ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*
Οι εκλογές στη Γερμανία δεν μπορεί παρά να αποτελούν μείζον γεγονός, καθώς αφορούν την πολυπληθέστερη και οικονομικά ισχυρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ευρισκόμενη στο κέντρο της ευρωπαϊκής ηπείρου μπορεί να έχει και γεωπολιτική επίδραση.
Είναι γνωστό πως η Γερμανία μαζί με τη Γαλλία αποτελούν την ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Άρα η συγκρότηση σταθερών κυβερνήσεων στις δύο αυτές χώρες είναι αναγκαία για την επανεκκίνηση της Ε.Ε. Τόσο διότι συνεχίζεται ένας ανοιχτός πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όσο και λόγω της προσπάθειας του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να υποβαθμίσει τον ρόλο των ευρωπαϊκών χωρών.
Το γεγονός ότι ο επικεφαλής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, Φρίντριχ Μερτς, θα είναι ο νέος καγκελάριος, μάλλον σε συνασπισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες (πιο δύσκολα και με τους Πράσινους), πρέπει να τύχει ανάλυσης τόσο στο εσωτερικό γερμανικό επίπεδο, όσο και διεθνώς -κυρίως όσον αφορά τον ρόλο της Γερμανίας στην Ε.Ε., όσο και στις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Εδώ θα αναφερθούμε στις διεθνείς επιδράσεις.
Εάν ο Μερτς μπορέσει να σχηματίσει μια σταθερή κυβέρνηση, αυτό θα αποτελέσει μια σημαντική ένεση σταθερότητας για την ΕΕ από το μεγαλύτερο κράτος- μέλος της. Σε μια εποχή τεράστιας αστάθειας, δύσκολων ευρω-ατλαντικών σχέσεων και θεμελιωδών προκλήσεων για την ασφάλεια και την οικονομία της Ευρώπης, η Ευρώπη απλά δεν μπορεί πλέον να αντέξει μια Γερμανία που λείπει από τη δράση – τόσο ως πολιτικό ειδικό βάρος, όσο και ως οικονομική μηχανή.
Ο Μερτς, ως αφοσιωμένος Ευρωπαίος, μπορεί να προσφέρει μια νέα αρχή αν παίξει σωστά τα χαρτιά του. Η επαναπροσέγγιση με τη Γαλλία και τα έγκαιρα και πειστικά μηνύματα προς την Πολωνία και τους εταίρους στη Σκανδιναβία και την Βαλτική Θάλασσα, θα μπορούσαν να δώσουν έναν νέο τόνο σε βασικές πρωτοβουλίες.
Το τι θα κάνει η Ευρώπη στη συνέχεια θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αν ο Μερτς μπορεί να πείσει το κόμμα του και τους ανθρώπους του να υποστηρίξουν κάποιες δημιουργικές λύσεις. Αυτό θα χρειαστεί, ώστε να αντιμετωπιστούν ζητήματα όπως η ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, η συνεργασία για κοινή ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, η χρηματοδότηση τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στο πλαίσιο ενός νέου προϋπολογισμού της ΕΕ, καθώς και μια πιθανή πρωτοβουλία για κοινό ευρωπαϊκό χρέος. Αυτό θα απαιτήσει ευελιξία που θα παρακάμπτει ορισμένα γερμανικά “δόγματα”.
Ο Μερτς το βράδυ των εκλογών υποσχέθηκε να ενισχύσει την ανεξαρτησία της Γερμανίας και της Ευρώπης έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό θα μπορούσε να ταιριάζει σε κάποια από τα αιτήματα της κυβέρνησης Τραμπ, αν σημαίνει μια ώθηση για την ενίσχυση των γερμανικών αμυντικών δυνατοτήτων και μια νέα ενεργειακή πολιτική που θα εστιάζει στα μεταβατικά καύσιμα.
Ο Τραμπ και η ομάδα του θα πρέπει να περιμένουν μια πεισματικά φιλοευρωπαϊκή Γερμανία που δεν θα πάρει αψήφιστα οποιονδήποτε αντιληπτό εκφοβισμό των ΗΠΑ. Ο Μερτς έχει ήδη πει ότι η ανάμειξη των ΗΠΑ στις εκλογές της Γερμανίας μέσω του Μασκ και του Βανς ήταν εξίσου «θρασύτατη» με εκείνη της Μόσχας. Επίσης, άσκησε έντονη κριτική στον Λευκό Οίκο για τον αποκλεισμό της Ευρώπης από τις ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία.
Ο Μερτς θα μπορούσε ίσως να κάνει μια νέα αρχή με την Ουάσινγκτον – υπό την προϋπόθεση όμως ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση δεν του το κάνει πρόωρα πολύ δύσκολο για το εσωτερικό της χώρας. Το κύριο θέμα εδώ είναι οι απειλές για επιβολή δασμών, στους οποίους θα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη η παραπαίουσα, εξαρτώμενη από τις εξαγωγές οικονομία της Γερμανίας. Ένας μελλοντικός καγκελάριος Μερτς θα είναι λιγότερο πιθανό να σπάσει την αλληλεγγύη της ΕΕ, που θα έχει στόχο μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση.
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)