Επικίνδυνες θερμοκρασίες θα μπορούσαν να σκοτώσουν 2,3 εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη μέχρι το τέλος του αιώνα, σύμφωνα με μελέτη, με τις ζωές που θα χαθούν από την έντονη ζέστη να είναι περισσότερες από αυτές που θα σωθούν από το ηπιότερο κρύο.
Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι 8.000 επιπλέον άνθρωποι θα πεθαίνουν κάθε χρόνο ως αποτέλεσμα των «μη βέλτιστων θερμοκρασιών», ακόμη και με το πιο αισιόδοξο σενάριο για τη μείωση της ρύπανσης από τη θέρμανση του πλανήτη. Το πιο θερμό εύλογο σενάριο που εξέτασαν έδειξε καθαρή αύξηση 80.000 θανάτων που σχετίζονται με τη θερμοκρασία ετησίως.
Τα ευρήματα αμφισβητούν ένα επιχείρημα δημοφιλές μεταξύ εκείνων που λένε ότι η παγκόσμια θέρμανση είναι καλό για την κοινωνία επειδή λιγότεροι άνθρωποι θα πεθαίνουν από το κρύο.
«Θέλαμε να το ελέγξουμε αυτό», δήλωσε ο Pierre Masselot, στατιστικολόγος στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης. «Και δείχνουμε ξεκάθαρα ότι θα δούμε μια καθαρή αύξηση των θανάτων που σχετίζονται με τη θερμοκρασία στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής».
Η μελέτη βασίζεται σε προηγούμενη έρευνα στην οποία οι επιστήμονες συνέδεσαν τη θερμοκρασία με τα ποσοστά θνησιμότητας για διάφορες ηλικιακές ομάδες σε 854 πόλεις σε όλη την Ευρώπη. Τα συνδύασαν με τρία κλιματικά σενάρια που χαρτογραφούν τις πιθανές αλλαγές στη δομή του πληθυσμού και τη θερμοκρασία κατά τη διάρκεια του αιώνα.
Και στα τρία σενάρια, διαπίστωσαν ότι οι δυσάρεστες θερμοκρασίες θα σκότωναν περισσότερους ανθρώπους από ό,τι σήμερα. Οι επιστήμονες προειδοποίησαν ότι οι αβεβαιότητες στα δεδομένα είναι μεγάλες.
Ποιες περιοχές θα επηρεαστούν περισσότερο
Ο καθαρός αριθμός των νεκρών προβλέπεται να αυξηθεί περισσότερο στη ζεστή νότια Ευρώπη, ιδίως γύρω από τη Μεσόγειο, με ένα δεύτερο hotspot στην κεντρική Ευρώπη που καλύπτει την Ελβετία, την Αυστρία και τμήματα της νότιας Γερμανίας και της Πολωνίας. Στην ψυχρότερη βόρεια Ευρώπη, εν τω μεταξύ, αναμένεται μικρή μείωση των θανάτων.
«Στη Νορβηγία, για παράδειγμα, μπορεί να δούμε ένα πολύ μικρό όφελος», δήλωσε ο Masselot. «[Αλλά αυτό] επισκιάζεται εντελώς από αυτή τη μαζική αύξηση που βλέπουμε στις νότιες χώρες».
χωρίς σημαντικές μειώσεις στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και με περιορισμένες προσαρμογές στη χρήση κλιματιστικών και η δημιουργία κέντρων ψύξης, η Ιταλία, η νότια Ισπανία και η Ελλάδα θα αντιμετωπίσουν σημαντικές αυξήσεις στον αριθμό των θανάτων λόγω της υπερθέρμανσης, ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής. Από την άλλη πλευρά, μεγάλο μέρος της Σκανδιναβίας και του Ηνωμένου Βασιλείου θα δει λιγότερους θανάτους που σχετίζονται με τις θερμοκρασίες, κυρίως λόγω της μετριοποίησης των χαμηλών θερμοκρασιών. Αυτά τα ευρήματα προέρχονται από μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στη δημοσίευση Nature Medicine.
Η Αθήνα στις δέκα πιο ευάλωτες ευρωπαϊκές πόλεις
Η Αθήνα είναι μία από τις δέκα ευρωπαϊκές πόλεις που κινδυνεύουν να δουν μεγάλη αύξηση των θανάτων λόγω αύξησης της θερμοκρασίας μέχρι το τέλος του αιώνα, εάν δεν υπάρξουν πολιτικές για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. Αυτό διαπιστώνει έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Medicine», η οποία προβλέπει επίσης ότι η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να επιφέρει αύξηση των θανάτων στην Ευρώπη έως και 50%.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής το «London School of Hygiene & Tropical Medicine», ανέλυσαν δεδομένα θερμοκρασίας και θνησιμότητας σε 854 αστικές περιοχές άνω των 50.000 κατοίκων σε 30 ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα μελετήθηκαν δεδομένα για 14 πόλεις: Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ηράκλειο, Λάρισα, Βόλος, Ιωάννινα, Καβάλα, Καλαμάτα, Τρίκαλα, Σέρρες, Κατερίνη, Ξάνθη και Χανιά.
