Aπό τότε που ο Κλάους Βόβεραϊτ, κυβερνήτης/δήμαρχος του Βερολίνου επί 11 χρόνια, έλεγε για την πόλη του ότι «είναι φτωχή, αλλά σέξι», έχουν περάσει πάνω από 20 χρόνια – και μια αιωνιότητα.
Η πρωτεύουσα της επανενωμένης Γερμανίας συγκέντρωσε επενδυτές, καλλιτέχνες, ολιγάρχες, περίεργους, πολύ γρήγορα έχασε την φήμη της …φτωχομάνας και τώρα αγωνίζεται να διατηρήσει το δεύτερο μισό της φράσης που έμελλε να ταυτιστεί με την πόλη όσο και το «Ich bin ein Berliner» του Τζον Φ. Κένεντι.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο σημερινός κυβερνήτης/δήμαρχος του Βερολίνου Κάι Βέγκνερ (CDU) συνέστησε στους γερουσιαστές (υπουργούς) του να μην δεσμεύονται για την χρηματοδότηση οποιουδήποτε προγράμματος για το 2025, «προκειμένου να μην δημιουργούνται ψευδείς προσδοκίες σε όσους πίστευαν ότι … είχαν να περιμένουν. «Πρέπει να είναι σαφές προς όλους, δεν θα υπάρξουν άλλα λεφτά», εξήγησε ο γερουσιαστής των Οικονομικών, Στέφαν Έβερς (CDU). Η συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών (CDU) – Σοσιαλδημοκρατών (SPD) έχει ήδη συμφωνήσει σε εξοικονόμηση 3 δισεκατομμυρίων ευρώ μόνο για το επόμενος έτος και 1,8 δισεκατομμυρίων για το 2026 και το 2027. Σε έναν προϋπολογισμό 40 δισεκατομμυρίων, αυτό σημαίνει περικοπές σε ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, αλλά και αύξηση των τιμών σε άλλες τόσες. «Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας τομέας που δεν θα πληγεί», ήταν η ξεκάθαρη περιγραφή στο δελτίο ειδήσεων του τοπικού ραδιοφώνου «Σπρέε». Πιο συγκεκριμένα, «κάθε τομέας καλείται να περιορίσει τον προϋπολογισμό του κατά 2%, προκειμένου να εξοικονομηθούν 550 εκατομμύρια ευρώ. Πρέπει να περιορίσουμε τα έξοδα σε ένα φυσιολογικό, βιώσιμο επίπεδο, έπειτα από την έκρηξη σπατάλης των τελευταίων πέντε ετών», δήλωσε η εκπρόσωπος του κρατιδιακού υπουργείου Οικονομικών, «καρφώνοντας» την παλαιότερη συγκυβέρνηση SPD – Πρασίνων – Αριστεράς. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι και οι προηγούμενες κυβερνήσεις προχώρησαν σε περικοπές δαπανών για την παιδεία, την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες, καθιστώντας το Βερολίνο κέντρο – ορατής πλέον – φτώχειας και έντονων διαφορών.
Οι περικοπές που μόλις ανακοινώθηκαν από τη Γερουσία του Βερολίνου αφορούν 660 εκατομμύρια από τον τομέα των συγκοινωνιών, με βασικό μέτρο την απόσυρση του ενιαίου εισιτηρίου των 29 ευρώ μηνιαίως, το οποίο έχει σήμερα περισσότερους από 220.000 συνδρομητές. Ο δήμαρχος Κάι Βέγκνερ (CDU) και η γερουσιαστής για την Οικονομία και πρώην δήμαρχος Φραντσίσκα Γκίφαϊ (SPD) αιτιολόγησαν την απόφασή τους εξηγώντας ότι προτιμήθηκε η συνέχιση της χρηματοδότησης του δωρεάν εισιτηρίου για 300.000 μαθητές και παιδιά προσχολικής ηλικίας, των σχολικών γευμάτων και των παιδικών σταθμών, καθώς επρόκειτο για «ή το ένα ή το άλλο». Στο ίδιο πνεύμα, το κόστος του προνοιακού εισιτηρίου από 9 ευρώ/μήνα αυξάνεται σε 19, με την κυρία Γκίφαϊ να επιμένει ότι πρόκειται για «πολύ χαμηλό ποσό». Περικοπές θα γίνουν ακόμη στην χρηματοδότηση της αγοράς νέων ηλεκτρικών αστικών λεωφορείων και ποδηλάτων κοινής χρήσης, στην επέκταση της γραμμής του τραμ και στα προγράμματα οδικής ασφάλειας.
Στον προϋπολογισμό για την παιδεία περικόπτονται 370 εκατομμύρια και συνεπώς ακυρώνονται προγράμματα ανέγερσης σχολικών κτιρίων και νέων παιδικών σταθμών. Το κρατίδιο του Βερολίνου βρίσκεται μεταξύ των τελευταίων στην κατάταξη για τον τομέα της παιδείας, ενώ είναι σχεδόν ανεκδοτολογικού χαρακτήρα η δυσκολία να εξασφαλίσει κανείς θέση σε παιδικό σταθμό στην πρωτεύουσα.
