Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια και συνεχίζει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα της με αρκετά συνεχιζόμενα και σχεδιαζόμενα μέτρα, αναφέρει ο ΟΟΣΑ στην αναλυτική έκθεσή του (OECD Economic Survey) που δόθηκε σήμερα το πρωί στη δημοσιότητα.
«Πολλές μεταρρυθμίσεις αντιμετωπίζουν βασικά θέματα που αναδεικνύονται σε αυτή και προηγούμενες εκθέσεις για την Ελλάδα», προσθέτει ο Οργανισμός, ο οποίος σημείωσε ότι η ελληνική οικονομία είναι ισχυρή και προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,2% το 2025 και 2,5% το 2026.
Οι συνέπειες από τους 3 βασικούς κινδύνους παγκοσμίως
Στη βαθύτερη ανάλυσή του για την Ελλάδα, ο ΟΟΣΑ επιχειρεί να σκιαγραφήσει την πιθανή συνέπεια σε κάθε κίνδυνο – ευπάθεια που συμβαίνει παγκοσμίως.
Στον πρώτο κίνδυνο, δηλαδή την πιθανή κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η απώλεια εμπιστοσύνης μεταξύ των επενδυτών θα μείωνε την παγκόσμια ζήτηση και τις άμεσες ξένες επενδύσεις, που θα οδηγήσουν σε χαμηλότερη ανάπτυξη στην Ελλάδα. Επίσης, οι υψηλότερες τιμές ενέργειας και οι διαταραχές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού θα προκαλούσαν αύξηση του πληθωρισμού, πτώση των εισοδημάτων και επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Στον δεύτερο κίνδυνο, εντάσσει την πιθανότητα ο πληθωρισμός να παραμείνει υψηλός για περισσότερο από το αναμενόμενο. Σε αυτό το σενάριο, ο επίμονα υψηλός πληθωρισμός θα μείωνε τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών στην Ελλάδα (και αλλού). Οι αυξήσεις στους μισθούς θα μπορούσαν να ξεπεράσουν την αύξηση της παραγωγικότητας, εξανεμίζοντας τα προηγούμενα κέρδη ανταγωνιστικότητας και επιβαρύνοντας το εμπορικό ισοζύγιο.
Στο τρίτο σενάριο ευπάθειας, ο ΟΟΣΑ εντάσσει την πιθανότητα οι οικονομικές συνθήκες να παραμείνουν δύσκολες περισσότερο από το αναμενόμενο. Σε αυτήν την περίπτωση, το κόστος δανεισμού, που θα παραμείνει υψηλό για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, θα περιόριζε την ανάπτυξη των επενδύσεων. Ο αντίκτυπος στο κόστος αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους της Ελλάδας βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα θα μετριαστεί από τις μεγάλες λήξεις χρέους και τα σταθερά επιτόκια.
Πτωτικό το ισοζύγιο των κινδύνων
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, όπως και σε άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, οι επιχειρήσεις έχουν πληγεί από δύο συνεχόμενα σοκ, καθώς την πανδημία ακολούθησε αμέσως ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι εισαγωγικές πιέσεις στις τιμές.
Το υψηλό κόστος των εισροών, συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας, έχει επηρεάσει τα οικονομικά αποθέματα ασφαλείας και ορισμένες επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν προκλήσεις ρευστότητας και φερεγγυότητας που θα μπορούσαν ενδεχομένως να τις οδηγήσουν σε χρεοκοπία. Τα νοικοκυριά αντιμετωπίζουν υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους που μπορεί να γίνει δύσκολο να καλυφθεί.
Εν τω μεταξύ, οι άμεσοι μακροοικονομικοί κίνδυνοι από τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας είναι περιορισμένοι, καθώς το εμπόριο αγαθών της Ελλάδας με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι μέτριο.
Η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας «Greece 2.0», συμπεριλαμβανομένης της εκταμίευσης δανειακών κεφαλαίων προς τις επιχειρήσεις, βρίσκεται επί του παρόντος σε καλό δρόμο, αλλά πιθανές καθυστερήσεις θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κινδύνους για τις επενδύσεις και τη δυνητική ανάπτυξη.
Νέα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες του περασμένου έτους στη Θεσσαλία, γίνονται πιο πιθανά λόγω της κρίσης του κλίματος και θα μπορούσαν να διαταράξουν την παραγωγή και να μειώσουν την εγχώρια ζήτηση. Μια πιθανή ανάγκη του δημόσιου τομέα να αναλάβει μέρος των ζημιών του ιδιωτικού τομέα από την κλιματική αλλαγή μπορεί να συνεπάγεται πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος.
Τέλος, σημαντικές πιθανές κρίσεις θα μπορούσαν επίσης να αλλάξουν τις προοπτικές. Αρκετοί κίνδυνοι – συμπεριλαμβανομένης της έξαρσης των γεωπολιτικών εντάσεων, της βραδύτερης ανάπτυξης μεταξύ των κύριων εμπορικών εταίρων της Ελλάδας ή της επιδείνωσης της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας λόγω της αύξησης των μισθών που υπερβαίνει τα κέρδη παραγωγικότητας – θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν την ανάπτυξη των εξαγωγών και να διευρύνουν το μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είχε διευρυνθεί για πρώτη φορά από το 2019 εν μέσω ενός αυξανόμενου εμπορικού ελλείμματος – πρώτα λόγω της αναταραχής που προκάλεσε η πανδημία στον τουρισμό και των αυξανόμενων τιμών για τις εισαγωγές ενέργειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Παρά τη σημαντική μείωση το 2023, με τη μείωση των τιμών της ενέργειας και την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών παρέμεινε στο 6,5% του ΑΕΠ το 2023.
