Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε χθες (τοπική ώρα) στην εφημερίδα The Washington Post, κάλεσε τους Αμερικάνους να μην ξεχνούν την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο, λέγοντας ότι η χώρα έχει τη συλλογική ευθύνη να θυμάται τα γεγονότα εκείνης της ημέρας.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε μια ημέρα πριν από τη συνεδρίαση του Κογκρέσου προκειμένου το σώμα να επικυρώσει επίσημα την εκλογή του Ρεπουμπλικάνου Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου και σχεδόν τέσσερα χρόνια αφότου όχλος υποστηρικτών του εισέβαλε στο Καπιτώλιο σε μια αποτυχημένη προσπάθεια να παρεμποδίσει την επικύρωση της ήττας του στις εκλογές του 2020.
«Πρέπει να θυμόμαστε τη σοφία του αποφθέγματος ότι κάθε έθνος που ξεχνά το παρελθόν είναι καταδικασμένο να το επαναλάβει» έγραψε ο Μπάιντεν. «Δεν μπορούμε να δεχθούμε μια επανάληψη αυτού που συνέβη πριν από τέσσερα χρόνια». Πρόσθεσε ότι αυτή τη φορά η διαδικασία κύρωσης του εκλογικού αποτελέσματος θα είναι ειρηνική.
Ο Τραμπ, που αναλαμβάνει την προεδρία των ΗΠΑ σε δύο εβδομάδες, δεν αναγνωρίζει την ήττα του στις εκλογές του 2020 ως νόμιμη ενώ ο ίδιος και οι σύμμαχοί του έχουν διατυπώσει ψευδείς θεωρίες για τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021. Υποσχέθηκε να απονείμει χάρη σε άτομα που καταδικάστηκαν για εγκλήματα που σχετίζονται με την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου.
«Γίνεται μια αδιάκοπη προσπάθεια για να ξαναγραφτεί -ακόμα και να σβηστεί- η ιστορία εκείνης της ημέρας. Για να μας πουν ότι δεν είδαμε αυτό που είδαμε όλοι με τα μάτια μας», έγραψε ο Μπάιντεν στην Washington Post. «Με τον καιρό, θα υπάρξουν Αμερικανοί που δεν έγιναν μάρτυρες της εξέγερσης της 6ης Ιανουαρίου από πρώτο χέρι, αλλά θα το μάθουν από πλάνα και μαρτυρίες εκείνης της ημέρας, από όσα έχουν γραφτεί στα βιβλία της Ιστορίας και από την αλήθεια που μεταφέρουμε στα παιδιά μας. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να χαθεί η αλήθεια».
Ύστερα από μία ημέρα χάους, αιματηρών επεισοδίων και σοκαριστικών εικόνων, στις 6 Ιανουαρίου 2021, ήταν αδιανόητο ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα πλησίαζε ξανά την προεδρία. Είχε συγκεντρώσει έναν όχλο στην Ουάσινγκτον και τον κάλεσε να «παλέψει κολασμένα».
Ωστόσο, σήμερα, ακριβώς τέσσερα χρόνια μετά την εισβολή των υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ, τον ξυλοδαρμό αστυνομικών και τη διακοπή της επικύρωσης της νίκης του Τζο Μπάιντεν στις εκλογές του 2020, το Κογκρέσο θα συγκληθεί ξανά για να επιβεβαιώσει ένα άλλο εκλογικό αποτέλεσμα. Οι πολίτες επέλεξαν την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο και την εξουσία.
Μια κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου για την καταμέτρηση των εκλεκτορικών ψήφων από τη νίκη του τον Νοέμβριο θα ξυπνήσει σε κάποιους μνήμες από τα όσα έγιναν πριν από 4 χρόνια στο Καπιτώλιο. Η τελετουργική διαδικασία που θα ανοίξει τον δρόμο για την ορκωμοσία του Τραμπ ως του 47ου προέδρου σε δύο εβδομάδες θα αναδείξει επίσης μια εξαιρετική στιγμή στην πολιτική ιστορία ενός έθνους. Ο άνθρωπος που κάποιοι είχαν ξεγράψει πριν από 4 χρόνια, σήμερα είναι πανίσχυρος πολιτικά.
Η 6η Ιανουαρίου 2025 θα σηματοδοτήσει τη θεαματικότερη πολιτική επιστροφή στην ιστορία των ΗΠΑ και θα εισάγει μια νέα κυβέρνηση, η οποία ίσως αποτελέσει το πιο ακραίο τεστ αντοχής του Συντάγματος μέχρι στιγμής. Θα υπογραμμίσει επίσης την παταγώδη αποτυχία των Δημοκρατικών να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι ο Τραμπ αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο για τη δημοκρατία της χώρας, αλλά και και ότι οι ίδιοι είχαν τις λύσεις για τα οικονομικά προβλήματα και τις ανησυχίες για τη μετανάστευση.
Εξαγνισμός της Ιστορίας ή λογική εξέλιξη;
«Η επικύρωση της νίκης του Τραμπ από το Κογκρέσο —την οποία θα προεδρεύσει η ηττημένη του αντίπαλος, Αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις— θα επιβραβεύσει μια εξαιρετική προσπάθεια του πρώην προέδρου, των υποστηρικτών του και της συντηρητικής μηχανής των μέσων ενημέρωσης να εξαγνίσουν όσα συνέβησαν σε μία από τις πιο σκοτεινές ημέρες της ιστορίας των ΗΠΑ», σχολιάζει το CNN.
