Του Ζαχαρία Ζούπη*
Το πολιτικό σκηνικό κινείται στον απόηχο του αποτελέσματος των Ευρωεκλογών. Η αποχή που έφτασε το 60%, αλλά και η μείωση των ψηφοφόρων και των τριών βασικών κομμάτων (Ν.Δ – 1 εκατομ., ΣΥΡΙΖΑ – 350.000, ΠΑΣΟΚ – 110.000) διαμόρφωσε ένα νέο πολιτικό σκηνικό με κύριο χαρακτηριστικό την ρευστότητα. Το πρώτο και βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από έρευνες μετά το Καλοκαίρι είναι ότι εντοπίζεται γκρίζα ζώνη της τάξης περίπου του 20%. Ο ένας στους πέντε πολίτες ζώντας σε ένα δύσκολο πλαίσιο που καθορίζει πριν απ΄όλα από την ακρίβεια σε συνδυασμό με τους χαμηλούς μισθούς και συντάξεις δείχνει ανικανοποίητος και μη πεισμένος από τις τρεις δυνάμεις που κυβέρνησαν την χώρα, παρακολουθούν, κρίνουν και είναι μεγάλο ερώτημα προς τα πού θα κινηθούν στο επόμενο διάστημα. Οι κίνδυνοι παραπέρα απαξίωσης της πολιτικής και δημιουργίας κρίσης εκπροσώπησης είναι ορατοί.
Φαίνεται, ότι αυτή η ρευστότητα εκφράζεται σε πρώτο χρόνο κυρίαρχα ως κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ και δεν είναι τυχαίο. Το κόμμα που στην προηγούμενη δεκαετία από το 4% βρέθηκε στο 36%, κυβέρνησε την χώρα και ακόμα όταν ηττήθηκε με 8.5% διαφορά από την Ν.Δ το 2019 πήρε το πολύ σημαντικό ποσοστό της τάξης του 32%. Ωστόσο σήμερα παραπαίει με τις δημοσκοπήσεις να το εμφανίζουν με μονοψήφια ποσοστά στην πρόθεση ψήφου. Η κρίση δεν οφείλεται στον Σ. Κασσελάκη. Ο καθαιρεθείς Πρόεδρος αποτελεί προϊόν της κρίσης και παράγων επιδείνωσής της.
Η κρίση άρχισε να έρχεται στην επιφάνεια όταν ο ΣΥΡΙΖΑ από το 32% πήγε πέρυσι στις Βουλευτικές Εκλογές στο 18%, δείχνοντας αδυναμία να αναγνώσει σωστά την νέα πραγματικότητα και να προωθήσει μεγάλες αναπροσαρμογές. Ο Σ. Κασσελάκης ήρθε από το πουθενά ως το new kid in the town και στα μάτια πολλών μελών και φίλων του ΣΥΡΙΖΑ φάντασε ως Μεσσίας μέσα στην απογοήτευσή τους. Η εκλογή του οφειλόταν όμως και στην κριτική προς τα στελέχη της προηγούμενης ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ όπου και αν βρίσκονται σήμερα.
Ακολούθησε η διάσπαση, η δημιουργία της ΝΕΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, όλα όσα παρακολουθούμε ένα χρόνο τώρα, η ενδυνάμωση του νέου Προέδρου στο Συνέδριο του Φεβρουαρίου παρά την παρέμβαση του Α. Τσίπρα, η παραπέρα πτώση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ στο 15%, σειρά απίστευτων παρεμβάσεων του Προέδρου και αμφισβητήσεων και οδήγησαν στην υπερψήφιση της πρότασης μομφής.
Ας είμαστε σαφείς. Ανεξάρτητα από τις «λεπτομέρειες», από τις επιμέρους ευθύνες όλη αυτή η πορεία έχει πλήξει παραπέρα τον ΣΥΡΙΖΑ, τον έχει απαξιώσει, έχει «ζαλίσει» τον λαό του και φαίνεται να δικαιώνει όσους εδώ και καιρό θεωρούν ότι πολύ απλά ο ΣΥΡΙΖΑ όπως τον γνωρίσαμε κλείνει τον ιστορικό του κύκλο. Ασφαλώς ποτέ στην πολιτική μη λες ποτέ, αλλά οι εξελίξεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, πολύ περισσότερο που ανακύπτουν σειρά ερωτημάτων: Ο νέος Πρόεδρος τι φυσιογνωμία θα διαμορφώσει; Τι θα αλλάξει στο κόμμα, στην αντιπολιτευτική πολιτική; Θα καταφέρει να ενώσει ή θα τροφοδοτηθούν νέες φυγόκεντρες δυνάμεις; Και αν εκλεγεί και πάλι ο Σ. Κασσελάκης τι θα γίνει; Τι θα κάνουν οι 87; Αν πάλι εκλεγεί ο Π. Πολάκης , τι μήνυμα θα εκπέμψει ο ΣΥΡΙΖΑ στην ελληνική κοινωνία. Θα δούμε τι θα γίνει, αλλά οπωσδήποτε τα πράγματα δεν είναι εύκολα, μάλλον είναι πολύ πολύ δύσκολα.
