Πενήντα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση, η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία αποτελεί ίσως την πιο σταθερή δημοκρατική περίοδο στην ελληνική πολιτική ιστορία.
Η εποχή της δημοκρατίας, όπως ήταν και ο τίτλος του διήμερου συνεδρίου που διοργάνωσε το ΕΝΑ, αποτέλεσε μια περίοδο με πυκνές και καθοριστικές εξελίξεις, που άλλαξε τη μορφή της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής. Η συζήτηση γύρω από τα κεκτημένα της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας προφανώς συγκροτεί τη θετική παρακαταθήκη της· ωστόσο, κατά την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία υπήρξαν ματαιώσεις και παθογένειες, που συμπυκνώθηκαν στην κρίση του 2010-2018 και πλέον καθίσταται αναγκαία η υπέρβασή τους. Άρα, η συζήτηση για τη Γ’ Ελληνική Δημοκρατία είναι μια συζήτηση για το μέλλον της, για τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική κοινωνία τα επόμενα χρόνια και για τις στρατηγικές που πρέπει να διαμορφωθούν.
Ενόψει του συνεδρίου του ΕΝΑ, διεξήχθη μια έρευνα κοινής γνώμης, σε συνεργασία με την εταιρεία ερευνών Prorata, με θέμα «Γ’ Ελληνική Δημοκρατία: Κεκτημένα και Προκλήσεις». Στόχος της έρευνας ήταν να καταγραφούν οι στάσεις των Ελλήνων και Ελληνίδων πολιτών γύρω από βασικά γεγονότα, πρόσωπα, αλλά και έννοιες που σχετίζονται με την εμπειρία της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Τα ευρήματα της έρευνας, πέρα από μία αποτίμηση των τελευταίων πενήντα χρόνων, αποκαλύπτουν και τις τάσεις που επικρατούν στη σημερινή κοινή γνώμη γύρω από βασικά επίδικα της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής. Η συλλογή των δεδομένων έλαβε χώρα κατά το διάστημα 7-11 Νοεμβρίου 2024. Ως «προηγούμενη ψήφος» στις διασταυρώσεις των ευρημάτων λογίζεται η ψήφος στις ευρωεκλογές του 2024.
Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας συνοψίζονται στα ακόλουθα:
– Τα πιο θετικά ορόσημα της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν η ίδρυση του ΕΣΥ (87%), το Σύνταγμα του 1975 (80%) και η πτώση της Χούντας (72%). Τα πιο αρνητικά ορόσημα αντιστοιχούν στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο (97%), την κρίση των Ιμίων (85%) και την εφαρμογή των Μνημονίων (83%) – σε όλα αυτά υπάρχει μια συμπόρευση ψηφοφόρων από όλες τις εκλογικές βάσεις.
Σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, συμπίπτουν οι στάσεις των ψηφοφόρων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και σε ό,τι αφορά ορόσημα της πρώτης κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ (1981-1985), συμπίπτουν κυρίως οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ (δημοψήφισμα, Συμφωνία των Πρεσπών) αποτιμώνται αρνητικά από τους ψηφοφόρους της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και θετικά από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
– Οι τέσσερις πρώτοι τομείς στους οποίους εκτιμάται ότι έχει συντελεστεί η μεγαλύτερη πρόοδος κατά την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία είναι ο τουρισμός, τα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες, η ισότητα των φύλων και οι υποδομές. Εξωτερική πολιτική, άμυνα και υγεία κινούνται σε παρεμφερή μεσαία επίπεδα, ενώ σε χαμηλά επίπεδα κινούνται οι τομείς των εργασιακών σχέσεων, της κοινωνικής πολιτικής, της εκπαίδευσης, της ασφάλειας, της δικαιοσύνης, των δημόσιων οικονομικών κ.ο.κ. Τις πιο χαμηλές κατανομές, επομένως, παρουσιάζουν τομείς για τους οποίους σήμερα οι Έλληνες και οι Ελληνίδες πολίτες θεωρούν ότι πάσχουν ή ότι αποτελούν τα αδύναμα σημεία της κυβερνητικής πολιτικής.
