Γράφει ο Δημήτρης Τριανταφύλλου
Οι ειδήσεις από την Τουρκία είναι ραγδαίες με εξελίξεις που επηρεάζουν άμεσα το πολιτικό σκηνικό της χώρας και το πολιτικό της μέλλον.
Στις 20 Οκτωβρίου, ο μέσος Τούρκος πολίτης έμαθε ότι ο αυτοεξόριστος ιεροκήρυκας και ιμάμης Φετουλλάχ Γκουλέν πέθανε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πριν καλά καλά σχολιαστεί η σημασία του «μισητού» Γκουλέν και να επισημανθεί ότι ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας, και ιδιαίτερα κατά των οπαδών του, θα συνεχιστεί, εμφανίζεται ο ακροδεξιός ηγέτης, και κυβερνητικός εταίρος, Ντεβλέτ Μπαχτσελί ο οποίος ζήτησε στις 22 Οκτωβρίου την αποφυλάκιση του Κούρδου ηγέτη Αμπντουλάχ Οτσαλάν με αντάλλαγμα τον τερματισμό της τρομοκρατίας από το Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΠΚΚ) του οποίου ο ιδρυτής του είναι ο Οτσαλάν. Στην φυλακή και την απομόνωση από το 1999 στη νησίδα Ιμραλί στη Θάλασσα του Μαρμαρά, ο Οτσαλάν έχει το κύρος να πείσει τους μαχητές του ΠΚΚ να απαρνηθούν τα όπλα τους υπέρ περισσοτέρων δικαιωμάτων για τους Κούρδους εντός της Τουρκικής επικράτειας. Την επομένη, στις 23 Οκτωβρίου γίνεται το τρομοκρατικό χτύπημα κατά την Τουρκική Αεροπορικής και Διαστημικής Βιομηχανία (TUSAS) στην περιοχή Καχραμανκαζάν στα περίχωρα της Άγκυρας από στελέχη του ΠΚΚ.
Με άλλα λόγια, δε βαριέσαι ποτέ στην Τουρκία. Οι τρεις προαναφερόμενες εξελίξεις δεν πρέπει να θεωρηθούν ότι είναι αποκομμένες η μια από τις άλλες. Τουναντίον σχετίζονται μεταξύ τους και εξηγούν σε μεγάλο βαθμό το παζλ της σημερινή Τουρκίας.
Ο Φετουλάχ Γκιουλέν ήταν ένας πολύ σημαντικός μολονότι αμφιλεγόμενος πολιτικός παράγοντας της σύγχρονης Τουρκίας με δράση δεκαετιών. Ξεκίνησε την πολιτική του δράση την δεκαετία του ΄70 όταν συνελήφθη από τις στρατιωτικές αρχές της χώρας επειδή οργάνωσε μια παράνομη θρησκευτική ομάδα. Η επιρροή του αυξήθηκε σταδιακά και σταθερά κατά τις δεκαετίες του ΄80 και του ΄90 με τα θρησκεύτηκα κηρύγματα του. Το 1999, ο Γκιουλέν μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες με την πρόφαση να κάνει κάποιες ιατρικές εξετάσεις και παρέμεινε εκεί μέχρι τον πρόσφατο θάνατο του. Ενώ στην αρχή βρισκόταν υπό έρευνα για την υπονόμευση της κυβέρνησης, δικάστηκε ερήμην το 2000 και κρίθηκε ένοχος για συνωμοσία για την τοποθέτηση υποστηρικτών και οπαδών του σε σημαντικές θέσεις της τουρκικής δημόσιας διοίκησης με σκοπό την ανατροπή τη κυβέρνησης. Με την έλευση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΠ) στην εξουσία το 2002, η καταδίκη του Γκιουλέν ανατράπηκε το 2008. Μέχρι το 2013, όποτε και υπήρχε ρήξη μεταξύ του Γκιουλέν και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οι δυο προωθούσαν την «άλωση» του κράτους εκ των έσω για να μπορέσουν να οδηγήσουν την χώρα προς μια πιο «ισλαμική» και συντηρητική κατεύθυνση. Η ρήξη, η οποία δεν ήταν ανώδυνη, κορυφώθηκε τον Ιούλιου του 2016 με την απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Προέδρου Ερντογάν και της κυβέρνησης του και την έκτοτε εκστρατεία της κυβέρνησης να εξαλείψει κάθε ίχνος επιρροής του Γκιουλέν και των οπαδών του με την έναρξη της εκστρατείας κατά της τρομοκρατικής οργάνωσης ΦΕΤΟ (όπως βαφτίσθηκε το Κίνημα του Γκιουλέν) που κατηγορείται ότι πλήττει να συμφέροντα της χώρας.
Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας είναι ένα επαναλαμβανόμενο κύριο θέμα στην τουρκική πολιτική σκηνή ιδιαίτερα μετά την έναρξη του ένοπλου αγώνα το ΠΚΚ το 1984, και τα περισσότερα από τα 40,000 θύματα του σύμφωνα από τις τουρκικές αρχές, στην προσπάθεια του να αποτρέψει την ενσωμάτωση του κουρδικού στοιχείου στην τουρκική κοινωνία. Με άλλα λόγια το ΠΚΚ όπως και η ΦΕΤΟ θεωρούνται ότι στοχεύουν, η κάθε μια για τους δικούς της λόγους, να πλήξουν τα συμφέροντα της χώρας και την πολιτική, κοινωνική και οικονομική συνοχή της. Αυτό το μήνυμα έχει γίνει ακόμα πιο έντονο και αποδεκτό από την πλειοψηφία της τουρκικής κοινωνίας σε μια εποχή γενικότερης αβεβαιότητας σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο όπου η Τουρκική κυβέρνηση προβάλλει την ιδέα της μεγάλης, υπερήφανης, και αυτόνομης χώρας που υπερασπίζεται τα συμφέροντα της με τις δικές τις δυνάμεις και πρωτοβουλίες όπως, για παράδειγμα, την εγκαθίδρυση και περαιτέρω ανάπτυξη μιας εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.
Η τρομοκρατική επίθεση κατά την TUSAS στις 23 Οκτωβρίου ερμηνεύτηκε ως απόπειρα να πλήξουν οι εχθροί της Τουρκίας προσπάθεια της Τουρκίας να αναδειχθεί και, ως εκ τούτου, καταδικάστηκε από όλες τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας ως επίθεση κατά της ιδίας της χώρας παρά τις πολιτικές διαφορές μεταξύ τους.
Οι τρεις προαναφερόμενες εξελίξεις έλαβαν χώρα σε μια περίοδο όπου έχει ξεκινήσει η προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει ένα νέο «δημοκρατικό» σύνταγμα σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ερντογάν δεδομένου ότι το ισχύον σύνταγμα θεωρείται προϊόν του στρατιωτικού καθεστώς του 1980-1983 που το επεξεργάστηκε για να διευκολύνει την επιστροφή της χώρας σε μια ομαλή «δημοκρατική» πολιτική ζωή. Η ιδέα του νέου συντάγματος για τον ίδιο τον Ερντογάν θεωρείται ότι είναι ένα κομβικό κομμάτι της παρακαταθήκης του ως διαμορφωτής της Νέας Τουρκίας που οραματίζεται και σε μεγάλο βαθμό υλοποιεί. Μη έχοντας την απαραίτητη ενισχυμένη πλειοψηφία στην Βουλή για να υπερψηφιστεί το σχέδιο συντάγματος που επιθυμεί, η χώρα έχει μπει σε φάση πολιτικού πάρε δώσε που θα επιφέρει μια σειρά πολιτικών ανακατατάξεων σε όλους τους πολιτικούς χώρους. Η πρωτοβουλία Μπαχτσελί να τείνει χέρι φιλίας στους κούρδους μπορεί υπό προϋποθέσεις να ισχυροποιήσει τον ίδιο και το κόμμα του στο ακροδεξιό χώρο. Εφόσον η κίνηση αυτή φαίνεται να έχει λάβει το πράσινο φως από τον Ερντογάν και το κόμμα του, σίγουρα θέτει τις βάσεις για ένα ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό κονσένσους για μια πιο συντηρητική και αυτόνομη Τουρκία. Επίσης θέτει προβληματισμούς στο χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης που αντιπροσωπεύεται από το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα και φαίνεται να είναι να είναι διχασμένο μεταξύ του νέου του ηγέτη τον Οζγκιούρ Οζέλ, τον πρώην ηγέτη του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου που θέλει να παραμείνει στο προσκήνιο και τον φιλόδοξο και δημοφιλή Δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου που ήδη ετοιμάζεται να διεκδικήσει την προεδρία της χώρας το 2028.
Δηλαδή, το πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία έχει πάρει φωτιά για άλλη μια φορά όπου οποίος αντιστέκεται στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας θεωρείται ύποπτος και όποιος δεν λάβει μέρος στην προσπάθεια διαμόρφωσης μιας νέας πολιτικής συναίνεσης (όπως αυτή την ορίζει ο Ερντογάν) μπορεί να βρεθεί παραγκωνισμένος. Εμείς παρακολουθούμε με ενδιαφέρον τις εξελίξεις διότι αναμφισβήτητα μπορεί να επηρεάσουν και την ευρύτερη γειτονία.
Δημήτρης Τριανταφύλλου, Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Διευθυντής Προγραμμάτων στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ)