Ο γερμανικός τύπος σχολιάζει τις εξελίξεις στο μεταναστευτικό και στο “σήριαλ” της τράπεζας Commerzbank.
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) διαβλέπει “δυσθυμία” σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες για τους γερμανικούς χειρισμούς στο μεταναστευτικό, αναφέροντας ως παράδειγμα την Ελλάδα. Όπως επισημαίνει, “όταν, την περασμένη εβδομάδα, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισκεπτόταν τη Βιέννη, οι συνομιλίες με τον Αυστριακό καγκελάριο Καρλ Νεχάμερ αφορούσαν και τη Γερμανία. Όταν η κυβέρνηση της μεγαλύτερης χώρας στην ΕΕ, υπό το βάρος κακών εκλογικών αποτελεσμάτων και δημοσκοπικών επιδόσεων, επιδιώκει μία αλλαγή πορείας στη μεταναστευτική πολιτική -ή τουλάχιστον ισχυρίζεται ότι την επιδιώκει- αυτό είναι κάτι που απασχολεί και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες”.
“Έκπληξη προκαλεί το γεγονός”, συνεχίζει ο αρθρογράφος, “ότι, ενώ οι Γερμανοί πολιτικοί αρέσκονται να αποδίδουν σε έλλειψη αλληλεγγύης εκ μέρους άλλων κρατών-μελών την υπερβολική επιβάρυνση της Γερμανίας από την παράτυπη μετανάστευση, την ίδια στιγμή συντηρούν τις προϋποθέσεις της κρίσης, ακολουθώντας στην κοινωνική πολιτική έναν δικό τους δρόμο, τον οποίο πολλές χώρες θεωρούν παράλογο. Και αυτό γιατί η Γερμανία συντηρεί με γενναιοδωρία από τα χρήματα των φορολογουμένων ακόμα και εκείνους τους αιτούντες άσυλο, των οποίων η αίτηση έχει απορριφθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση”.
Το “πόκερ” με την Commerzbank
Μόλις πριν λίγες μέρες η ιταλική τράπεζα UniCredit είχε ανακοινώσει ότι κατέχει μερίδιο μετοχών 9% στην Commerzbank, δεύτερη σε μέγεθος τράπεζα της Γερμανίας, την οποία και επιδιώκει να εξαγοράσει. Τώρα ο πρόεδρος της UniCredit, Αντρέα Ορσέλ, δηλώνει στην ιταλική εφημερίδα Il Messaggero ότι “δεν βιάζεται” με την εξαγορά. Τελικά τι συμβαίνει;
Η Süddeutsche Zeitung κάνει λόγο για μία “παρτίδα πόκερ”. Μεταξύ άλλων διαβάζουμε: “Παρατηρητές εκτιμούν ότι ο Ορσέλ ίσως θέλει να ασκήσει πίεση στη γερμανική κυβέρνηση, ώστε εκείνη να εξηγήσει γιατί δεν πουλάει το μερίδιό της. Το ερώτημα είναι βέβαια εάν η γερμανική κυβέρνηση μπορεί να δημοσιοποιήσει τα κίνητρά της, χωρίς να προκαλέσει μπελάδες με την Ιταλία. Εικάζεται ότι ιδιαίτερα το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP) θα ήταν αντίθετο με την κοινοτικοποίηση κινδύνων που αναγκαστικά συνεπάγεται μία αναδιάρθρωση του ευρωπαϊκού τραπεζικού τοπίου. H UniCredit διατηρεί ακόμη ιταλικά κρατικά ομόλογα ύψους 40 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πρόκειται για έναν σημαντικό και μη διαφοροποιούμενο κίνδυνο, σε περίπτωση μίας νέας κρίσης χρέους στην Ευρώπη“.
Διαφορετική προσέγγιση από τη Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ): “Όταν απαιτούμε μεγάλες και ανταγωνιστικές τράπεζες ως αντίβαρο στους Αμερικανούς στα χρηματοοικονομικά κέντρα της Ευρώπης, αλλά την ίδια στιγμή θέλουμε να κυριαρχούν στην εγχώρια αγορά μόνο οι δικές μας τράπεζες, αυτό δείχνει μία επαρχιακή αντίληψη. Αλλαγές; Βεβαίως, αλλά κατά προτίμηση στους άλλους. Ασφαλώς, από μία μεγάλη τράπεζα εκπορεύονται μεγαλύτεροι κίνδυνοι. Γι’ αυτό όμως είχε θεσπιστεί ένα αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο την εποχή της δημοσιονομικής κρίσης. Είναι επίσης αλήθεια ότι η UniCredit διατηρεί κάποιες ποσότητες ιταλικών κρατικών ομολόγων και αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόβλημα σε περίπτωση κρίσης. Αλλά η ουσία της δοσοληψίας αυτής είναι ότι μία μεγάλη τράπεζα με υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων δείχνει ενδιαφέρον για μία τράπεζα ‘made in Germany’, που έχει εξυγιανθεί και είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο. Ίσως κάποιοι λυπούνται, διότι (η τράπεζα) χάνει την ανεξαρτησία της. Αλλά η παράδοση από μόνη της δεν συνιστά συνταγή επιτυχίας για το μέλλον”.
