Φρίκη και αποτροπιασμό προκαλεί η υπόθεση του αστυνομικού της Βουλής, με τη σύζυγό του να καταθέτει ότι ο ειδικός φρουρός περιέγραφε τον τρόπο που βίαζε τα παιδιά τους, ώστε να την κάνει να ζηλέψει.
«Καθόμασταν στο τραπέζι και μου περιέγραφε πράξεις με τα παιδιά, για να με ξεφτιλίσει και να με κάνει να ζηλέψω» είπε χαρακτηριστικά η γυναίκα στο MEGA.
Έπειτα, πρόσθεσε ότι «το μόνο που με ενδιαφέρει είναι το καλό των παιδιών μου και η τιμωρία του συζύγου μου για όσα έχει κάνει. Ο άνθρωπος αυτός δεν έχει τιμωρηθεί ποτέ για τίποτα. Πρέπει να τιμωρηθεί για όσα έχει κάνει τόσα χρόνια… Τα παιδιά μου θα έχουν καλύτερη μοίρα αν πάνε σε ιδρύματα, από το να έμεναν στο σπίτι που ζούσαν».
Επίσης, για τη συμπεριφορά του συζύγου της, κατέθεσε πως «ο σύζυγός μου έλεγε: “Κανείς δεν θα σε δεχτεί. Είσαι ένα τίποτα. Θα σε βγάλουν τρελή αν μιλήσεις, σου αξίζουν αυτά που παθαίνεις, άχρηστη”. Με κατηγορούσε ότι είχα εξωσυζυγική σχέση. Με παρακολουθούσε γενικά. Με ακολουθούσε με το αυτοκίνητο».
Αναφορικά με τον λόγο που αποφάσισε να αποκαλύψει τη φρίκη που βίωναν τα παιδιά της, υποστήριξε:
«Άρχισα να διαπιστώνω ότι ο γιος μου γίνεται ίδιος ο πατέρας του. Δεν άντεχα άλλο να το βλέπω αυτό, ήθελα να τον συμμορφώσω. Να μη γίνει σαν τον πατέρα του, ο οποίος δεν τιμωρήθηκε ποτέ για τίποτα στη ζωή του. Αυτός ήταν ο λόγος που αποφάσισα να κάνω μήνυση».
Εν τω μεταξύ, όλοι γνώριζαν κανείς όμως δεν μίλησε για την κόλαση που βίωναν τόσο η 35χρονη σύζυγος του αστυνομικού της Βουλής όσο και τα παιδιά της οικογένειας.
Τουλάχιστον 3 φορές φέρεται να εκμυστηρεύτηκε σε γιατρούς, η 35χρονη σύζυγος του αστυνομικού της Βουλής, πως τόσο η ίδια όσο και τα παιδιά της έπεφταν θύματα συστηματικής ενδοοικογενειακής βίας, ωστόσο κανένας από τα νοσοκομεία αυτά – ανάμεσα στα οποία είναι και το 414 Στρατιωτικό Νοσοκομείο- δεν προχώρησε σε αναφορά στις αρμόδιες αρχές.
Στα τέλη Ιανουαρίου όταν εισήχθη στο Νοσοκομείο 414, όλοι οι ψυχίατροι που την εξέτασαν γνώριζαν πως μπροστά τους είχαν ένα θύμα ενδοοικογενειακής βίας αλλά κανείς δεν προχώρησε σε καταγγελία.
Στις 27 Ιανουαρίου, ζητά να νοσηλευτεί στην ψυχιατρική κλινική. «Επειδή δεν άντεχα άλλο την αρρωστημένη κατάσταση και την σωματική βία, πήγα μόνη μου στο στρατιωτικό νοσοκομείο και ζήτησα από μόνη μου να εισαχθώ στο 414 και την ψυχιατρική κλινική», παραδέχθηκε η ίδια η 35χρονη.
Η νοσηλεία της διαρκεί ένα μήνα. Σε αυτό το διάστημα αποκαλύπτει στους γιατρούς που την παρακολουθούν πως είναι θύμα ενδοοικογενειακής βίας.
