Ζείτε καλύτερα απ’ ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια; Στην ερώτηση αυτή που τους έθεσε ο Ντόναλντ Τραμπ, οι Αμερικανοί θα έπρεπε να έχουν απαντήσει «Ναι». Αυτό λένε τουλάχιστον οι οικονομικές στατιστικές της χώρας τους.
Όλοι οι δείκτες είναι θετικοί και καλύτεροι από εκείνους της Ευρώπης: η ανάπτυξη, οι μισθοί, οι θέσεις εργασίας, το χρηματιστήριο… Κι όμως, δεν νιώθει έτσι ο πληθυσμός. Ο ισχυρός πληθωρισμός μετά την Covid και η αύξηση της τιμής της βενζίνης σόκαραν τους Αμερικανούς. Οι τελευταίοι νομίζουν ότι τα πράγματα ήταν καλύτερα επί Τραμπ, ο οποίος τους προτείνει τώρα ένα πρόγραμμα που σύμφωνα με όλους τους ειδικούς θα έχει …πληθωριστικές συνέπειες!
Η αύξηση των δασμών στις εισαγωγές θα αυξήσει τις τιμές αυτών των προϊόντων, κάτι που θα πλήξει τα πιο χαμηλά στρώματα των Αμερικανών. Σε δεύτερο χρόνο, το μέτρο αυτό θα οδηγήσει ενδεχομένως σε επανεγκατάσταση εργοστασίων στις Ηνωμένες Πολιτείες και δημιουργία τοπικών θέσεων εργασίας. Δεδομένου όμως ότι στη χώρα υπάρχει ήδη πλήρης απασχόληση, θα χρειαστεί η πρόσληψη μεταναστών, κάτι που αποτελεί ανάθεμα για τον Τραμπ και τους ψηφοφόρους του.
Τα μέτρα κατά των παράτυπων μεταναστών θα αυξήσουν τις πιέσεις στην αγορά εργασίας και θα οδηγήσουν τους μισθούς προς τα πάνω, κάτι που θα εισπραχθεί θετικά από τον πληθυσμό, στη συνέχεια όμως θα αυξηθεί εκ νέου ο πληθωρισμός. Μένει να φανεί αν ο πληθυσμός θα βγει κερδισμένος ή χαμένος.
Ανάλογα ερωτήματα τίθενται και στην Ευρώπη, αλλά οι αιτίες δεν είναι οι ίδιες. Ζούμε καλύτερα σήμερα απ’ ό,τι παλιότερα; Οι δείκτες δεν είναι τόσο κακοί, αλλά αυτό δεν αρκεί για να δίνει ελπίδα. Ασφαλώς η ανεργία δεν είναι πια τόσο μεγάλη και η εκπαίδευση ή η υγεία παραμένουν σχεδόν δωρεάν. Οι ανισότητες είναι μικρότερες απ’ ό,τι στις ΗΠΑ, χάρη στις κοινωνικές ανακατανομές μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Γιατί όμως αυτές οι ανακατανομές έχουν γίνει απαραίτητες; Ο οικονομολόγος Αντουάν Φουσέ δίνει μια απάντηση στο βιβλίο του «Βγαίνοντας από την εργασία που δεν αποδίδει πλέον»: η παραγωγικότητα αυξάνεται πολύ βραδύτερα εδώ και 40 χρόνια, ενώ τα τελευταία 15 χρόνια έχει σχεδόν σταματήσει, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα μια γενική στασιμότητα της αγοραστικής δύναμης. Χαμένη βγαίνει η μεσαία τάξη.
Η σημερινή γενιά είναι η πρώτη που δεν μπορεί να ελπίζει σε βελτίωση του βιοτικού της επιπέδου στη διάρκεια της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας, καθώς η παραγωγικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων δεν αυξάνεται πλέον. Η εργασία δεν επιτρέπει πλέον τη βελτίωση των βιοτικών συνθηκών.
Αυτό φταίει για την κοινωνική δυσφορία; Σε έναν βαθμό, ναι. Οι βιομηχανικές θέσεις εργασίας, που πλήρωναν καλά, είναι θύματα της έλλειψης ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας των επιχειρήσεων, όπως δείχνει το κλείσιμο εργοστασίων της Michelin στη Γαλλία και οι μαζικές απολύσεις από τη Volkswagen στη Γερμανία. Η Ευρώπη γνωρίζει τις αιτίες αυτών των προβλημάτων. Η Κομισιόν παρήγγειλε μια έκθεση στον Μάριο Ντράγκι, ο οποίος προτείνει να αλλάξουν επειγόντως όλοι οι οικονομικοί κανόνες της ηπείρου: να απλοποιηθούν οι προδιαγραφές, να καταργηθούν οι φραγμοί μεταξύ των χωρών, να ενοποιηθούν οι χρηματοπιστωτικές αγορές, να γίνουν επενδύσεις στην έρευνα, να προχωρήσει ένας κοινός δανεισμός για να χρηματοδοτηθεί η οικολογική μετάβαση…
Ακόμη κι αν υιοθετηθούν αυτά τα μέτρα, που δεν είναι καθόλου σίγουρο, θα χρειαστεί χρόνος για να εφαρμοστούν. Στο ερώτημα λοιπόν αν «ήταν καλύτερα παλιά», οι Ευρωπαίοι θα συνεχίσουν να λένε «Ναι» και αυτό, όπως και στην Αμερική, θα οδηγήσει σε πολιτικές αλλαγές που δεν θα είναι ευχάριστες.
(*) O Κλοντ Σουλά είναι αρθρογράφος του περιοδικού L’ Obs
(Πηγή: L’ Obs)