Στον τομέα των εσωτερικών υποθέσεων και της ασφάλειας, η εξοικονόμηση αφορά κυρίως την πυροσβεστική και τα κονδύλια για την ανακούφιση από καταστροφές, ενώ η αστυνομία και τα δικαστήρια θα διατηρήσουν την ισχύουσα χρηματοδότηση. «Φαίνεται ότι το CDU και το SPD μας άκουσαν τελικά και άφησαν την μηχανή του γκαζόν στο γκαράζ για την ώρα», δήλωσε δηκτικά ο εκπρόσωπος του συνδικάτου της αστυνομίας.
Στον τομέα του πολιτισμού, βασικό κομμάτι της φήμης της πόλης, το Βερολίνο θα περικόψει το 12% του προϋπολογισμού του. Οι μεγαλύτερες σκηνές της πόλης, η Γερμανική Όπερα, η Komische Oper, η Volksbühne, θα δυσκολευτούν πολύ να διατηρήσουν τα προγράμματά τους. Το Berliner Ensemble ανακοίνωσε ήδη ότι θα ακυρώσει τουλάχιστον πέντε παραγωγές για τις επόμενες δύο σεζόν. Ακόμη και η χρηματοδότηση του διάσημου κινηματογραφικού φεστιβάλ, της Berlinale, θα μειωθεί στο μισό. Ήδη πραγματοποιούνται εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, υπό τον τίτλο «Το Βερολίνο είναι Πολιτισμός».
Ο δήμαρχος από την πλευρά του όχι απλώς υπερασπίζεται τα μέτρα, αλλά τα χαρακτήρισε και «πρότυπο για τα υπόλοιπα κρατίδια» της Γερμανίας, αλλά ακόμη και για το ομοσπονδιακό κράτος με τα γνωστά προβλήματα προϋπολογισμού. Υπάρχουν άλλωστε και εκείνοι που υπερθεματίζουν, με τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP) και την Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) να ζητούν ακόμη μεγαλύτερες περικοπές, π.χ. θέσεων εργασίας στις υπηρεσίες μετανάστευσης και ασύλου της πόλης.
Το Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας της Κολωνίας ξεκαθαρίζει από την πλευρά του ότι, σέξι ή όχι, το Βερολίνο παραμένει φτωχό και από ασήμαντο έως και ζημία για το ομοσπονδιακό κράτος. Αν π.χ. η Βρετανία έχανε το Λονδίνο, αυτό θα σήμαινε ότι θα έχανε το 11,1% του ΑΕΠ της, ενώ η Γαλλία χωρίς το Παρίσι θα ήταν κατά 14,8% φτωχότερη. Η Γερμανία ωστόσο χωρίς το Βερολίνο θα …κέρδιζε 0,2%. Είναι σαφές όμως ότι το Βερολίνο δεν είναι μια συνηθισμένη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η πόλη ήταν σημαντικός βιομηχανικός κόμβος και αριθμούσε 4,3 εκατομμύρια κατοίκους. Λίγα χρόνια – και έναν πόλεμο – μετά, είχε χάσει το 35% του πληθυσμού της, και τις περισσότερες επιχειρήσεις της, οι οποίες μετακόμισαν στη Δύση και κυρίως στη Βαυαρία και στην κοιλάδα του Ρουρ και δεν έβλεπαν προφανώς κανέναν λόγο να επιστρέψουν μετά την επανένωση. Άλλωστε το ισχυρά αποκεντρωμένο ομοσπονδιακό σύστημα της χώρας δεν βασίζεται στο μοντέλο της πρωτεύουσας – κέντρου των πάντων. Το μόνο μέγεθος το οποίο αυξάνεται σταθερά είναι αυτό του πληθυσμού: Κάθε χρόνο η πόλη αποκτά περίπου 40.000 νέους κατοίκους, με το 80% εξ αυτών να μην είναι Γερμανοί. Σήμερα ζουν στην πρωτεύουσα σχεδόν 4 εκατομμύρια άνθρωποι, με τις υποδομές σε σχολεία, νοσοκομεία, δικαστήρια και συγκοινωνίες να μην καταφέρνουν να ακολουθήσουν την αύξηση. Είναι άλλωστε διάσημη η μεγαλειώδης αποτυχία κατασκευής ενός σύγχρονου διεθνούς αεροδρομίου, το οποίο λειτούργησε τελικά …μόλις 10 χρόνια μετά την προκαθορισμένη ημερομηνία των εγκαινίων του, με το κόστος να εκτοξεύεται από τα 2 στα σχεδόν 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Στις αστικές συγκοινωνίες η γερμανική ακρίβεια έχει καταντήσει ανέκδοτο, καθώς καθημερινά οι επιβάτες στοιχηματίζουν για το ποια δρομολόγια θα ακυρωθούν ή θα καθυστερήσουν.