Σε χθεσινή έκθεσή του, εξ άλλου, για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, ο ΟΟΣΑ ανέφερε ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έχουν αποφέρει οφέλη καθώς η Ελλάδα, μαζί με την Ισπανία και την Πορτογαλία, είναι μεταξύ λίγων χωρών-μελών του Οργανισμού, στις οποίες η δυνητική κατά κεφαλήν ανάπτυξη έχει αναθεωρηθεί θετικά.
Ο διεθνής οργανισμός σημειώνει ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και η περαιτέρω πρόοδος στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής θα ενισχύσουν τα δημόσια έσοδα και θα δημιουργήσουν δημοσιονομικό χώρο για μέτρα που αποτελούν προτεραιότητα, αυξάνοντας παράλληλα τη πρωτογενή πλεονάσματα.
Για το χρηματοπιστωτικό σύστημα σημειώνει ότι η ανθεκτικότητά του έχει βελτιωθεί σημαντικά από το 2007, με την πιστοληπτική αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών να έχει αντίστοιχα βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια. Αναφέρει ειδικότερα τη μείωση, χάρη στο σχέδιο «Ηρακλής», του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) στο 6,9% τον Ιούνιο του 2024 από το υψηλό επίπεδο του 49,1% τον Μάρτιο του 2017. Το σχέδιο «Ηρακλής» επεκτάθηκε το 2024, «αλλά πρόσθετα μέτρα θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω την αναδιάρθρωση των δανείων και τις διαδικασίες πτώχευσης καθώς και τη διαχείριση των NPLs που είναι τώρα υπό τον έλεγχο των εταιρειών διαχείρισης (servicers)».
Η κερδοφορία των τραπεζών και οι κεφαλαιακοί δείκτες τους έχουν επίσης βελτιωθεί, αν και οι τελευταίοι παραμένουν χαμηλότεροι από το μέσο επίπεδο των χωρών του ΟΟΣΑ. «Ωστόσο, η μακροχρόνια κερδοφορία και κεφαλαιακή επάρκεια παραμένουν πηγές ανησυχίας», σύμφωνα με την έκθεση, η οποία υπογραμμίζει πως η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών παραμένει χαμηλή, αποδυναμώνοντας τη δυνατότητά τους να απορροφούν ζημιές καθώς τον Ιούνιο του 2024 το 41% των κεφαλαίων αυτών αφορούσαν αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις.
Για το δημόσιο χρέος, ο ΟΟΣΑ αναμένει ότι θα μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ και το βασικό του σενάριο προβλέπει ότι θα υποχωρήσει στο 90% το 2060 ή στο 75%, αν η ανάπτυξη είναι ισχυρότερη, για παράδειγμα αν υλοποιηθούν πλήρως οι μεταρρυθμίσεις του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.
Παρά τις μειώσεις στη φορολογία τα τελευταία χρόνια, «η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας παραμένει υψηλή, κυρίως όσον αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές», σημειώνει η έκθεση, προσθέτοντας ότι μία περαιτέρω μείωσή της θα μπορούσε να αυξήσει την απασχόληση, μειώνοντας παράλληλα τα κίνητρα για αυτοαπασχόληση.
Προτείνει τη μείωση του αφορολόγητου των 10.000 ευρώ, το οποίο, όπως αναφέρει, αντιστοιχεί στο 61% των μέσων ετήσιων μισθολογικών αποδοχών και απαλλάσσει από τον φόρο εισοδήματος τα μισά ελληνικά νοικοκυριά. «Αυτή η στενή βάση είναι ένας από τους λόγους που η Ελλάδα έχει λιγότερα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων σε σχέση με άλλες χώρας, αν και έχει υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές πάνω από το αφορολόγητο».
Για τον ΦΠΑ, ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι υπάρχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης καθώς το «κενό συμμόρφωσης» (δηλαδή η απώλεια εσόδων) έχει μειωθεί αλλά παραμένει από τα υψηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. «Το βελτιωμένο αλλά ακόμη χαμηλό επίπεδο συμμόρφωσης συνεχίζει να περιορίζει τα έσοδα παρά τους υψηλούς συντελεστές». Ειδικότερα, προτείνει τη σταδιακή κατάργηση εξαιρέσεων από τον τυπικό συντελεστή του ΦΠΑ στις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι μειώνουν την εισοδηματική ανισότητα, αναφέροντας για παράδειγμα τους χαμηλότερους συντελεστές που ισχύουν για τον τουρισμό.
Ο ΟΟΣΑ προτείνει τη μείωση της φορολογίας για τους χαμηλόμισθους με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, παράλληλα με τη μείωση του αφορολόγητου.
Προτείνει, επίσης, αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα τσιγάρα και την επιβολή ΕΦΚ σε τρόφιμα πλούσια σε λίπη, ζάχαρη και αλάτι,, τα οποία είναι επιβλαβή για την υγεία.
Μεταξύ άλλων προτάσεων που κάνει ο Οργανισμός περιλαμβάνονται:
– Η μεταρρύθμιση των επιδομάτων ανεργίας, ώστε να συνδέονται αυτά με τις αποδοχές στο παρελθόν και να αυξηθεί η διάρκειά τους με βάση το ιστορικό καταβολής εισφορών, βελτιώνοντας παράλληλα τα κίνητρα για εργασίας
– Ενοποίηση των διαφόρων προγραμμάτων στήριξης για νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα και απλοποίηση των όρων επιλεξιμότητας
– Η χρηματοδότηση νέων επιδοτήσεων για ηλεκτρικά οχήματα με την αύξηση του ΕΦΚ στo ντίζελ
– Η γρήγορη υλοποίηση του one stop shop για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η αναθεώρηση των διαδικασιών για περιβαλλοντικές άδειες.