Οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ έχουν πάντα μεγάλο ενδιαφέρον σε παγκόσμιο επίπεδο λόγω της επιρροής που ασκεί με την εξωτερική πολιτική της η παγκόσμια υπερδύναμη. Σε μια οικονομία που παραπαίει μεταξύ στασιμότητας και οριακής μεταβολής, ο «εφιάλτης» Ντόναλντ Τραμπ κάνει την Ευρώπη να κρατά την ανάσα της για το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών.
Για τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου υπάρχει, ωστόσο, ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον, λόγω της προοπτικής να υπάρξουν μεγάλες αλλαγές στο παγκόσμιο εμπόριο στην περίπτωση που επικρατήσει ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων και πρώην πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ.
Με την εκλογική κούρσα μεταξύ της αντιπροέδρου και υποψήφιας των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις, και του Τραμπ προμηνύεται αμφίρροπη με βάση τις δημοσκοπήσεις, η οικονομική ατζέντα του Τραμπ έχει προκαλέσει από καιρό συναγερμό στις Βρυξέλλες και τη Φρανκφούρτη.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι θα επιβάλει οριζόντιο δασμό 60% στα κινεζικά προϊόντα και έως 20% στα προϊόντα από τις άλλες χώρες, περιλαμβανομένων των ευρωπαϊκών, για να χρηματοδοτήσει τη μείωση της φορολογίας στις ΗΠΑ. Αν εκλεγεί και εφαρμόσει τις εξαγγελίες αυτές, το παγκόσμιο εμπόριο θα υποστεί ένα μεγάλο σοκ, το μεγαλύτερο μετά το κύμα ακραίου προστατευτισμού της δεκαετίας του 1930.
Μία τέτοιας κλίμακας παρέμβαση στο διεθνές εμπόριο θα έχει αρνητική επίπτωση στην ευρωπαϊκή οικονομία, σε μία περίοδο μάλιστα που αυτή χειμάζεται από τις πρόσφατες αλλεπάλληλες κρίσεις, με τελευταία αυτή του πληθωρισμού.
Σύμφωνα με το Bloomberg, καθώς οι μνήμες από την πρώτη θητεία του πρώην προέδρου των ΗΠΑ είναι ακόμη νωπές, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής γνωρίζουν ότι η διάθεσή του να ανοίξει νέους εμπορικούς πολέμους απειλεί την Ευρώπη, η οποία μάλιστα είναι σε πολύ πιο αδύναμη θέση από την προηγούμενη φορά.
Και όχι μόνο… αφού οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι μια νίκη του Τραμπ θα μπορούσε να οδηγήσει σε πτώση του ευρώ προς την απόλυτη ισοτιμία με το δολάριο. Η πιο απτή ανησυχία είναι η δέσμευση του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου να επιβάλει δασμούς στα αγαθά κατά 60% στην Κίνα και έως και 20% σε όλους τους άλλους. Τέτοια μέτρα, εάν εφαρμοστούν, θα προκαλούσαν το μεγαλύτερο εμπορικό σοκ από τον νόμο Smoot-Hawley που βάθυνε τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, υπενθυμίζει το Bloomberg.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, έδωσε το στίγμα των συνεπειών, όταν ρωτήθηκε την περασμένη εβδομάδα αν μία πιθανή επάνοδος του Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα επηρέαζε την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη. “Το εμπόριο είναι βασικός μοχλός της οικονομικής δραστηριότητας. Κάθε περιορισμοί, αβεβαιότητα ή εμπόδια στο εμπόριο είναι σημαντικά για μία ανοικτή οικονομία, όπως η ευρωπαϊκή, η οποία βασίζεται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές εμπόριο”, απάντησε.
Από την Ουάσιγκτον, όπου βρέθηκε τις προηγούμενες ημέρες για την ετήσια σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, η επικεφαλής της ΕΚΤ σημείωσε ότι οι ΗΠΑ πρέπει να σεβαστούν τις παραδόσεις τους και να συνεχίσουν να στηρίζουν το ανοικτό εμπόριο αντί να επιβάλλουν προστατευτικά μέτρα.