– Τα έξι πρώτα συλλογικά συμβάντα της περιόδου που αποτιμώνται ως σημαντικά από τους ερωτώμενους και τις ερωτώμενες είναι οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη, τα συλλαλητήρια ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών, οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις του 1999 ενάντια στον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, τα κινήματα των πλατειών του 2010-2012, τα συλλαλητήρια για το «Μακεδονικό» το 1992 και το αντιφασιστικό κίνημα σε σχέση με τη δίκη της Χρυσής Αυγής. Για τους αριστερούς και κεντροαριστερούς ψηφοφόρους τα πιο σημαντικά είναι τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008, οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη και οι κινητοποιήσεις για τη Χρυσή Αυγή· για τους κεντρώους οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη, τα συλλαλητήρια ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών και οι αντιπολεμικές κινητοποιήσεις του 1999· για τους κεντροδεξιούς και τους δεξιούς τα συλλαλητήρια για τις Πρέσπες και το Μακεδονικό, ενώ ειδικότερα για τους δεξιούς ψηφοφόρους σημαντικές ήταν και οι «λαοσυνάξεις» του 2000 για τη μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Ενδιαφέρον είναι ότι για όλες τις ηλικιακές κατηγορίες σημαντικότερο συλλογικό συμβάν θεωρούνται οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη.
– Ως προς τις πολιτικές παρατάξεις και τη συμβολή τους στην εδραίωση και εμβάθυνση της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, η μεγαλύτερη αναγνωρίζεται στο «Κέντρο» (68%), εν συνεχεία στη «Δεξιά» (49%) και τέλος στην «Αριστερά» (46%). Στη θετική αποτίμηση της συμβολής της Αριστεράς κατατείνουν οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, της Δεξιάς οι ψηφοφόροι της ΝΔ και ένα αξιοσημείωτο ποσοστό ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ (47%) και του Κέντρου όλες οι κατηγορίες ψηφοφόρων.
– Ως προς την αποτίμηση του έργου των κυβερνήσεων της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, φαίνεται πως οι κυβερνήσεις Κωνσταντίνου Καραμανλή (1974-1980) και Ανδρέα Παπανδρέου (1981-1989), ως καταστατικές για τη συγκρότηση της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, απολαμβάνουν από σχετική ως υψηλή αποδοχή. Η πιο χαμηλή θετική αποτίμηση των κυβερνήσεων Καραμανλή έρχεται από ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ (47%) και η αντίστοιχη των κυβερνήσεων Παπανδρέου από τους ψηφοφόρους της ΝΔ (46%). Από εκεί και πέρα, οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ συγκλίνουν στην αρνητική αποτίμηση των κυβερνήσεων Τζαννετάκη, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Σαμαρά (2012-2015) και Κυριάκου Μητσοτάκη (2019-2024). Οι ψηφοφόροι της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ συγκλίνουν στη θετική αποτίμηση των κυβερνήσεων Σημίτη (1996-2004) και στην αρνητική των κυβερνήσεων Τσίπρα (2015-2019) – θετική αποτίμηση για τις τελευταίες προέρχεται από το 83% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Οι τρεις κομματικές βάσεις, τέλος, συγκλίνουν στην αρνητική αποτίμηση των κυβερνήσεων Κώστα Καραμανλή (2004-2009) και των κυβερνήσεων Γιώργου Παπανδρέου (2009-2011).
– Σε ό,τι αφορά τη σύγκριση ανάμεσα στα δύο αριστερά κυβερνητικά εγχειρήματα της Μεταπολίτευσης, φαίνεται πως η ανάμνηση της πρώτης κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου τροφοδοτεί θετικότερες στάσεις σε σχέση με την πιο πρόσφατη εμπειρία της κυβέρνησης Αλέξη Τσίπρα. Η κυβέρνηση Α. Παπανδρέου θεωρείται ριζοσπαστικότερη, φιλολαϊκότερη και συνεπέστερη στην έκφραση των ιδεών της Αριστεράς, ενώ στην κυβέρνηση Α. Τσίπρα αναγνωρίστηκε μεν η αντιμετώπιση περισσότερων εξωτερικών πιέσεων, καταλογίστηκε δε η αποτυχία εκπλήρωσης των υποσχέσεών της. Είναι ενδεικτικό ότι οι εν λόγω στάσεις διαπερνούν και τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με την εξαίρεση του ερωτήματος για το ποια από τις δύο κυβερνήσεις εξέφρασε συνεπέστερα τις ιδέες της Αριστεράς.
– Οι αποτιμήσεις, τέλος, της πολιτικής πορείας των πρωθυπουργών της Μεταπολίτευσης επιβεβαιώνουν τις ακόλουθες τάσεις: γενική θετική αποτίμηση των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου, σύγκλιση θετικής αποτίμησης του Κώστα Σημίτη και αρνητικής αποτίμησης του Αλέξη Τσίπρα (με 83% θετικών αποτιμήσεων στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ) από τους ψηφοφόρους ΝΔ και ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, σύγκλιση αρνητικής αποτίμησης των Κωνσταντίνου και Κυριάκου Μητσοτάκη από τους ψηφοφόρους των ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, σύγκλιση και των τριών εκλογικών βάσεων σε αρνητική αποτίμηση των Κώστα Καραμανλή, Γιώργου Παπανδρέου και Αντώνη Σαμαρά.
– Οι τρεις πρώτες έννοιες που εξέφρασαν περισσότερο το πνεύμα της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν για τους ερωτώμενους και τις ερωτώμενες η Ευρώπη, ο φιλελευθερισμός και η Δύση. Υψηλές κατανομές παρουσιάζουν, επίσης, ο κομμουνισμός και ο λαϊκισμός. Σε ό,τι αφορά τις τρεις έννοιες που θα είναι πιο σημαντικές για το μέλλον της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, αυτές είναι το κράτος δικαίου, η κοινωνική δικαιοσύνη και η διαφάνεια. Σε γενικές γραμμές, αυτή είναι και η κατανομή ανά ηλικιακή κατηγορία.
– Το μόνο κόμμα το οποίο διαθέτει μια πλειοψηφική θετική αποτίμηση για τη συνεισφορά του είναι το ΠΑΣΟΚ. Και αυτή η αποτίμηση διαπερνά όλες τις βάσεις ψηφοφόρων (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ), όπως επίσης και όλες τις ηλικιακές κατηγορίες. Αντίθετα, οι θετικές αποτιμήσεις της συνεισφοράς της ΝΔ προκύπτουν μόνο από ψηφοφόρους του κόμματος. Γενική είναι και η αρνητική αποτίμηση της συνεισφοράς του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, με την εξαίρεση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
– Σε ό,τι αφορά τις στάσεις των πολιτών γύρω από το ποια πολιτική παράταξη βρέθηκε πιο κοντά σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, φαίνεται πως για την Κεντροαριστερά η μεγαλύτερη εγγύτητα εντοπίζεται στα αγροτικά στρώματα και τους δημοσίους υπαλλήλους, για την Κεντροδεξιά στην αστική τάξη, τους μικρούς επιχειρηματίες και τα μορφωμένα στρώματα, για την Αριστερά στην εργατική τάξη και για την άκρα Δεξιά στα θρησκευόμενα στρώματα. Ισότιμη είναι η αποτίμηση της εγγύτητας Κεντροαριστεράς και Κεντροδεξιάς προς τη μεσαία τάξη.
– Τέλος, ενδεικτική της σημερινής κρίσης εκπροσώπησης είναι και η χαμηλή ικανοποίηση από τη λειτουργία της δημοκρατίας στην Ελλάδα σήμερα, η οποία αυξάνεται στις νεότερες ηλικίες και σε όσους δηλώνουν μια δυσμενέστερη οικονομική κατάσταση. Μοιρασμένες είναι οι στάσεις γύρω από το εάν παλαιότερα λειτουργούσε καλύτερα η δημοκρατία, όπου υπέρ της καλύτερης λειτουργίας της δημοκρατίας σε παλαιότερες εποχές τάσσονται πάλι οι νεότερες ηλικίες και όσοι δήλωσαν ότι βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση.
Πηγή: ΕΝΑ – Κώστας Ελευθερίου