίσεων. Για παράδειγμα, οι εκτεταμένες διακοπές ρεύματος που σημειώθηκαν στην Κύπρο το 2011, μετά την έκρηξη στη ναυτική βάση και τις ζημιές στον ηλεκτροπαραγωγό σταθμό Βασιλικού, τόνισαν την ανάγκη για καλύτερη συνδεσιμότητα και ενεργειακή ασφάλεια.
Επιπλέον, η Κύπρος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα πετρελαϊκά προϊόντα για την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών, με πάνω από το 85% της εσωτερικής κατανάλωσης ενέργειας να προέρχεται από αυτά. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με βάση το πετρέλαιο επιβαρύνεται επιπλέον από το κόστος των ρύπων, το οποίο αυξάνει την τελική τιμή της κιλοβατώρας κατά περίπου 25%. Η διασύνδεση Κύπρου-Ελλάδας θα τερματίσει την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου, το μοναδικό κράτος-μέλος της ΕΕ χωρίς διασύνδεση με άλλα κράτη-μέλη, εντάσσοντας την στην ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά.
Κόστος και κριτική
Το κόστος του καλωδίου που συνδέει την Κύπρο με την Κρήτη, μήκους 900 χιλιομέτρων, αναμένεται να φτάσει τα 1,57 δισεκατομμύρια ευρώ, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει ήδη υποσχεθεί επιχορήγηση ύψους 657 εκατομμυρίων. Η Κύπρος θα καλύψει το 63% του υπολειπόμενου κόστους και η Ελλάδα το 37%, καθώς τα οφέλη για την Κύπρο είναι μεγαλύτερα.
Οι επικριτές του έργου, ιδιαίτερα από την κυπριακή πλευρά, υποστηρίζουν ότι υπάρχουν πιο οικονομικές και πρακτικές λύσεις, όπως η ανάπτυξη Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, μια προσέγγιση που στηρίζει και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Επίσης, εκφράζουν ανησυχίες για το κατά πόσο η Κύπρος θα μπορέσει να εξάγει ηλεκτρισμό, καθώς το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα είναι γενικά χαμηλότερο.
Τα οφέλη για την Κύπρο
Η κυπριακή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζει σοβαρές στρεβλώσεις, με τους καταναλωτές να πληρώνουν μία από τις πιο υψηλές τιμές ρεύματος στην ΕΕ (τον Ιούλιο του 2023 το κόστος ανερχόταν στα 35,2 λεπτά ανά κιλοβατώρα, 10 λεπτά περισσότερα από την Ελλάδα). Η διασύνδεση θα επιτρέψει την εισαγωγή φθηνότερης , πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας, μειώνοντας το κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΑΔΜΗΕ, το καλώδιο μπορεί να μειώσει τους λογαριασμούς ηλεκτρισμού των Κυπρίων κατά 30%.
Παρά τα τρέχοντα εμπόδια, το Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος (ΕΣΕΚ) της Κύπρου που υποβλήθηκε το 2023 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συνδέει άρρηκτα την επίτευξη των φιλόδοξων πράσινων στόχων με την ολοκλήρωση της ηλεκτρικής διασύνδεσης έως το 2029. Η ηλεκτρική διασύνδεση αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά την ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Κύπρο, επιτρέποντας την εγκατάσταση μεγαλύτερης ισχύος και μειώνοντας τις αναγκαστικές περικοπές παραγωγής κατά τις περιόδους υψηλής διαθεσιμότητας ενέργειας. Αυτό θα μπορούσε να καταστήσει την Κύπρο εξαγωγέα ενέργειας, εφόσον αξιοποιηθεί πλήρως το πλούσιο ηλιακό δυναμικό της. Χάρη στη διασύνδεση, το ποσοστό των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή της Κύπρου θα μπορούσε να ξεπεράσει το 50% έως το 2030, σε αντίθεση με το περιορισμένο στόχο του 30% χωρίς αυτήν, σύμφωνα με το ΕΣΕΚ.
Η ανάγκη για τη διασύνδεση εντείνεται από τα δομικά χαρακτηριστικά της κυπριακής αγοράς ενέργειας. Το μικρό μέγεθος της αγοράς, σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος γης και τις περιορισμένες διαθέσιμες εκτάσεις, αυξάνει σημαντικά το κόστος των επενδύσεων σε ΑΠΕ στην Κύπρο σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η διασύνδεση, επομένως, αποτελεί έναν καταλυτικό παράγοντα για την επίτευξη των ενεργειακών στόχων της Κύπρου και την απεξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα.
Η διασύνδεση προσφέρει, επίσης, γεωπολιτικά οφέλη, ιδίως εάν προχωρήσει μελλοντικά η διασύνδεση με το Ισραήλ και άλλες γειτονικές χώρες, ενώ μπορεί να αποτελέσει αντίβαρο στα σχέδια διασύνδεσης της Τουρκίας με τα κατεχόμενα.
Τα οφέλη για την Ελλάδα
Για την Ελλάδα, το έργο θα ενισχύσει τον στρατηγικό της ρόλο ως ενεργειακός κόμβος στην Ανατολική Μεσόγειο. Η αυξημένη διείσδυση των ΑΠΕ θα μειώσει την εξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα και σύμφωνα με το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ υπό διαβούλευση θα συμβάλει από το 2030 στη μείωση εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας καθιστώντας τη χώρα καθαρό εξαγωγέα. Η διασύνδεση θα αναδείξει της Ελλάδα ως μια σημαντική διαμετακομιστική πύλη εισόδου φθηνής πράσινης ενέργειας στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού, που θα παράγεται πρωτίστως από την Ελλάδα αλλά και από τη Κύπρο στο μέλλον.