Είναι η ίδια περίοδος που ψηφίζεται ο νόμος που υποχρεώνει τους γιατρούς να καταγγείλουν τις υποψίες τους ότι υπάρχει κακοποίηση. Οι γιατροί όμως μένουν αδρανείς.
Η 35χρονη φεύγει με άδεια στις 23 Φεβρουαρίου από το νοσοκομείο, κάνει τη μήνυση για ενδοοικογενειακή βία και επιστρέφει στο 414. Οι γιατροί όμως, την ενημερώνουν πως δεν μπορεί να μείνει περισσότερο και πως ίσως πρέπει να απευθυνθεί σε κάποια δομή φιλοξενίας.
«Στη μήνυση για ενδοοικογενειακή βία, είχα αναφέρει ότι δέρνει και τα παιδιά μας με το γκλοπ», λέει η 35χρονη.
Στις 27 Φεβρουαρίου παίρνει εξιτήριο και μια ημέρα μετά εξετάζεται από Υπαστυνόμο Ψυχίατρο της ΕΛ.ΑΣ, ο οποίος ενημερώθηκε και αυτός για την ενδοοικογενειακή βία Την διέγνωσε όμως με καταθλιπτική αγχώδη διαταραχή.
Την 1η Μαρτίου περνά από τριμελή επιτροπή αστυνομικών γιατρών για να της δοθεί αναρρωτική άδεια. Σε όλους φέρεται να αναφέρει ότι απειλείται η ζωή της ενώ αντίστοιχα ενημέρωσε και τον γιατρό της αστυνομίας που ανανέωνε τις ιατρικές συνταγές της.
«Από τότε που πήρα εξιτήριο από το 414 με παρακολουθεί κανονικά ο ψυχίατρος στα Πολυιατρεία της Αστυνομίας. Η ψυχολόγος από τα Κεντρικά Ιατρεία Αθηνών που με παρακολουθεί, που ξέρει μόνο για την ενδοοικογενειακή βία, με παρακίνησε προκειμένου να μιλήσω να καταγγείλω για ό,τι μου έχει συμβεί», δήλωσε η 35χρονη.
Παράλληλα, πηγές του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη έδωσαν διευκρινίσεις σχετικά με την απάντηση του υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη, Ανδρέα Νικολακόπουλου σε επίκαιρη ερώτηση της προέδρου της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωής Κωνσταντοπούλου για τα αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, που φέρεται να διέπραξε αστυνομικός που υπηρετούσε στη Βουλή, σε βάρος μελών της οικογένειάς του.
Ειδικότερα σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη:
Η αστυνομικός τον Φεβρουάριο του 2024 κατήγγειλε τον επίσης αστυνομικό σύζυγό της για τα αδικήματα της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης και προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας αποκλειστικά σε βάρος της ίδιας, ενώ επιπλέον κατηγορήθηκε για σωματική βλάβη αδυνάμων ατόμων (άρθρο 312 Π.Κ.), σε συνδυασμό με τη νομοθεσία περί ενδοοικογενειακής βίας, εξύβριση και φθορά ξένης ιδιοκτησίας.
Από τα ανωτέρω γίνεται σαφές ότι ουδεμία αναφορά περί προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας ανηλίκου κατατέθηκε στην αρμόδια αστυνομική ή εισαγγελική Αρχή, ούτε αναφέρθηκε ή υπονοήθηκε κάτι τέτοιο από τον κ. υφυπουργό, ο οποίος έκανε συνολική αναφορά στα αδικήματα της δικογραφίας που σχηματίστηκε τότε.
Περαιτέρω, αρχές Μαρτίου του 2024, η αστυνομικός κατέθεσε στο αρμόδιο αστυνομικό τμήμα ιδιόχειρο σημείωμά της ότι δεν επιθυμούσε πλέον την ποινική δίωξη του συζύγου της.»