Το Βερολίνο ωστόσο παραμένει σίγουρα σέξι, κυρίως για τους επισκέπτες του. Με μια ιστορία σχετικά πρόσφατη, ζωντανή, πολυδιαφημισμένη στον διεθνή κινηματογράφο και στη λογοτεχνία και ορατή παντού μέσα στην πόλη, με 170 μουσεία που φιλοξενούν παγκόσμια αριστουργήματα, με τη διάσημη Φιλαρμονική Ορχήστρα, τις τρεις μεγάλες όπερες, την γνωστή σκηνή των μεγάλων κλαμπ, το φεστιβάλ κινηματογράφου, τα αμέτρητα μνημεία και την κουλτούρα του «όλα είναι αποδεκτά», η γερμανική πρωτεύουσα παραμένει ελκυστικός προορισμός για Γερμανούς και μη. Μόνο κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους η πόλη υποδέχτηκε 6,1 εκατομμύρια επισκέπτες, ενώ οι διανυκτερεύσεις επισκεπτών έφθασαν τα 14,4 εκατομμύρια στο ίδιο διάστημα.
Όσο για το …φτωχό, εξαρτάται από ποια πλευρά το βλέπει κανείς. Παλαιότερα, φτωχό Βερολίνο σήμαινε επίσης ότι το κόστος ζωής ήταν σημαντικά χαμηλότερο σε σχέση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αλλά και με τις άλλες μεγάλες πόλεις της Γερμανίας: χαμηλά ενοίκια, ισχυρό κράτος πρόνοιας. Μετά την επανένωση όμως η κατάσταση και εδώ άλλαξε. Οι τιμές των έτσι κι αλλιώς δυσεύρετων ακινήτων εκτοξεύθηκαν, με τη βοήθεια και των ξένων που εγκαταστάθηκαν στην πόλη φέρνοντας μαζί τους εκατομμύρια. «Στο Βερολίνο πιο εύκολα βρίσκεις δουλειά παρά διαμέρισμα ή θέση σε παιδικό σταθμό», λέει το σχετικό ανέκδοτο. Τα τελευταία χρόνια, οι πιο εύποροι κάτοικοι του Βερολίνου το εγκαταλείπουν για τα προάστια ή και το γειτονικό ειδυλλιακό Βρανδεμβούργο, το οποίο πλουτίζει από τους φόρους τους. Η «ζώνη του λίπους» (Speckgürtel), όπως ονομάζονται οι πλούσιες περιοχές γύρω από την πρωτεύουσα, έχει την πολυτέλεια να ζει σε μια «φούσκα», καθώς όσο εμπεδώνεται η αδυναμία των σχολείων να αντεπεξέλθουν στο διαρκώς αυξανόμενο βάρος τόσο πληθαίνουν και τα ιδιωτικά σχολεία, παρότι δεν ανήκαν ιδιαίτερα στην γερμανική κουλτούρα.
Ένας από τους κατ’ εξοχήν «προβληματικούς» τομείς στο Βερολίνο είναι και η δημόσια διοίκηση. Έλλειψη προσωπικού, αύξηση του πληθυσμού και των προνοιακών αναγκών, σε συνδυασμό με τη διάσημη γερμανική γραφειοκρατία, προκαλούν καθυστερήσεις και δυσαρέσκεια. Θα μείνει στην έτσι κι αλλιώς σουρεαλιστική ιστορία του Βερολίνου η αποτυχία του να οργανώσει την ίδια ημέρα ομοσπονδιακές και κρατιδιακές εκλογές και μαραθώνιο. Οι παρατυπίες έφθασαν σε τέτοιο βαθμό ώστε η διαδικασία να χρειαστεί να επαναληφθεί σχεδόν στη μισή πόλη. Ανάλογοι φόβοι εκφράζονται και ενόψει των πρόωρων ομοσπονδιακών εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου, κυρίως επειδή ο χρόνος προετοιμασίας θεωρείται υπερβολικά σύντομος από τις εφορευτικές επιτροπές.
Ακόμη και αν το Βερολίνο δεν καταφέρει να αποκτήσει τη σημασία του Λονδίνου ή του Παρισιού, ακόμη και αν δεν εξελιχθεί σε «πλούσιο και καινοτόμο», όπως θα ήθελε, παραμένει συναρπαστικό και προκλητικό για τον επισκέπτη του, ο οποίος αντιλαμβάνεται πολύ γρήγορα τις αντιθέσεις και την ισορροπία ανάμεσά τους. Όπως και το γεγονός ότι η πρωτεύουσα της Γερμανίας διαφέρει όλο και περισσότερο από την υπόλοιπη χώρα.
Αναδημοσίευση από το ΑΠΕ