“Μαχαιριά” της Intel στη γερμανική οικονομία
Η αναβολή κατασκευής εργοστασίου ημιαγωγών στο Μαγδεμβούργο αποτελεί σοβαρό πλήγμα για ένα έργο που είχε μετατρέψει σε “σημαία” της η κυβέρνηση Σολτς.
Τα άσχημα νέα για τη γερμανική οικονομία συνεχίζονται αμείωτα. Τη Δευτέρα η αμερικανική εταιρεία Intel ανακοίνωσε ότι βάζει σε αναμονή για τουλάχιστον δύο χρόνια τα σχέδιά της για δύο εργοστάσια μικροτσίπ αξίας 30 δισεκατομμυρίων ευρώ στο Μαγδεμβούργο της ανατολικής Γερμανίας. Η απόφαση αποδίδεται στις συνέπειες του εσωτερικού προγράμματος περικοπών της Intel. Ωστόσο, η υπόθεση δείχνει επίσης ότι η οικονομική πολιτική του συνασπισμού του “φωτεινού σηματοδότη” δεν είναι σε θέση να προσελκύσει επενδύσεις.
Η Intel σχεδίαζε να κατασκευάσει ένα εργοστάσιο κατασκευής ημιαγωγών και να δημιουργήσει περίπου 3.000 θέσεις εργασίας. Η γερμανική κυβέρνηση υποσχέθηκε κρατικές ενισχύσεις συνολικού ύψους 9,9 δισεκατομμυρίων ευρώ για την εγκατάσταση. Αυτό συνέβη επειδή θεωρήθηκε στρατηγικό πλεονέκτημα η μείωση της εξάρτησης από ημιαγωγούς ασιατικών κατασκευαστών, ιδίως για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία.
https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/ethniki-asfalistiki/18277/index.html#click=https%3A%2F%2Fx.grxchange.gr%2Ffwd%2F7ls%2F6QVMrUI0%2Fs4frhfqU%2FK58L6Hkh5-1umMapbllS4-1UdxJx%2Fhttps%3A%2F%2Fx.grxchange.gr%2Fclick%2F7np%2Fmn5QdENN%2Fs2uuDctQ%2FA58L6HmE1-1umMauGJslB-6M9qHUnmute
Remaining Time -0:00Fullscreen
“Η Intel ήθελε να μπει στη δραστηριότητα των εξατομικευμένων τσιπ για πελάτες, γεγονός που θα επέτρεπε στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία να εξασφαλίσει ακριβώς αυτό που χρειάζεται για την πρόοδο της ψηφιοποίησης”, δήλωσε ο οικονομολόγος Γιενς Ζούντεκουμ από το Πανεπιστήμιο Χάινριχ Χάινε του Ντίσελντορφ στην DW.
Η είδηση για τις καθυστερημένες επενδύσεις της Intel έρχεται δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της Volkswagen ότι ενδέχεται να κλείσει δύο από τα γερμανικά εργοστάσιά της εξαιτίας της ισχνής ζήτησης για ηλεκτρικά οχήματα.
Για τον Κάρστεν Μπρζέσκι, επικεφαλής οικονομολόγο για τη Γερμανία στην ολλανδική τράπεζα ING, τα δύο περιστατικά υποδεικνύουν ένα ευρύτερο πρόβλημα με τις επενδύσεις στη Γερμανία. “Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι τέσσερα χρόνια de facto στασιμότητας στην οικονομία και τι κάνει σε μια χώρα, όταν η διεθνής ανταγωνιστικότητά της επιδεινώνεται για δέκα χρόνια”, δήλωσε στην DW.
Γιατί η Intel αναβάλλει τα σχέδιά της για τη Γερμανία;
Ωστόσο, ο Μπρζέσκι υπενθύμισε τα τεράστια προβλήματα της Intel, τα οποία ώθησαν την αμερικανική εταιρεία τσιπ να αναστείλει τα σχέδιά της για τη Γερμανία.