Στη συνέχεια εκτίμησαν τους μελλοντικούς θανάτους λόγω ψύχους και ζέστης στις περιοχές αυτές υπό διαφορετικά σενάρια κλιματικής αλλαγής, δημογραφικά σενάρια και σενάρια προσαρμογής του πληθυσμού στις συνθήκες αυτές, για την περίοδο 2015-2099. Στην έρευνα λήφθηκε υπόψη η ημερήσια μέση θερμοκρασία, αλλά όχι καιρικά φαινόμενα που θα μπορούσαν να τροποποιήσουν τον εκτιμώμενο αριθμό θανάτων, όπως οι ακραίες νυχτερινές θερμοκρασίες και οι συνθήκες υγρασίας.
Οι πιο ευάλωτες περιοχές εντοπίστηκε ότι βρίσκονται στη Μεσόγειο, αλλά και στην ανατολική Ευρώπη. Την έκτη θέση στις δέκα ευρωπαϊκές πόλεις που προβλέπεται να δουν τον υψηλότερο αριθμό θανάτων λόγω κλιματικής αλλαγής μέχρι το τέλος του αιώνα, καταλαμβάνει η Αθήνα, όπου υπολογίζεται ότι ο αριθμός θανάτων λόγω αυξημένης θερμοκρασίας ως το 2099 (με βάση το χειρότερο σενάριο) θα ανέλθει σε 87.523. Πρώτη στη λίστα είναι η Βαρκελώνη (246.082) και ακολουθούν η Ρώμη, η Νάπολη, η Μαδρίτη και το Μιλάνο. Τη δεκάδα μετά την Αθήνα συμπληρώνουν η Βαλένθια, η Μασσαλία, το Βουκουρέστι και η Γένοβα.
«Ο αστικός πληθυσμός είναι πιο επιβαρυμένος από την αυξημένη θερμοκρασία, γιατί υπάρχει και αστική θερμική νησίδα, που σημαίνει ότι ο τρόπος με τον οποίο είναι δομημένες οι πόλεις, με το λιγοστό πράσινο, τη μεγάλη πυκνή δόμηση, τα ψηλά κτίρια και το πολύ μπετόν, ανεβάζει τη θερμοκρασία περισσότερο και δεν επιτρέπει να πέσει η θερμοκρασία τη νύχτα. Επομένως, ξέρουμε ότι έχουμε πολύ μεγαλύτερες επιδράσεις στα αστικά κέντρα σε σχέση με τις ευρύτερες περιφέρειες», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ομότιμη καθηγήτρια Βιοστατιστικής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας στο Imperial College London, Κλέα Κατσουγιάννη, η οποία συμμετείχε στη μελέτη μαζί με την καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Εύη Σαμόλη.
Μπορεί οι μεγαλύτεροι αριθμοί θανάτων να προβλέπονται στις παραπάνω, πολυπληθέστερες πόλεις της Μεσογείου, αλλά εντοπίστηκε ότι πολλές μικρότερες πόλεις είναι επίσης πιθανό να επηρεαστούν πολύ με υψηλά ποσοστά θανάτων που σχετίζονται με τη θερμοκρασία. Συνολικά, η χώρα της νότιας Ευρώπης που φαίνεται ότι θα δοκιμαστεί περισσότερο είναι η Μάλτα και ακολουθούν η Ιταλία, η Ισπανία, η Ελλάδα και η Κύπρος- με μικρές διαφορές μεταξύ τους.
Στην Ελλάδα, στο χειρότερο σενάριο κλιματικής αλλαγής υπολογίζεται ότι την πενταετία 2050-2054 θα μειωθούν οι θάνατοι από το κρύο κατά 30,7 άτομα ανά 100.000 κατοίκους κάθε έτος, όμως αντίθετα λόγω ζέστης θα πεθάνουν 64,2 άτομα περισσότερα ανά 100.000 κατοίκους ετησίως. Την πενταετία 2095-2099 η κατάσταση προβλέπεται ακόμα χειρότερη με τη μείωση των θανάτων από κρύο να είναι 55,8, αλλά την αύξηση των θανάτων από ζέστη 175,4.
Γενικότερα στη νότια Ευρώπη, στο χειρότερο σενάριο κλιματικής αλλαγής υπολογίζεται μεγάλη επιβάρυνση από την κλιματική αλλαγή, καθώς στην πενταετία 2050-2054 υπολογίζεται μείωση των θανάτων λόγω του κρύου κατά 36,3 και αύξηση των θανάτων από ζέστη κατά 82,2 και την πενταετία 2095-2099 μείωση των θανάτων λόγω ψύχους κατά 53,8 αλλά αύξηση των θανάτων από ζέστη κατά 177,8 άτομα ανά 100.000 κατοίκους ετησίως.