Ωστόσο η θριαμβευτική επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο καταδεικνύει ότι το εκλογικό σώμα δεν θέλει ούτε να του κουνούν το δάχτυλο για «λάθος επιλογές», ούτε να του λένε τι να μην ψηφίσει. Θέλει κάποιον που θα τον πείσει γιατί πρέπει να τον ψηφίσει. Και ο Ντόναλντ Τραμπ αυτό το πέυχε. Οι Αμερικανοί δεν έχουν ξεχάσει την εισβολή στο Καπιτώλιο. Αλλά δεν ψήφισαν έχοντας αυτήν κατά νου, ούτε με κριτήριο τον ποιον προσδιορίζουν τα μέσα ως «απειλή για τη Δημοκρατία». Ψήφισαν με βάση την τσέπη και τις ανησυχίες τους. Και στα δύο οι αντίπαλοί του Τραμπ απέτυχαν να πείσουν.
Η αντιφατική κληρονομιά του Μπάιντεν
Ο ίδιος ο Μπάιντεν, ο οποίος ανέλαβε την προεδρία με τη δέσμευση να «θεραπεύσει την ψυχή της Αμερικής», αποχωρεί με έναν απολογισμό γεμάτο πολιτικές αντιφάσεις. Η πολιτική του για την οικονομία, την υγεία και τη μετανάστευση δεν κατάφερε να πείσει τους Αμερικανούς ότι οι Δημοκρατικοί μπορούσαν να προσφέρουν σταθερότητα και ευημερία. Αυτό άνοιξε τον δρόμο στον Τραμπ να επιστρέψει, αυτή τη φορά πιο ισχυρός και αποφασισμένος να επιβάλει την ατζέντα του.
Η επιστροφή του Τραμπ δεν αφορά μόνο την ανάληψη της εξουσίας. Επικυρώνει και την αφηγηματική ανατροπή της 6ης Ιανουαρίου. Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν καταφέρει να αλλάξουν την αντίληψη ενός σημαντικού μέρους του πληθυσμού για τα γεγονότα εκείνης της ημέρας.
Από την άλλη, για τους Δημοκρατικούς και πολλούς ανεξάρτητους, η 6η Ιανουαρίου παραμένει ένα σύμβολο της δημοκρατικής ανθεκτικότητας, ακόμη και αν το αποτέλεσμα δείχνει πως το μήνυμά τους δεν βρήκε την απαραίτητη απήχηση.
Το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας
Η επικύρωση της νίκης του Τραμπ θα αποτελέσει ένα σημαντικό σημείο καμπής για την αμερικανική πολιτική, σημειώνει το CNN. Θα δείξει αν οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να επανέλθουν σε μια πιο ενωμένη πολιτική πορεία ή θα παραμείνουν στο μονοπάτι του διχασμού.
Είναι κάτι που περιμένουν να δουν όχι μόνο οι Αμερικανοί, αλλά ολόκληρος ο πλανήτης. Οι συνέπειες από τις επιλογές και τις πολιτικές του εκλεγμένου προέδρου δεν θα περιοριστούν στα αμερικανικά σύνορα, αλλά θα έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο.
Τι συνέβη στις 6 Ιανουαρίου 2021;
Εκείνη την ημέρα, το Κογκρέσο συνεδρίαζε για να επικυρώσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020, στις οποίες ο Τζο Μπάιντεν είχε κερδίσει τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Τραμπ, αρνούμενος να αποδεχθεί την ήττα του, ισχυριζόταν ότι οι εκλογές ήταν νοθευμένες και προέτρεπε τους οπαδούς του να αντιδράσουν. Στην ομιλία του εκείνη την ημέρα είπε: “Fight like hell, or you’re not going to have a country anymore”. Μετά την ομιλία του, χιλιάδες υποστηρικτές του βάδισαν προς το Καπιτώλιο και τελικά εισέβαλαν στο κτίριο, διακόπτοντας τη διαδικασία επικύρωσης των αποτελεσμάτων.
Οι διαδηλωτές παραβίασαν τις αστυνομικές γραμμές, έσπασαν πόρτες και παράθυρα και εισέβαλαν στο Καπιτώλιο. Μέλη του Κογκρέσου αναγκάστηκαν να εκκενώσουν τις αίθουσες και να βρουν καταφύγιο.Η διαδικασία επικύρωσης των εκλογικών αποτελεσμάτων διακόπηκε για αρκετές ώρες. Ορισμένοι διαδηλωτές κάθισαν στα έδρανα της Γερουσίας, έκλεψαν έγγραφα και έκαναν χειρονομίες νίκης μέσα στις αίθουσες.
Πέντε άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια ή μετά την επίθεση.
Η Ashli Babbitt, βετεράνος της Πολεμικής Αεροπορίας, πυροβολήθηκε θανάσιμα από την αστυνομία του Καπιτωλίου όταν προσπάθησε να μπει σε προστατευόμενη περιοχή.
Ένας αστυνομικός, ο Brian Sicknick, πέθανε την επόμενη μέρα από επιπλοκές που προκλήθηκαν από τραυματισμούς. Άλλο τρεις πέθαναν από ιατρικά επείγοντα περιστατικά.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων συνέστησε μια ειδική επιτροπή έρευνας για τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου. Η επιτροπή συνέλεξε μαρτυρίες και στοιχεία για την εμπλοκή του Τραμπ και των συνεργατών του.
Περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για τη συμμετοχή τους στην επίθεση.Πολλοί καταδικάστηκαν για εγκλήματα ανταρσίας και άλλες σοβαρές κατηγορίες.