Και πράγματι, ο διευθύνων σύμβουλος της Intel Πατ Γκέλσινγκερ δήλωσε ότι εκτός από το γερμανικό εργοστάσιο, τα σχέδια για ένα άλλο εργοστάσιο στην Πολωνία έχουν επίσης τεθεί σε αναμονή. “Πρέπει επειγόντως να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για να δημιουργήσουμε μια πιο ανταγωνιστική δομή κόστους και να επιτύχουμε τον στόχο εξοικονόμησης δέκα δισεκατομμυρίων δολαρίων, που ανακοινώσαμε τον περασμένο μήνα”, ανέφερε σε δελτίο Τύπου και επιστολή προς τους εργαζόμενους της Intel.
Η εταιρεία από τη Σάντα Κλάρα της Καλιφόρνιας έχει απωλέσει έδαφος έναντι των ανταγωνιστών της και έχει χάσει το προηγούμενο τεχνολογικό της προβάδισμα. Δεν συγκαταλέγεται πλέον στις 10 κορυφαίες εταιρείες ημιαγωγών και αποτιμάται στο Χρηματιστήριο σε λιγότερο από 90 δισεκατομμύρια δολάρια. Αντίθετα, η πρωτοπόρος στην τεχνητή νοημοσύνη Nvidia έχει πλέον κεφαλαιοποίηση περίπου 2,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Μετά από ζημίες ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων το τελευταίο τρίμηνο με συρρίκνωση των πωλήσεων, η εταιρεία ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα σχέδια για την απόλυση 15.000 εργαζομένων και τη μείωση του κόστους κατά 10 δισεκατομμύρια δολάρια. Το μέρισμα πρόκειται επίσης να ανασταλεί.
Η επιτυχία του διευθύνοντος συμβούλου Πατ Γκέλσινγκερ στην Intel εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα σχέδιά του να μετατρέψει την εταιρεία σε ένα λεγόμενο χυτήριο – έναν κατασκευαστή τσιπ που κατασκευάζει προϊόντα για εξωτερικούς πελάτες. Η Intel έχει αργήσει να βρει πελάτες για το σχέδιο αυτό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ανακοίνωση της Δευτέρας μιας συνεργασίας με την Amazon Web Services, για την οποία η Intel θα προμηθεύει τσιπ τεχνητής νοημοσύνης, ήταν μια αξιοσημείωτη επιτυχία.
Ωστόσο, ενόψει των σημερινών δυσκολιών εκτιμάται ότι η πιθανότητα η αμερικανική κατασκευάστρια τσιπ να υλοποιήσει κάποτε τα σχέδιά της για το Μαγδεμβούργο δεν ξεπερνά το “50%”.
Τι θα συμβεί με τα 10 δισ. ευρώ επιδοτήσεων;
Η αναβολή του γερμανικού εργοστασίου της Intel αποτελεί πλήγμα για τα σχέδια της ΕΕ στον τομέα των ημιαγωγών. Ως αποτέλεσμα, η διαμάχη μεταξύ Βρυξελλών και Βερολίνου σχετικά με τη χρήση των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ, που προορίζονται για επιδοτήσεις, είναι πιθανόν να αναζωπυρωθεί εκ νέου.
Αμέσως μετά τη γνωστοποίηση της απόφασης της Intel, ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ πρότεινε να χρησιμοποιηθούν τα αδιάθετα χρήματα για να καλυφθεί η τρύπα που υπάρχει στον γερμανικό προϋπολογισμό. Οι Πράσινοι, οι οποίοι συμμετέχουν επίσης στην τρικομματική συμμαχία του συνασπισμού, απορρίπτουν αυτό το ενδεχόμενο και θέλουν να χρησιμοποιήσουν τα χρήματα για την υλοποίηση των στόχων της κλιματικής πολιτικής.
Ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Όλαφ Σολτς δεν έχει ακόμη δεσμευτεί.
Ανώνυμες πηγές από το υπουργείο Οικονομικών υπό την ηγεσία του FDP δήλωσαν στην DW ότι το υπουργείο αναζητά επί του παρόντος τρόπους για να μεταφέρει τα αχρησιμοποίητα κεφάλαια πίσω στα κρατικά ταμεία.
Για τον επικεφαλής οικονομολόγο της ING πάντως, η διαμάχη εντός της κυβέρνησης για την επιδότηση της Intel εγείρει γενικά ερωτήματα σχετικά με τις οικονομικές φιλοδοξίες της κυβέρνησης συνασπισμού. “Έχεις την εντύπωση ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν έχει πραγματικά μια καλά μελετημένη μακροπρόθεσμη οικονομική στρατηγική”, δήλωσε.
Επιμέλεια Κώστας Αργυρός
ΠΗΓΗ: Deutsche Welle