Στο ίδιο μήκος κύματος, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε με την τελευταία έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας ότι μία κλιμάκωση περιορισμών στο διεθνές εμπόριο θα οδηγούσε σε μεγάλους κινδύνους, όπως και οι κίνδυνοι από τους πολέμους που μαίνονται, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή. Οι κίνδυνοι αυτοί, σύμφωνα με το Ταμείο, έχουν καταστήσει ξεκάθαρα καθοδικούς τους κινδύνους για την ανάπτυξη, για την οποία προβλέπει ότι θα κινείται λίγο πάνω από το 3% την επόμενη πενταετία, το χαμηλότερο επίπεδο 20ετίας.
Αν οι δασμοί κλιμακωθούν, τα μοντέλα του ΔΝΤ δείχνουν ότι “θα υπάρξει κόστος για όλους”, δήλωσε η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του, Γκίτα Γκόπινατ, στέλνοντας και αυτή μήνυμα στον Τραμπ. “Το ΑΕΠ θα είναι πολύ χαμηλότερο από ό,τι προβλέπουμε για όλες τις χώρες του κόσμου, θα υπάρξει πίεση στον πληθωρισμό, επομένως δεν είναι αυτή η κατεύθυνση που θα έπρεπε να κινηθούμε”, πρόσθεσε.
Προηγουμένως, η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, είχε δηλώσει, κατά το άνοιγμα των εργασιών της ετήσιας συνόδου του Ταμείου, ότι το διεθνές εμπόριο δεν θα αποτελεί πλέον τη “μηχανή ανάπτυξης”, όπως ήταν στο παρελθόν, και ότι τα “αντίποινα” που θα επέβαλαν οι χώρες που θα θίγονταν από τα προστατευτικά μέτρα θα έπλητταν εξ ίσου και τις χώρες που τα επιβάλλουν.
Πέρα από την καθοδική επίπτωση στο ΑΕΠ που θα είχαν οι οριζόντιες αυξήσεις δασμών, θα ανέκοπταν την πορεία μείωσης του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, ο οποίος τον Σεπτέμβριο έτρεχε με ετήσιο ρυθμό 2,4%, και συνεπώς θα ανάγκαζε την κεντρική τράπεζα της χώρας (Fed) να διατηρήσει για μακρό τα πολύ υψηλά επιτόκια ή να τα αυξήσει, όπως προειδοποίησε ο διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου, Τιμ Ανταμς.
Κάποιοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι δεν είναι βέβαιο πως ο Τραμπ θα υλοποιήσει, αν εκλεγεί, την εξαγγελία του για τους δασμούς καθώς μάλιστα η Ευρώπη είναι προετοιμασμένη να απαντήσει με τα δικά της αντίμετρα. Αναφέρουν ότι ο Τραμπ είχε ανακοινώσει δασμούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα στη θητεία του ως πρόεδρος, αλλά τελικά δεν προχώρησε στην εφαρμογή τους, όταν ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ απείλησε με την επιβολή δασμών από την ΕΕ σε αμερικανικά προϊόντα.
Αντίθετα με τον Τραμπ, η Κάμαλα Χάρις αναμένεται να συνεχίσει την ίδια πολιτική με τον Τζο Μπάιντεν στο διεθνές εμπόριο, διατηρώντας τους δασμούς που έχουν επιβληθεί σε μία σειρά κινεζικών προϊόντων, τα οποία η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι επιδοτούνται, χωρίς να προχωρήσει όμως στην επιβολή δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ και τα προβλήματα της Ευρώπης
Η εικόνα με την τελευταία φορά που ανέλαβε ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ανησυχητική, με την Ευρώπη τώρα να είναι πολύ πιο αδύναμη. Το 2017, οι πόλεμοι δεν μαίνονταν στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή. Η ευρωζώνη γνώριζε τότε την ισχυρότερη ετήσια ανάπτυξή της μετά από μια δεκαετία και το Ηνωμένο Βασίλειο την καλύτερη χρονιά από το 2014.
Τώρα, ακόμη και η ανάπτυξη στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι οριακή, ενώ η Γερμανία ετοιμάζεται για δεύτερη συνεχόμενη ετήσια συρρίκνωση. Την ίδια ώρα, οι γαλλικές εταιρείες και νοικοκυριά αντιμετωπίζουν περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων αξίας περίπου 60 δισ. ευρώ.
