Με τις ΗΠΑ να διαπραγματεύονται πλέον απευθείας με τη Ρωσία, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επισκέπτεται αύριο την Ουάσιγκτον με βασικό στόχο να διαπιστώσει αν και κατά πόσο ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξακολουθεί να βρίσκεται στο ίδιο μήκος κύματος με την Ευρώπη ως προς το Ουκρανικό. Στο επίκεντρο των διαβουλεύσεων θα βρεθούν και τα οικονομικά ζητήματα και ειδικότερα το ζήτημα των δασμών.
Ως προς το Ουκρανικό, λίγο πριν την αναχώρηση του Γάλλου προέδρου από το Παρίσι, γαλλικές διπλωματικές πηγές σημείωναν ότι η επίσκεψη πραγματοποιείται με την ευκαιρία της επετείου του τρίτου χρόνου από την έναρξη της ρωσικής επίθεσης κατά της Ουκρανίας και ότι ο Μακρόν είναι ένας από τους λίγους ηγέτες στον κόσμο που έχει εμπειρία από την πρώτη θητεία του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Οι ίδιες πηγές υπογράμμιζαν πως η Γαλλία θεωρεί ότι σε συνέχεια των επαφών κορυφής που είχε την τελευταία εβδομάδα ο πρόεδρος Μακρόν, η Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας, συμμερίζεται απολύτως την ως τώρα θέση του Αμερικανού προέδρου ότι πρέπει να ασκηθούν ισχυρές πιέσεις για να τεθεί ένα τέλος στον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Εκ παραλλήλου η Γαλλία θεωρεί ότι αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί «κατά τρόπο που θα λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα της Ουκρανίας – τα οποία είναι και ευρωπαϊκά», αλλά και που θα κινείται προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της ασφάλειας στην Ευρώπη.
Ως προς τις διαβουλεύσεις για τα οικονομικά ζητήματα και ειδικότερα σε σχέση με το ζήτημα της επιβολής αμερικανικών δασμών, η γαλλική πλευρά, σημειώνει πως τα θέματα που άπτονται του διεθνούς εμπορίου εντάσσονται στις αρμοδιότητες της ΕΕ, η οποία «διαθέτει τα μέσα και την πολιτική βούληση να αντιδράσει» αν το θεωρήσει επιβεβλημένο. Η γαλλική πλευρά επισημαίνει ωστόσο πως «δεν υπάρχει κάτι καινούργιο», υπενθυμίζοντας πως ζητήματα με τους δασμούς είχαν τεθεί και κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική προεδρία. Επισημαίνει επίσης τους πολύ ισχυρούς δεσμούς της αμερικανικής οικονομίας με την ευρωπαΐκή υπογραμμίζοντας, για παράδειγμα, ότι μόνο οι γαλλικές επενδύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι της τάξης των 380 δισεκατομμυρίων ευρώ και ότι αντιπροσωπεύουν πάνω από 700.000 θέσεις εργασίας. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τα ζητήματα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, που είναι μεταξύ των θεμάτων που θα συζητήσουν Τραμπ και Μακρόν η γαλλική πλευρά, επισημαίνοντας ότι εδώ και χρόνια είναι υπέρ της αύξησης των αμυντικών δαπανών στις χώρες μέλη της ΕΕ, θεωρεί ότι η ανάπτυξη της ευρωπαΐκής βιομηχανίας οπλικών συστημάτων δεν είναι εξ ορισμού ασύμβατη με τα συμφέροντα της αμερικανικής βιομηχανίας οπλικών συστημάτων, η οποία όλο και περισσότερο στρέφεται προς την κάλυψη των αμερικανικών αμυντικών αναγκών στην Ασία. Σημειώνει επίσης ότι για να αναπτυχθεί η ευρωπαΐκή βιομηχανία θα πρέπει τα κράτη μέλη της ΕΕ να αποφασίσουν να παράγουν και να αγοραζουν ευρωπαϊκά στρατιωτικά προϊόντα.
Η φον ντερ Λάιεν λέει ότι “έκανε απολογισμό” με τους Στάρμερ και Μακρόν για “τις επαφές” τους με την Ουάσιγκτον
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε σήμερα ότι “έκανε τον απολογισμό” με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ το Σαββατοκύριακο σχετικά με τις «επαφές τους» με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Συζητήσαμε την ακλόνητη υποστήριξή μας στην Ουκρανία, τόσο οικονομικά όσο και στρατιωτικά», σημείωσε σήμερα σε ανάρτησή της στο X.
«Κάναμε απολογισμό των επαφών μας με τους Αμερικανούς εταίρους μας και συζητήσαμε για έργα για την άμυνα και την ασφάλεια της ηπείρου μας», πρόσθεσε η ίδια.
Ο Γάλλος πρόεδρος και ο Βρετανός πρωθυπουργός πρόκειται να ταξιδέψουν και οι δύο στην Ουάσιγκτον για να συναντήσουν τον Ντόναλντ Τραμπ τις επόμενες ημέρες: ο Εμανουέλ Μακρόν τη Δευτέρα και ο Κιρ Στάρμερ την Πέμπτη.
Σύμφωνα με την Ντάουνινγκ Στριτ, ο Στάρμερ και η φον ντερ Λάιεν τόνισαν την «ανάγκη να εξασφαλιστεί μια δίκαιη και διαρκής ειρήνη» στην Ουκρανία κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας τους το πρωί του Σαββάτου.
Οι Ευρωπαίοι φοβούνται ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα τερματίσει τον πόλεμο, που ξεκίνησε η Ρωσία στις 24 Φεβρουαρίου 2022, υπό συνθήκες ευνοϊκές για τη Μόσχα και χωρίς να παρέχει εγγυήσεις ασφαλείας στο Κίεβο. Διεκδικούν, μέχρι στιγμής μάταια, μια θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.