Ακόμα και στο καλύτερο σενάριο μετριασμού της κλιματικής αλλαγής οι ερευνητές υπολογίζουν αύξηση των θανάτων που σχετίζονται με την αυξημένη θερμοκρασία, κυρίως στη νότια Ευρώπη. Σε όλα τα σενάρια κλιματικής αλλαγής που μελετήθηκαν, εντοπίστηκε ότι η αύξηση των θανάτων που σχετίζονται με τη ζέστη θα υπερβεί τη μείωση των θανάτων που σχετίζονται με το προβλεπόμενο λιγότερο κρύο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στο χειρότερο σενάριο, κατά το οποίο οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα διπλασιαστούν ως το 2100, η ερευνητική ομάδα εκτιμά ότι οι αλλαγές στο κλίμα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πάνω από 2,3 εκατομμύρια επιπλέον θανάτους σχετιζόμενους με τη θερμοκρασία ως το 2099.
Πέρα από την περιοχή της Μεσογείου, οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι λιγότερο σοβαρές, αλλά και πάλι σημαντικές και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως το Παρίσι. Από την άλλη πλευρά, η Βρετανία και οι σκανδιναβικές χώρες θα μπορούσαν να δουν καθαρή μείωση των θανάτων, καθώς η μείωση λόγω μειωμένου ψύχους μπορεί να είναι μεγαλύτερη από την αύξηση λόγω ζέστης. Για παράδειγμα το Λονδίνο μπορεί να δει μείωση περίπου 27.500 θανάτων. Ωστόσο, αυτός ο χαμηλότερος αριθμός θανάτων αντισταθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις αυξήσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, με τη συνολική αύξηση των θανάτων λόγω της κλιματικής αλλαγής (συνυπολογίζοντας την μείωση των θανάτων από το κρύο) κατά την πενταετία 2050-2054 να υπολογίζεται σε 11,7 άτομα ανά 100.000 κατοίκους ετησίως, ενώ την πενταετία 2095-2099 σε 45,4 άτομα.
Οι συγγραφείς της μελέτης διευκρινίζουν ότι οι προβλέψεις αυτές μπορεί να έχουν υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας, ειδικά για τις προβολές που γίνονται σε βάθος χρόνου. Ωστόσο, όπως τονίζει η κ. Κατσουγιάννη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «όταν είναι στατιστικά σημαντικά τα αποτελέσματα και είμαστε σίγουροι ότι θα υπάρξει επιβάρυνση, έχουμε τη βεβαιότητα που θεωρούμε αποδεκτή ώστε να θορυβηθούμε και αυτό συμβαίνει με την επιβάρυνση στις χώρες της Μεσογείου αν δεν ληφθούν τα ενδεικνυόμενα μέτρα».
Η κ. Κατσουγιάννη χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη μελέτη «πρωτοποριακή», καθώς οι ερευνητές έλαβαν υπόψη σενάρια για τους μεταβαλλόμενους δημογραφικούς και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες, όπως τη γήρανση του πληθυσμού και τη μεταβολή του ΑΕΠ, και όχι μόνο τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Ένα άλλο πρωτοποριακό στοιχείο στη συγκεκριμένη έρευνα είναι ότι συμπεριλήφθηκε η πιθανή προσαρμογή του πληθυσμού στην κλιματική αλλαγή. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση προβλέπεται επιβάρυνση στον αριθμό των θανάτων, «απλά στο καλύτερο σενάριο που θα έχουμε επέμβει για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και θα έχει υπάρξει προσαρμογή του πληθυσμού, μπορεί η επίδραση αυτή να είναι αντιμετωπίσιμη», συμπληρώνει η ίδια. Η έννοια της προσαρμογής στις μελέτες θεωρείται ότι είναι σε επίπεδο συμπεριφοράς του πληθυσμού με τρόπους προφύλαξής του από τις αλλαγές στη θερμοκρασία. Ωστόσο, η κ. Κατσουγιάννη εκτιμά ότι «υπάρχει και προσαρμογή του ανθρώπινου οργανισμού σε αυτή, ωστόσο δεν έχει μελετηθεί εκτενώς μέχρι σήμερα σε τι εύρος χρόνου συμβαίνει».