Την ίδια ώρα το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε εκλογική διαδικασία. Σε τρεις εβδομάδες θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος γύρος των εκλογών. Ας είμαστε σαφείς. Η θεσμικότητα της διαδικασίας αλλά και ο τρόπος που αναπτύσσεται η όποια αντιπαράθεση δεν έχει καμία σχέση με την τοξικότητα και το συγκρουσιακό κλίμα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν λύνει βέβαια τα προβλήματα. Όλο το τελευταίο διάστημα η Ν.Δ υφίστατο σοβαρές φθορές και ο ΣΥΡΙΖΑ έπεφτε ( αθροιστικά οι απώλειές τους στα τελευταία δύο χρόνια είναι πάνω από 2 εκατομ. ψηφοφόρους) και το ΠΑΣΟΚ προχωρούσε με λογική μικρών βημάτων, έδειχνε καταφανή αδυναμία να εισπράξει από ακροατήριά του είτε από τα δεξιά του είτε από τα αριστερά του. Ακόμα και στις τελευταίες δημοσκοπήσεις αν και η Ν.Δ κινείται στο πλαίσιο των αποτελεσμάτων των Ευρωεκλογών και ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει και πάλι δυνάμεις, εμφανίζεται « πακτωμένο» στα ίδια ποσοστά. Θα μπορέσει να κάνει μια πιο δυναμική εμφάνιση; Με τι πολιτική πρόταση; Με τι πρόταση διακυβέρνησης ; Θα επιλέξει μια στροφή προς το Κέντρο ή προς τα Κεντροαριστερά του; Θα μπορέσουν να συνυπάρξουν οι διαφορετικές ψυχές του όποιος και αν εκλεγεί; Δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις και ο χρόνος είναι πιεστικός. Σε κάθε περίπτωση λίγοι πείθονται ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να γίνει Κυβέρνηση.
Είναι προφανές ότι όλες αυτές οι κρίσιμες διεργασίες έχουν πάει πίσω την υπόθεση σύγκλισης των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς. Τρεις μήνες πριν σε έρευνα της OPINION POLL για το Libre κοντά στο 80% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και πάνω από το 50% των ψηφοφόρων ΠΑΣΟΚ τάσσονταν υπέρ της ιδέας σύγκλισης, συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ, [ΠΑΣΟΚ, ΝΕΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ. Το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών αναδείκνυε ένα απλό ερώτημα: Τι θα γίνει; Ακόμα και όταν ο Κ. Μητσοτάκης πάει από το 41% στο 28.5%, θα έχει διπλάσια δύναμη από το δεύτερο κόμμα; Τώρα φαίνεται αυτά τα ποσοστά να έχουν υποχωρήσει και η εξήγηση είναι απλή. Από την μια είναι οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ που τροφοδοτούν αμφιβολίες έως και κάθετες αντιρρήσεις σε δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ. Ακόμα και υποστηρικτές της ιδέας αναρωτιούνται αν μπορεί να είναι συνομιλητής ο ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα είναι ευνόητο, ότι δεν θα είναι ίδια τα πράγματα στο ΠΑΣΟΚ όποιος και αν εκλεγεί Πρόεδρος στο ΠΑΣΟΚ. Υπάρχει όμως και κάτι που υποτιμούν οι υποστηρικτές της σύγκλισης: Κάνουν μια συζήτηση με γεωγραφικούς πολιτικούς όρους χωρίς να αναδεικνύουν τα πολιτικά, προγραμματικά στοιχεία ενός πλαίσιου προς συζήτηση. Έτσι η συζήτηση εμφανίζεται γενικόλογη, χωρίς περιεχόμενο. Επομένως τα πάντα ρει και φαίνεται ότι τυχόν διαδικασίες σύγκλισης θα είναι χρονοβόρες, δύσκολες, με έντονες ενστάσεις ίσως και διασπάσεις. Άρα θα πρέπει να δούμε τις εξελίξεις στα δύο κόμματα πρώτα και εδώ υπάρχει το μεγάλο πρόβλημα. Αν κάτι δεν συμβεί το 2025 , μετά πιθανότατα όλα πια να είναι αργά.
Μια τελευταία παρατήρηση: Η Κυβέρνηση προσπαθεί να ανακάμψει. Κι αυτή έχει τις δυσκολίες της. Οι δυσκολίες της αντιπολίτευσης, ιδιαίτερα της κεντροαριστερής αντιπολίτευσης μπορεί να της προσφέρει κάποια άνεση χρόνου. Αυτή όμως είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη είναι η ρευστότητα να την αγγίξει κι αυτήν. Έτσι το συνολικό πολιτικό πρόβλημα θα είναι ακόμα μεγαλύτερο, αφού στην ζωή και την πολιτική δεν μένουν κενά. Σε μια χώρα που στις Ευρωεκλογές, το άθροισμα των δυνάμεων της πέραν της Ν.Δ δεξιάς έως την ακροδεξιά έφτασε το 20%, δεν είναι πολυτέλεια μάλλον να εντοπίζουμε αυτόν τον κίνδυνο.
*Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι πολιτικός αναλυτής, διευθυντής ερευνών της OPINION POLL