Το δρόμο για την περαιτέρω μείωση των επιτοκίων εντός του 2025 άνοιξε σήμερα η πρόεδρος της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας, «χαλαρώνοντας» ελαφρώς την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής που θα ακολουθήσει.
Όπως είπε η ίδια χαρακτηριστικά «είμαστε στο σωστό δρόμο, ωστόσο δεν μπορούμε ακόμη να ανακηρύξουμε την νίκη έναντι του πληθωρισμού».
Όπως ανέφερε στη διάρκεια της συνέντευξης τύπου, λίγο μετά την απόφαση τςη ΕΚΤ να μειώσει για τέταρτη φορά εντός του 2024 τα επιτόκια κατά 0,25%, η επικεφαλής της Τράπεζας η «νομισματική πολιτικής θα συνεχίσει να είναι επαρκώς περιοριστική», αφήνοντας να εννοηθεί έτσι ότι πλέον το περιβάλλον έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με έξι μήνες περίπου πριν (Ιούνιος 2024) όταν ξεκίνησε να μειώνει τα επιτόκια της. Μάλιστα στη σημερινή συνεδρίαση, ορισμένα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ πρότειναν η μείωση των επιτοκίων να είναι μεγαλύτερης, της τάξεως του 0,5%.
Η ίδια άλλωστε διευκρίνισε ότι ακόμη έχουμε να διανύσουμε αρκετό δρόμο μέχρι το βασικό επιτόκιο από το 3% που είναι πλέον μετά την σημερινή μείωση, να φθάσει στα επίπεδα του λεγόμενου «ουδέτερου επιτοκίου» τα οποία κυμαίνονται μεταξύ 1,75% -2,5%.
Σε κάθε περίπτωση οι επόμενες κινήσεις στο μέτωπο των επιτοκίων – οι αγορές ήδη προεξοφλούν μία περαιτέρω μείωση των επιτοκίων κατά 1,25% εντός του 2025 – όπως επανέλαβε η Κριστιν Λαγκάρντ εξαρτώνται από τα μεγέθη της οικονομίας και τις προβλέψεις. Οσον αφορά τις τελευταίες που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα δείχνουν ότι η ΕΚΤ διαβλέπει μία περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού, αλλά και εξασθένιση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας της ευρωζώνης.
Πιο συγκεκριμένα για τον πληθωρισμό προβλέπεται πλέον ότι κατά μέσο όρο θα διαμορφωθεί στο σε 2,4% το 2024, 2,1% το 2025, 1,9% το 2026 και 2,1% το 2027.
Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της ΕΚΤ η οικονομία της ευρωζώνης προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 0,7% το 2024, 1,1% το 2025, 1,4% το 2026 και 1,3% το 2027. Η προβλεπόμενη ανάκαμψη στηρίζεται κυρίως στην αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων – που θα επιτρέψει στα νοικοκυριά να καταναλώνουν περισσότερο – και στις επιχειρήσεις που αυξάνουν τις επενδύσεις. Με την πάροδο του χρόνου, οι σταδιακά εξασθενημένες επιδράσεις της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να στηρίξουν την ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης.
Υπενθυμίζεται ότι στις προηγούμενες προβλέψεις της ΕΚΤ που ανακοινώθηκαν το Σεπτέμβριο ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ για το 2024 εκτιμώνταν στο 0,8%, για το 2024 στο 1,3% και το 2026 στο 1,5%. Σε επίπεδα ελαφρώς χαμηλότερα σε σχέση με τις προβλέψεις του Ιουνίου.
Οσον αφορά στον πληθωρισμό η πρόβλεψη για φέτος ήταν στο 2,5%, με αποκλιμάκωση του στο 2,2% το 2025 και στο 1,9% το 2026.
Μάλιστα αναφορικά με τους κινδύνους που διαφαίνονται στο μέτωπο του πληθωρισμού η Κριστίν Λαγκάρντ απαντώντας σε σχετική ερώτηση ανέφερε ότι Η Λαγκάρντ οι εμπορικοί δασμοί που έχει προαναγγείλει να επιβάλει ο νεοκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντ. Τραμπ, εκτίμησε ότι είναι πιθανό να προκαλέσουν πληθωρισμό, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
«Συνεχίζω να πιστεύω ότι οι περιορισμοί στο εμπόριο, τα μέτρα προστατευτισμού, δεν ευνοούν την ανάπτυξη και τελικά έχουν αντίκτυπο στον πληθωρισμό που είναι σε μεγάλο βαθμό αβέβαιος. Βραχυπρόθεσμα, είναι πιθανόν να προκαλέσουν αύξηση του πληθωρισμού – αλλά ο συνολικός αντίκτυπος στον πληθωρισμό είναι αβέβαιος, διότι θα εξαρτηθεί από το εύρος των μέτρων, από τα αντίμετρα που θα αποφασιστούν, από τις άλλες χώρες .»
Αβεβαιότητες όμως διαφαίνονται και στο μέτωπο της ανάπτυξης της Ευρωπαικής Οικονομίας, Ερωτηθείσα για το κατά πόσο οι πολιτικές εξελίξεις στις δύο μεγαλύτερες χώρες της Ευρωζώνης, στη Γαλλία και στη Γερμανία, θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την ανάκαμψη, η πρόεδρος της ΕΚΤ διευκρίνισε ότι ««Αναφέρθηκα απλώς … στην αβεβαιότητα που απορρέει από την έλλειψη υποβολής προϋπολογισμού από αρκετά κράτη μέλη», είπε, αναφερόμενη στην απαίτηση της ΕΕ για τις χώρες να διατηρούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα μικρότερα του 3%.
Η αβεβαιότητα η οποία συνδέεται με πολιτικές εξέλιξες, εκλογικές αναμετρήσεις κλπ σε κράτη μέλη είναι αυτοπροκαλούμενη αβεβαιότητα, με την οποία η ΕΚΤ δεν έχει αμία σχέση, αλλά η οποία προκαλείται από τις τρέχουσες πολιτικές καταστάσεις. Σαφώς και έρχονται εκλογές το πρώτο τρίμηνο του 2025 και ελπίζουμε ότι οι αποφάσεις θα ληφθούν πολύ νωρίτερα από αυτό για άλλα κράτη μέλη» ανέφερε η ίδια χαρακτηριστικά.