Στην έρευνα μελετήθηκαν μόνο οι θάνατοι από τις μεταβολές στη θερμοκρασία, ωστόσο η επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην υγεία των πληθυσμών δεν είναι μόνο αυτή. «Η αύξηση της θνησιμότητας είναι τρομερή στις υψηλές θερμοκρασίες. Φαίνεται λοιπόν ότι ο αριθμός των ανθρώπων που πεθαίνουν από θερμοπληξία επηρεάζεται πολύ, ωστόσο δεν έχουμε επαρκή στοιχεία για να μελετήσουμε πώς επηρεάζονται και άλλες πτυχές της υγείας. Για παράδειγμα ξέρουμε ότι αυξάνονται τα εργατικά ατυχήματα, ωστόσο αυτή η σύνδεση με την κλιματική αλλαγή δεν έχει μελετηθεί επαρκώς γιατί δεν υπάρχουν δεδομένα σε ευρύ πληθυσμιακό πεδίο στην Ευρώπη», παρατηρεί η κ. Κατσουγιάννη.
Έχοντας αφιερώσει την έρευνά της στις επιδράσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία, η ίδια τονίζει ότι «ο μεγαλύτερος περιβαλλοντικός κίνδυνος για την υγεία παγκοσμίως είναι η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση των εξωτερικών χώρων, αλλά σε ορισμένες περιοχές του κόσμου και των εσωτερικών χώρων. Αυτό συνδέεται με την κλιματική αλλαγή, ενώ όταν υπάρχει συνέργεια διαφόρων περιβαλλοντικών παραγόντων, όπως η υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση, πχ από μια δασική πυρκαγιά και ένας καύσωνας, τότε οι επιδράσεις είναι πολλαπλασιαστικές. Η κλιματική αλλαγή λοιπόν είναι πολυδιάστατο πρόβλημα για την υγεία και η επιστημονική κοινότητα αναγνωρίζει ότι οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη υγεία δεν έχουν πάρει την απαραίτητη προσοχή».
Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι έως και το 70% των θανάτων θα μπορούσαν να αποφευχθούν εάν ληφθούν άμεσα μέτρα.
«Σιωπηλοί δολοφόνοι»
Η ζέστη και το κρύο είναι σιωπηλοί δολοφόνοι που βλάπτουν τον οργανισμό πολύ πριν φτάσουν σε ακραίες τιμές που προκαλούν υποθερμία και θερμοπληξία. Οι υπερβολικοί θάνατοι εκτοξεύονται στα ύψη κατά τη διάρκεια των καυσώνων, ιδίως μεταξύ των ηλικιωμένων ή των ασθενών, καθώς ο ζεστός καιρός αναγκάζει το σώμα τους σε υπερδιέγερση και τους εμποδίζει να ξεκουραστούν. Οι ψυχρές περίοδοι αυξάνουν την αρτηριακή πίεση και συμβάλλουν σε μια σειρά από καρδιακά και πνευμονικά προβλήματα.
«Για να το θέσουμε ωμά, η αύξηση του καύσωνα θα σκοτώσει περισσότερους ανθρώπους από ό,τι θα σώσει η μείωση του ψύχους», δήλωσε ο Tim Osborn, κλιματολόγος στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα. «Αν και αυτή η νέα μελέτη δεν είναι ο τελικός λόγος επί του θέματος … ανοίγει νέους δρόμους εξετάζοντας την ευπάθεια των ανθρώπων στις ακραίες θερμοκρασίες ανά ηλικία και ανά πόλη σε πολύ καλύτερο επίπεδο λεπτομέρειας από προηγούμενες εργασίες».
Η ανάλυση, η οποία περιορίστηκε στις ευρωπαϊκές πόλεις, δεν έλαβε υπόψη τις αγροτικές περιοχές, οι οποίες είναι λιγότερο εκτεθειμένες στο φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας, ούτε άλλα μέρη του πλανήτη, όπου η ζέστη αποτελεί πιο πιεστικό πρόβλημα. Συνολικά, εκτίμησαν ότι το σενάριο υψηλής θέρμανσης θα οδηγήσει σε επιπλέον 2,3 εκατομμύρια θανάτους από επικίνδυνες θερμοκρασίες στην Ευρώπη μεταξύ 2015 και 2099.
Η μελέτη διερεύνησε πώς θα μπορούσαν να σωθούν ζωές αν οι άνθρωποι προσαρμόζονταν στις αλλαγές της θερμοκρασίας και μείωναν την έκθεσή τους σε δυσάρεστες θερμοκρασίες. Στο θερμότερο σενάριο, μόνο «απίθανα ισχυρά» επίπεδα προσαρμογής θα μπορούσαν να ανακόψουν την τάση αύξησης των καθαρών θανάτων, διαπίστωσε η μελέτη. Στα σενάρια που περιόριζαν τη ρύπανση από τον άνθρακα, μια μείωση κατά 50% της έκθεσης στη θερμοκρασία ήταν αρκετή για να μειωθούν οι καθαροί θάνατοι.
Πηγή: Guardian, AP