Οι πρόσφατες έρευνες για τις επιχειρήσεις ήταν αρκετά τρομακτικές που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιβεβαίωσε τα σχέδια για μείωση των επιτοκίων την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ πλέον οι εκτιμήσεις είναι υπέρ της συνέχισης των μειώσεων.
«Ακόμη και η απλή απειλή νέων δασμών θα έπληττε το επιχειρηματικό μας κλίμα», σχολίασε ο Holger Schmieding, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg. «Πιθανότατα θα μείωνε τις επενδύσεις και —επειδή πρόκειται για πολύ δημόσια θέματα— θα καθυστερούσε την ανάκαμψη της κατανάλωσης των νοικοκυριών».
Νέο κύμα πληθωρισμού
Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό ότι ενώ ένας νέος εμπορικός πόλεμος υπό τον Τραμπ θα μπορούσε να πυροδοτήσει τις πιέσεις στις τιμές στις ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη ζώνη του ευρώ είναι το πιθανό πλήγμα στην οικονομική ανάπτυξη.
Οι οικονομολόγοι της ABN Amro εκτιμούν ότι ένας καθολικός δασμός 10% θα συρρικνώσει τις ετήσιες εξαγωγές της ευρωζώνης των 460 δισ. ευρώ προς τις ΗΠΑ κατά σχεδόν ένα τρίτο, μειώνοντας την παραγωγή κατά 1,5 ποσοστιαίες μονάδες σε τρία χρόνια – αντίκτυπος στο ίδιο επίπεδο με την πρόσφατη ενεργειακή κρίση.
Την ίδια ώρα, ο πρόεδρος της Bundesbank, Joachim Nagel, έχει επισημάνει τους πιθανούς κινδύνους πληθωρισμού. Σε μια ομιλία του αυτό το μήνα, αναγνωρίζοντας την απειλή «αισθητών απωλειών στην ανάπτυξη», ανησύχησε ότι η ενίσχυση του δολαρίου θα ανέβαζε το κόστος των εισαγόμενων αγαθών. «Οποιοσδήποτε περιορισμός, οποιαδήποτε αβεβαιότητα, οποιαδήποτε εμπόδια στο εμπόριο, έχουν σημασία για μια οικονομία όπως η ευρωπαϊκή», πρόσθεσε.
Στο ίδιο μήκος και ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Άντριου Μπέιλι, ο οποίος είχε επιβεβαιώσει τον Αύγουστο ότι «προφανώς θα μας ενδιαφέρει το εκλογικό αποτέλεσμα στις ΗΠΑ» και «θα δούμε ποιος θα κερδίσει και ποιες είναι οι πολιτικές τους».
Η «απάντηση» της Κομισιόν στον Τραμπ
Υπάρχει επίσης αβεβαιότητα για την πιθανή απάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει τώρα ένα σχέδιο αντιποίνων σε πιθανούς δασμούς από τον Τραμπ, η απόφαση για επιβολή δασμών σε ηλεκτρικά οχήματα κινεζικής κατασκευής δεν έδειξε ομοθυμία. Η Γερμανία και άλλες τέσσερις χώρες αντιτάχθηκαν, ενώ 12 κράτη μέλη απείχαν.
«Οι αποκλίνουσες απόψεις μεταξύ των τεσσάρων μεγάλων για τους δασμούς θα μπορούσε να είναι ένα επιπλέον στοιχείο αβεβαιότητας που θα καθυστερούσε την πορεία προς την πιθανή ανάπτυξη», σχολίασε η Annalisa Piazza, διαχειρίστρια χαρτοφυλακίου σταθερού εισοδήματος στην MFS Investments Management.
Το πολιτικό σκηνικό είναι τουλάχιστον τόσο κακό όσο το 2017. Τότε, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ολλανδία αντιμετώπισαν δύσκολες εκλογικές διαδικασίες, η περιοχή ταλανιζόταν από την ψηφοφορία για το Brexit της Βρετανίας και η Ιταλία προσπαθούσε να σταθεροποιηθεί μετά από μια κυβερνητική κρίση.